Λεξικό Συνωνύμων. Λέξεις που αρχίζουν από απορ-απω

 

 

 

Από τις ρωμαίικες διαλέκτους στην κοινή νεοελληνική

 

συνώνυμα

 

λέξεις που αρχίζουν από απορ-απω

 

 

Δημήτρης Λιθοξόου

 

πρώτη δημοσίευση: 15.3.2021

αναθεώρηση: 27.7.2021

 

 



Η εργασία είναι διπλής κατεύθυνσης. Από τις διαλέκτους της ρωμαίικης γλώσσας (που κατά τη γνώμη μου λαθεμένα καταγράφονται σαν «ιδιώματα της νέας ελληνικής»), στα συνώνυμα της σύγχρονης εθνικής γλώσσας ή «κοινής νεοελληνικής» (ΚΝΕ). Αλλά και αντίστροφα, από τις λέξεις της ΚΝΕ στα διαλεκτικά συνώνυμα.

Η μελέτη αποσκοπεί στην καταγραφή του διαλεκτικού πλούτου της ρωμαίικης γλώσσας και στη συγκέντρωση υλικού για την ουσιαστική μελέτη της γλώσσας, πέρα από τα εθνικά στερεότυπα.

Στα λήμματα συνυπάρχουν λέξεις των ρωμαίικων διαλέκτων μαζί με λέξεις της «κοινής νεοελληνικής».

Στην «ορθογραφία» των διαλεκτικών λέξεων ακολουθώ κυρίως την πρόταση των λεξικογράφων. Ωστόσο τα διπλά σύμφωνα τα χρησιμοποιώ συνήθως όταν αυτά σημαίνουν και διαφορετική προφορά (όπως σε Κύπρο, Δωδεκάνησα, Κάτω Ιταλία, Ικαρία, Χίο).

Με σκούρο κόκκινο χρώμα σημειώνονται οι λέξεις-έννοιες, τα βασικά λήμματα, που συγκεντρώνουν δίπλα τους τα συνώνυμα. Έτσι δίπλα στο «αβγό», βρίσκουμε τα διαλεκτικά: αβγιό, αβγκό, αβγκόν, αβγκουό, αβγόν, αβγού, αβιγό, αβκό, αβκόν, αβό, αβουγό, αγκβό, αγκό, αγκουό, αγκουού, αγουό, αυγό, αυγόν, αφκό, αφκόν, βγο, βο, εβγό, οβγό, οβγόν, οβό, οβόν, ουό.

Με μπλε χρώμα σημειώνονται λέξεις-έννοιες της δημοτικής που τις βρίσκουμε και σαν βασικά λήμματα με κόκκινο χρώμα. Εδώ όμως δίπλα τους δεν έχουμε συνώνυμα, αλλά στοιχεία από την ιστορική-γεωγραφική εξάπλωση, δηλαδή από τη γλωσσογεωγραφία της λέξης.

Μέσα σε αγκύλη, δίπλα σε λέξεις της δημοτικής, βρίσκεται το όνομα ενός λεξικού και η χρονιά που εκδόθηκε. Αυτό διευκρινίζει το έτος πρώτης καταγραφής της λέξης (ή μια από τις χρονικά πρώτες καταγραφές) σε λεξικό της κοινής (για την εποχή εκείνη) γλώσσας. Για παράδειγμα το «αβανία [Germano 1622]» εξηγεί πως τη λέξη «αβανία» την πρωτοσυναντάμε στο «Vocabolario Italiano et Greco» του Girolamo Germano, που εκδόθηκε στη Ρώμη το 1622. Εκτός από τα γενικά λεξικά, σε ορισμένες περιπτώσεις αναφέρονται και κάποια ειδικά λεξικά [λ.χ. Γεννάδιος 1914, Κουκκίδης 1960].

Δίπλα σε κάποιες λέξεις, υπάρχει η συχν(ότητα) εμφ(άνισης) και ένας αριθμός, από το 2 ως το 7. Πρόκειται για τις λέξεις με τη συχνότερη παρουσία στη σύγχρονη γλώσσα. Σε αυτή την κλίμακα, κάθε αριθμός είναι δεκαπλάσιος περίπου από τον προηγούμενο. Λόγου χάρη η λέξη «αβγό» (με συχν. εμφ. 3), εμφανίζεται στις μέρες μας, σχεδόν δέκα φορές πιο συχνά από τη λέξη «άβγαλτος» (με συχν. εμφ. 2) και η λέξη «άβολα» (με συχν. εμφ. 4), δέκα φορές συχνότερα από την πρώτη λέξη και εκατό φορές συχνότερα από τη δεύτερη.

Όπου υπάρχει η ένδειξη δημοτική, σημαίνει πως η λέξη που προηγείται χαρακτηρίζεται στα λεξικά του περασμένου αιώνα, σαν λέξη της δημοτικής γλώσσας. Όπου υπάρχει η ένδειξη λόγιο σημαίνει πως η λέξη είναι λόγιο δάνειο, δεν έχει διασωθεί δηλαδή αγράμματα στο στόμα του λαού. Οι λόγιες λέξεις μπήκαν στη λαϊκή γλώσσα από το εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Οι περισσότερες από αυτές χαρακτηρίζονταν στα παλιά λεξικά σαν λέξεις της καθαρεύουσας.

Μετά τις διαλεκτικές λέξεις, ακολουθούν γεωγραφικές περιοχές ή οικισμοί. Πρόκειται για ονόματα τόπων που συναντιέται η διαλεκτική λέξη (της διπλανής εγγραφής). Έτσι για τη λέξη «αβασκαμός» βλέπουμε πως είναι (ή ήταν) σε χρήση σε: Αιτωλοακαρνανία, Αργολίδα, Αχαΐα, Βοιωτία, Ζάκυνθος, Λευκάδα, Μαγνησία, Μάνη, Παξοί, Σκόπελος, Φθιώτιδα. Αν δίπλα στον τόπο σημειώνεται αστερίσκος (*), όπως π.χ. Αδριανούπολη* ή Τραπεζούντα*, αυτό δηλώνει πως οι χριστιανοί Ρωμιοί του οικισμού εγκατέλειψαν τον τόπο τους μέχρι το 1923-1924.

Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει μια μικρή ερμηνεία της λέξης ή η λατινική επιστημονική ονομασία της (για τη χλωρίδα και την πανίδα). Επίσης για ορισμένες βασικές λέξεις-έννοιες υπάρχουν εδώ αναφορές σε κάποιες συγκριτικές λίστες λεξικοστατιστικής ή γλωσσογεωγραφίας [Swadesh List, Buck List, Atlas Linguarum Europae].

Στο τέλος του λήμματος καταγράφονται τα συνώνυμα της κοινής που αντιστοιχούν στις διαλεκτικές λέξεις.

Η βιβλιογραφία υπάρχει στον ιστότοπο σε χωριστή ανάρτηση https://www.lithoksou.net/2020/11/lexiko-synonymon-eisagogi.html



απόρα || Ρόδος || μπόρα

απόρα || Ρόδος || ραδίκι

αποραβδίζω || Κρήτη || ραβδίζω

αποράθτω || Καλαβρία || ξεράβω

απόρακας [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Τήνος || άκανθα

αποράκι || η τελευταία (και με λίγα γράδα) απόσταξη της ρακής: απόρακο, απόρακον, απόρακου, απορέμι, , απουκαμούς, απουράκ, ποράκ, πόρακος || αποράκι

αποράκι || & Κρήτη || αποράκι

απόρακο || Αχαΐα, Θήρα, Κεφαλονιά, Κύθηρα, Μεσσηνία || αποράκι

απόρακον || Χίος || αποράκι

απόρακου || Σάμος || αποράκι

αποράστω || Καλαβρία || ξεράβω

αποράττω || Καλαβρία || ξεράβω

αποράω || Καλαβρία || μαθαίνω

απορβαδίς || Κοτύωρα* || αποβραδίς

αποργελώ || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || περιγελώ

απόργκα || Καλαβρία || καταβολάδα

απόργμα || Βελβεντός, Γρεβενά, Μαγνησία, Σάμος, Σιάτιστα || έκτρωμα

απορδαλιά || Λευκάδα || κοκορεβιθιά

απορέγγια || Καλαβρία || νωρίτερα

απορέλλια || Καλαβρία || νωρίτερα

απορέμι || Οινόη* || αποράκι

απορέννω || Καλαβρία || μαθαίνω

απόρευτος || Αχαΐα || άβατος

απόρευτος || Κερασούντα*, Κορινθία, Τραπεζούντα* || φτωχός

απόρευτος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || άπορος

απορημάζομαι || Μάνη || ερημώνω

απορημάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ρημάζω

απορηχαίνω || Βουρλά* || χαλαρώνω

απορθνίζω || Μύκονος || ρουθουνίζω

απορθουνίζω || Κύθνος || ρουθουνίζω

απορθουνίζω || Μύκονος || ροχαλίζω

απορία || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || Buck List 17.43 | αγνωσία, αραή || απορία

απορίγνω || Ηλεία || αποβάλλω

απόριζα || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || σύρριζα

αποριζζής || Νίσυρος || σύρριζα

απορίζωμαν || Σάντα* || ξερίζωμα

αποριζώνω || Κερασούντα*, Οινόη*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Τρίπολη*, Χαλδία* || ξεριζώνω

απορίθτω || Καλαβρία || αποβάλλω

απόριμα || Χαβουτσί* || αποβολή

απόριμα || Κεφαλονιά || ψωλόχυμα

απόριμα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Ζάκυνθος, Ηλεία, Καλαβρία, Μεσσηνία || έκτρωμα

αποριμάδι [Βλαστός 1931] || έκτρωμα

αποριμνάω || Κύπρος || ξενοιάζω

αποριμνίζω || Κύπρος || ξενοιάζω

αποριμνώ || Κύπρος || ξενοιάζω

αποριξιά || Πάργα, Παξοί || αποβολή

αποριξίδι || Πάργα || έκτρωμα

αποριξίμι [Βλαστός 1931] || έκτρωμα

αποριξιμιό [Βλαστός 1931] || δημοτική || έκτρωμα

απορισμένος || Κως || απελπισμένος

απορίσσω || Καλαβρία || αποβάλλω

απορίστω || Καλαβρία || αποβάλλω

απορίτζω || Καλαβρία || αποβάλλω

απορίφτω || Σάντα* || αποβάλλω

απορίχια || Μύκονος || βρούβες

απορίχνομαι || Κρήτη || παραμελούμαι

απορίχνου || Μάδυτος*, Μάνη || αποβάλλω

αποριχτός || Άνδρος || παραμελημένος

αποριψιμιός || Κύπρος || διωγμένος

αποριψιμιός || Κρήτη || παραπετάμενος

απόρκιγμαν || Κερασούντα*, Χαλδία* || εξορκισμός

απορκίζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || εξορκίζω

απόρκισμαν || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Χαλδία* || εξορκισμός

απόρμα || Καρδίτσα, Τρίκαλα || έκτρωμα

απορνιούμαι || Ρόδος || απαρνούμαι

απορνό || Ρόδος || πρωί

απορνόν || Ρόδος || πρωί

απορός || Κύπρος || έκπληκτος

άπορος || Ρόδος || αδύνατος

άπορος || Κοτύωρα* || ανήμπορος

άπορος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αδράπανος, αδυναμίας, απόρευτος || άπορος

απορουβέ || Κρήτη || κλοπή

απορουθουνίτζω || Κάρπαθος || ρουθουνίζω

απορουκανία || Κάρπαθος || ροκανίδια

απορουκανίν || Κάρπαθος || ροκανίδι

απόρουχο [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποφόρι

αποροφή || Κρήτη || απόστημα

αποροχάζω || Χαλδία* || ροχαλίζω

απορπάτητος [Βλαχος 1659] || αδιάβατος

απορπάτιστος [Portius 1635] || αδιάβατος

απορπίζζομαι || Κως || απελπίζομαι

απορπίζζω || Νίσυρος || απελπίζω

απορπίζομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κάλυμνος, Κρήτη || απελπίζομαι

απορπίζου || Τσακωνιά || απελπίζω

απορπίζουμαι || Ζάκυνθος, Κύπρος || απελπίζομαι

απορπίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Άνδρος, Αρκαδία, Θήρα, Ικαρία, Κέρκυρα, Κρήτη, Κύπρος, Νάξος, Σίφνος, Χίος || απελπίζω

απορπίντζω || Κάρπαθος || απελπίζω

απορπισά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || απελπισία

απορπισία || Κάλυμνος, Κάρπαθος, Κρήτη, Μάνη, Σίφνος || απελπισία

απορπισιά [Somavera 1709] || δημοτική || Κάσος, Κρήτη || απελπισία

απορπισμένα [Somavera 1709] || απελπισμένα

απορπισμένη || Κέρκυρα || γεροντοκόρη

απορπισμένος [Somavera 1709] || Αμοργός, Κύπρος, Νάξος, Σκύρος || απελπισμένος

απορπισμός || Κέρκυρα, Κρήτη || απελπισία

απορπιστέ || Τσακωνιά || απελπισμένος

απορπιστικός [Somavera 1709] || Κάρπαθος || απελπιστικός

απορπουνού || Κερασούντα* || πρωινιάτικα

απορπώ || Κρήτη || απελπίζω

απορράχι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόρραχο

απόρραχο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κράσπεδο λόφου:απορράχι || απόρραχο

απορρηξιμιόν [Σκαρλάτος 1835] || σκουπίδι

απόρρητο || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αβούρτιν || απόρρητο

απορρίβγω || Κύπρος || περιφρονώ

απόρριγμα [Γούλας 1961] || δημοτική || πρόωρο

απόρριγμα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Ηλεία, Πάργα || έκτρωμα

απορριγμένος [Portius 1635] || διωγμένος

απόρριμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Καλαβρία, Χαβουτσί* || έκτρωμα

απορριξιμιό [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || έκτρωμα

απορριξιμιός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απορριπτέος

απορριπτέος || λόγιο || απορριξιμιός, απορριψιμιός || απορριπτέος

απορρίπτω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ανεμούκου, απορρίχνω || απορρίπτω

απορριφή || Κύπρος || απόστημα

απόρριχμα [Γούλας 1961] || δημοτική || πρόωρο

απόρριχμα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Ήπειρος || έκτρωμα

απορρίχνω [Portius 1635] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Κάρυστος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λακωνία, Λευκάδα, Μεσσηνία, Πάργα || αποβάλλω

απορρίχνω [Portius 1635] || Κρήτη || απορρίπτω

απορρίχνω [Γούλας 1961] || δημοτική || γεννώ πρόωρα: απορρίχτω || απορρίχνω

απορρίχτω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απορρίχνω

απορριψιμιός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύπρος || απορριπτέος

απορτάρω || Κύθηρα || ξεπορτίζω

απορτάρω || Πάργα || φέρνω

απόρτο || Κύθηρα || έτοιμο

απόρτωτος || Νίσυρος || αδέσποτος

απορφανεύομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απορφανίζομαι

απορφανίζομαι || λόγιο || απορφανεύομαι || απορφανίζομαι

απορφάνιση || λόγιο || απορφάνισμα || απορφάνιση

απορφανίσκουμαι || Χαλδία* || ορφανεύω

απορφάνισμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απορφάνιση

απορώ || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αναθιβάνω, αράζω || απορώ

απόρως || λόγιο || άγευτα || απόρως

απός || Κρήτη, Νάξος, Σέριφος, Σύρος || από

απός || Κρήτη || μετά

απός (ο) || Φάρασα* || αλεπού

αποσαζίδια || Τσακωνιά || σκουπίδια

αποσάζομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στολίζομαι

αποσάζου || Τσακωνιά || κουράζομαι

αποσάκια || Κάρπαθος || αποσκευές

αποσαμαρώνω || Χαλδία* || ξεσαμαρώνω

αποσαπζίου || Τσακωνιά || αποσαπίζω

αποσαπίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποσαπζίου || αποσαπίζω

αποσαπουνίδα || Κρήτη || απολειφάδι

αποσαπουνίδι || Κρήτη || απολειφάδι

αποσάπουνο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη, Χίος || απολειφάδι

αποσαρίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || σκουπίδι

αποσαρίδια [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Ζάκυνθος || σκουπίδια

αποσάριδο [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία || σκουπίδι

αποσάρωμα [ΙΛΝΕ 1939] || σκουπίδι

αποσάρωμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || σκούπισμα

αποσαρώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || σκουπίζω

αποσασμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στολισμένος

αποσβελιάζω || Μέγαρα || σιγοσβήνω

απόσβεστα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκαΐδια

αποσβεστώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κάσος || απασβεστώνω

αποσβήνω [Βλαστός 1931] || δημοτική || ξεσβήνω

αποσβήνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σβήνω

αποσβήνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || εξαφανίζομαι

απόσβηση [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σβήσιμο

απόσβησμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σβήσιμο

αποσβηστός || Μύκονος || αποσβολωμένος

απόσβηστος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σβηστός

αποσβολάρα || Κέρκυρα || τσάπα

αποσβολωμένος || & Βουρλά*, Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Κρήτη, Νάξος, Σύρος || αποσβολωμένος

αποσβολωμένος [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || ανασβολωμένος, αποσβηστός, αποσβουλωμένος, απουσβουλουμένους || αποσβολωμένος

αποσβολώννω || Κάρπαθος, Νίσυρος || αποσβολώνω

αποσβολώνομαι || δημοτική || αποξυλώνομαι, αποσβολώνουμαι, αποσβουλώνουμαι, απουσβουλώνουμι, κοπανίζομαι || αποσβολώνομαι

αποσβολώνουμαι [Βλαστός 1931] || αποσβολώνομαι

αποσβολώνω [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || αποσβολώννω, αποσβουλώνω, απουσβουλώνου, ποσβολώννω || αποσβολώνω

αποσβουλωμένος || Μεσσηνία || αποσβολωμένος

αποσβουλώνουμαι || Μεσσηνία || αποσβολώνομαι

αποσβουλώνω || Μεσσηνία || αποσβολώνω

αποσεζίντου || Τσακωνιά || αποθερίζω

αποσέλλωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεσέλωμα

αποσελλώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεσελώνω

αποσεπαίνω || Κόνιτσα || αποκρύπτω

απόσερα || Τσακωνιά || απόθερα

απόσερε || Τσακωνιά || αποθέρισμα

αποσερίντου || Τσακωνιά || αποθερίζω

αποσέρνω [Βλαστός 1931] || Πάργα || σέρνω

αποσή || Κως || εποχή

απόση || Κάλυμνο, Κύπρος || απόχη

αποσηκώνω || Οινόη* || ξεσηκώνω

αποσηκώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σηκώνω

αποσήμαδος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επίσημος

αποσήμαδος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σημαδεμένος

απόσι || Καστελλόριζο || απόχη

αποσιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τακτοποιώ

αποσιασμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τακτοποιημένος

αποσιασμός || Κρήτη || τακτοποίηση

απόσιγα [Βλαστός 1931] || σιγαλά

απόσιγα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χαμηλόφωνα

απόσιγα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || σιγά

αποσιγάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποσιωπώ

αποσίγαρο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποτσίγαρο

απόσιγος [Βλαστός 1931] || δημοτική || σιγανός

αποσιγώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποσιωπώ

αποσίδια || Σινασός* || αποκοσκινίδια

αποσίιν || Κάρπαθος || πεσκέσι

αποσίμιν || Κάρπαθος || πεσκέσι

αποσίμπελο || Παξοί || αδύνατον

αποσίμπελο || Κέρκυρα || πιθανόν

αποσίμπιλε || Παξοί || αδύνατον

αποσιμώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || πλησιάζω

αποσινάδι || Λευκάδα || πίτουρο

αποσίτι || Λευκάδα || πίτουρο

αποσιωπώ || λόγιο || αποσιγάζω, αποσιγώ || αποσιωπώ

αποσκάβγω [Βλαχος 1659] || σκάβω

αποσκάβω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τελειώνω το σκάψιμο: αποσκάφτω || αποσκάβω

απόσκαθτο || Καλαβρία || άσκαφτος

αποσκαιβρίζω || Κρήτη || απαγκιάζω

αποσκαίνου || Μάνη || ματιάζω

αποσκαίνω || Λακωνία, Μάνη || ματιάζω

αποσκαλίντζω || Κάρπαθος || σκαλίζω

αποσκαμός || Μάνη || μάτιασμα

αποσκαρίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σταλίζω

απόσκαστο || Καλαβρία || άσκαφτος

αποσκάττω || Καλαβρία || ξανασκάβω

αποσκάφτω || Καλαβρία || ξανασκάβω

αποσκάφτω [Somavera 1709] || σκάβω

αποσκάφτω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποσκάβω

αποσκεβρώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκεβρώνω

απόσκεπα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μυστικά

απόσκεπα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξέσκεπα

αποσκεπάζομαι || Μάνη || προσποιούμαι

αποσκεπάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύπρος || ξεσκεπάζω

αποσκεπάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κέρκυρα, Κύθηρα || συγκαλύπτω

αποσκεπάνω || Οινόη* || ξεσκεπάζω

αποσκέπαση || Κρήτη || αποχαύνωση

αποσκέπαση || Κρήτη || σκοτοδίνη

αποσκεπασία || Μάνη || προσποίηση

αποσκέπασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκέπασμα

αποσκέπασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || συγκάλυψη

αποσκεπαστά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || συγκαλυμμένα

αποσκεπαστικά || Ζάκυνθος || κρυφά

αποσκεπαστικάτα || Ζάκυνθος || κρυφά

αποσκέπαστος || Κύπρος || ασκέπαστος

αποσκέπαστος || Οινόη* || ξεσκέπαστος

αποσκεπαστός [Βλαστός 1931] || σκεπαστός

αποσκεπαστός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || συγκαλυμμένος

αποσκεπή || Κάρπαθος || απάγκιο

απόσκεπος [Βλαστός 1931] || δημοτική || σκεπαστός

απόσκεπος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || συγκαλυμμένος

αποσκερός || Κύθηρα, Μάνη || σκιερός

αποσκευαρίαμα || Κοτύωρα* || συγύρισμα

αποσκευαρίζω || Κοτύωρα* || συγυρίζω

αποσκευάριμα || Κοτύωρα* || συγύρισμα

αποσκευγκή || Κάρπαθος || απάγκιο

αποσκευές || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αγιρλίκκια, αμπράτη, αποσάκια, μπαγάγια, μπαγάδια, μπαγάζια, μπαγάλια, μπαγκάζια, μπακάζια, μπακοτίλια, μπράτη, ντένγκια || αποσκευές

αποσκευή || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ντέγκι || αποσκευή

απόσκι || Μάνη || σκιός

αποσκιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόσκιο

αποσκιά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || σκιά

απόσκιαγμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φόβητρο

αποσκιαγμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποσκιαγμός, αποσκιασμός || εκφοβισμός

αποσκιάδα || Μάνη, Μεσσηνία || σκιά

αποσκιαδερός [Βλαστός 1931] || σκιερός

αποσκιάζει || Μάνη || σουρουπώνει

αποσκιάζω || Κρήτη || απαγκιάζω

αποσκιάζω [Portius 1635] || δημοτική || Κύθηρα || σκιάζω

αποσκιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φοβίζω

αποσκιαίνου || Μάνη || ματιάζω

αποσκιάουμαι || Κερασούντα* || τρομάζω

αποσκιάσκουμαι || Τραπεζούντα* || τρομάζω

απόσκιασμα || Μάνη || σούρουπο

αποσκίασμα [Portius 1635] || σκιάσμα

αποσκιασμένος [Portius 1635] || σκιασμένος

αποσκιασμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || εκφοβισμός

αποσκιερός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύθηρα, Μάνη, Μεσσηνία || σκιερός

αποσκίζω || Οινόη* || ξεσκίζω

αποσκίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκίζω

αποσκίλα || Αχαΐα || απόσκιο

αποσκίλα || Μεσσηνία || σκιά

απόσκιο || & Αρκαδία, Ηλεία, Θεσπρωτία, Κορινθία, Λακωνία, Λευκάδα, Μάνη, Μεσσηνία, Πάργα, Πάρος || απόσκιο

απόσκιο [Βλαστός 1931] || δημοτική || Θεσπρωτία, Μεσσηνία || σκιά

απόσκιο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκιερό μέρος: απογιούρα, απογισετούρα, αποϊσκιά, αποσκιά, αποσκίλα, απόσκιος, απόσκιου, απόσκιους, αποσκιούρα, απόστσιους, απότζα, απότσα || απόσκιο

απόσκιος || Κύθηρα || απόσκιο

απόσκιος || Νάξος || σκιά

απόσκιος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κάρπαθος, Λευκάδα, Μάνη || σκιερός

απόσκιου || Αιτωλία, Βοιωτία, Ευρυτανία, Μαγνησία, Σάμος, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || απόσκιο

αποσκιούρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αρκαδία, Ηλεία || απόσκιο

απόσκιους || Ιωάννινα, Σάμος || απόσκιο

απόσκιους || Άρτα, Ίμβρος || σκιά

απόσκιους || Τρίκαλα || σκιερός

απόσκιπα || Κοζάνη || μυστικά

απόσκισμα || Οινόη* || ξέσκισμα

απόσκισμαν || Καρασούντα*, Οινόη* || ξέσκισμα

αποσκιώνω || Νάξος || σκιάζω

αποσκλαβιά || Ήπειρος || ξεσκλαβωμα

αποσκλάβωμαν || Σάντα* || ξεσκλάβωμα

αποσκλαβώνω || Κύπρος, Σάντα*, Χαλδία* || ξεσκλαβώνω

απόσκολα [Germano 1622] || δημοτική || απόσχολα

αποσκολάζω || Οινόη*, Κερασούντα* || σχολώ

αποσκόλασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σχόλασμα

αποσκολίζω || Όφις || απογαλακτίζω

αποσκολνάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σχολώ

αποσκολνώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σχολώ

απόσκολος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόφοιτος

απόσκοντα || Αρκαδία || απόμερα

απόσκοντα || Λακωνία || παράμερα

απόσκοντα || Λακωνία || πλάγια

αποσκορδίζομαι || Χίος || ανακλαδίζομαι

αποσκόρπι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκόρπισμα

αποσκόρπισμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκόρπισμα

απόσκοτα || Μεσσηνία || σκοτεινά

αποσκοτάζζει || Καλαβρία || σκοτεινιάζει

αποσκότεινα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδα

αποσκότεινα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Νάξος || σούρουπο

αποσκοτίζζω || Καλαβρία || ξεζαλίζομαι

αποσκότισμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκοτάδι

αποσκοτίτζω || Καλαβρία || ξεζαλίζομαι

απόσκοτο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκοτεινιά

αποσκότωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκότωμα

αποσκοτωμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκότωμα

αποσκοτώνομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεθεώνομαι

αποσκοτώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκοτώνω

αποσκουλίουμαι || Σάντα* || ξεγοφιάζομαι

αποσκουντεύω || Κύθηρα || συγυρίζω

αποσκουντού || Μάνη || βοηθώ

αποσκουπίδια || Κάρπαθος || σκουπίδια

αποσκουριασμένο || Καλαβρία || ξεσκουριασμένος

αποσκουριάτζω || Καλαβρία || ξεσκουριάζω

απόσκους || Ίμβρος || σκιά

αποσκουτεύγω || Μέγαρα || συγυρίζω

αποσκύβαλα || Κρήτη || αποκοσκινίδια

αποσκυβαλίδι || Κρήτη || αποκοσκινίδι

αποσκυβαλίδια || Κρήτη || αποκοσκινίδια

αποσκυβαλίζω || Κρήτη || αποκοσκινίζω

αποσκύβαλο || Χίος || αποκοσκινίδι

αποσκυλακώ || Κρήτη || διώχνω

απόσου || Καλαβρία || απέξω

αποσουάριστος || Κάρπαθος || ανυπόφορος

αποσούκου || Τσακωνιά || μεταφέρω

απόσουμα || Τσακωνιά || μεταφορά

απόσουμα || Χαλκιδική || τελείωμα

αποσουμός || Μάνη || φτάσιμο

αποσούνου || Τσακωνιά || τελειώνω

αποσούνου || Μάνη || φτάνω

αποσουράδι || Πάργα || γεροντόπιασμα

αποσουρέβγκω || Κάρπαθος || δυσφημώ

αποσούρι || Κέρκυρα, Λευκάδα || κατακάθι

αποσούρνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σέρνω

αποσούρνω [Λεξικό Πρωίας 1931] || δημοτική || σκουπίζω

αποσούρνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κουτσομπολεύω

αποσουρούτι || Βουρλά* || ξεδιαλεγούδι

αποσούρωμα || Καλαβρία || σούρωμα

αποσουρώννω || Καλαβρία || ξανασουρώνω

απόσουτους || Σάμος || άσωτος

αποσπάζζω || Καλαβρία || σκοτώνω

αποσπάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σπάω

αποσπάνω || Κοτύωρα* || ξεσκάω

αποσπαράζω || Οινόη* || ξετρομάζω

απόσπε || Καλαβρία || απόψε

αποσπείρω || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποσπέρνω

απόσπερα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Νίσυρος || απόβραδα

αποσπέρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδα

απόσπερα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || βραδιάτικα

αποσπέρας [Βλαχος 1659] || Κάρπαθος, Κρήτη, Νάξος, Νίσυρος || αποβραδίς

αποσπερί || Χίος || αποβραδίς

αποσπέρι || Κύθηρα || βεγγέρα

αποσπεριά || Θήρα || βεγγέρα

αποσπερία || Κάρπαθος || βεγγέρα

αποσπερία || Κάρπαθος || εσπέρα

αποσπεριά [Germano 1622] || απόβραδο

αποσπεριάς [Somavera 1709] || αποβραδίς

αποσπεριάτικος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βραδινός

αποσπερίδα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αντικύθηρα, Θήρα, Κρήτη, Κύθηρα, Κως, Μύκονος, Τήνος || βεγγέρα

αποσπερίδα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || νυχτέρι

αποσπερίζει || Μάνη || βραδιάζει

αποσπερίζζω || Νίσυρος || βεγγερίζω

αποσπερίζω [Βλαχος 1659] || δημοτική || Θήρα, Κρήτη, Κύθηρα || βεγγερίζω

αποσπερίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || νυχτερεύω

αποσπερίν || Κάρπαθος || βεγγέρα

αποσπερινέ || Τσακωνιά || χτεσινοβραδινός

αποσπερινός || Σέριφος || Αφροδίτη

αποσπερινός [Βλάχος 1659] || Μάνη || βραδινός

αποσπερίντζω || Κάρπαθος || βεγγερίζω

αποσπέριομα || Αμοργός || βεγγέρα

αποσπεριού [Somavera 1709] || Τρίγλια* || αποβραδίς

αποσπερίς [Germano 1622] || δημοτική || Βουρλά*, Κεφαλονιά, Κρήτη, Νάξος, Ρόδος, Σινασός*, Τραπεζούντα* || αποβραδίς

αποσπέρισμα [Somavera 1709] || δημοτική || βεγγέρα

αποσπέρισμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || νυχτέρι

αποσπερίτη || Χαβουτσί* || Αφροδίτη

αποσπερίτης [Βλάχος 1659] || δημοτική || Ζάκυνθος, Ηλεία, Κάλυμνος, Θήρα, Κάρπαθος, Κρήτη, Κύπρος, Λακωνία, Μάνη, Νάξος, Ρόδος || Αφροδίτη

αποσπερνή [Γούλας 1961] || δημοτική || βεγγέρα

αποσπερνό || Νάξος || βράδυ

απόσπερνο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδο

αποσπερνός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Λακωνία, Μάνη || βραδινός

αποσπέρνω || & Αρκαδία, Ηλεία, Ήπειρος, Κορινθία, Λακωνία || αποσπέρνω

αποσπέρνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τελειώνω τη σπορά: αποκάμου, αποπείρνου, αποπείρου, αποσπείρω, απουσπέρνου, αποσποριάζου, ποσπέρνου, ποσπέρνω, ποσπέρω, πουσπέρνου || αποσπέρνω

απόσπερος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδος

απόσπερος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || βραδινός

αποσπερού || Αρκαδία, Ηλεία, Κάρπαθος, Λακωνία, Μεσσηνία || απόψε

αποσπερού [Germano 1622] || Αρκαδία, Ηλεία, Κορινθία, Λακωνία || απόβραδο

αποσπερού [Somavera 1709] || δημοτική || Κρήτη, Μάνη, Σινασός*, Τσακωνιά || αποβραδίς

αποσπερού [Γούλας 1961] || δημοτική || βεγγέρα

αποσπιρίνου || Μάκρη* || βεγγερίζω

αποσπιτούμαι || Χαλδία || ξεσπιτώνομαι

απόσποντα [Γούλας 1961] || δημοτική || πλάγια

αποσπόντα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || έμμεσα

απόσποντα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || έμμεσα

απόσποντα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || υπαινικτικά

αποσπόρ || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || στερνοπαίδι

αποσπόρι [Somavera 1709] || δημοτική || Αρκαδία, Κάρυστος, Κρήτη, Λακωνία, Λευκάδα, Μάνη, Μέγαρα, Μεσσηνία, Χίος || στερνοπαίδι

αποσποριάζου || Τσακωνιά || αποσπέρνω

αποσπόριν || Κάρπαθος, Κερασούντα*, Κύπρος, Τρίπολη* || στερνοπαίδι

απόσπορο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στερνοπαίδι

απόσπορος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Χίος || στερνοπαίδι

αποσπούγγ || Τραπεζούντα* || στερνοπαίδι

απόσπτου || Σκόπελος || αποχωρητήριο

αποσπώ || Κύπρος || ξοφλώ

αποσπώ || Κύπρος || πετυχαίνω

αποσσεπάζζω || Καλαβρία || ξεσκεπάζω

αποσσεπάζω || Κύπρος || ξεσκεπάζω

αποσσέπαθτο || Καλαβρία || ξεσκέπαστος

αποσσέπαστο || Καλαβρία || ξεσκέπαστος

αποσσεπάτζω || Καλαβρία || ξεσκεπάζω

απόσσεπο || Καλαβρία || ξεσκέπαστος

αποσσιεπάζω || Κύπρος || ξεσκεπάζω

αποσσουννάω || Καλαβρία || ξυπνώ

απόστα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αδριανούπολη*, Βουρλά*, Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κρήτη, Κύπρος, Λακωνία, Μύκονος, Παξοί, Τήνος, Χίος || επίτηδες

απόσταγμα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποστάλαμα, αποσταλαξιά, αποσταλιά, απόσταμα || απόσταγμα

απόσταγος [Γούλας 1961] || δημοτική || ακούραστος

απόσταγος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απεσταγμένος

απόσταγος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποσταλαγμένος

αποστάζω || Τραπεζούντα&, Χαλδία* || στάζω

αποσταΐλα || Μεσσηνία || κούραση

αποσταίννω || Κάρπαθος || κουράζω

αποσταίνομαι || Κρήτη, Κύπρος || κουράζομαι

αποσταίνομαι || Κύθηρα || ξεκουράζομαι

αποσταίνου || Λαγκαδάς, Μάνη, Τσακωνιά || κουράζομαι

αποσταίνω [Deheque 1825] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Δέλβινο, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Κορινθία, Κρήτη, Κύπρος, Λακωνία, Λευκάδα, Μεσσηνία, Μύκονος, Πάργα, Σαράντα Εκκλησιές* || κουράζομαι

αποστακτήρας || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αλαμπίκος || αποστακτήρας

αποστακτήριο || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || νεμπικαριό || αποστακτήριο

αποσταλαγμένος || απόσταγος || αποσταλαγμένος

αποσταλάζω || Χαλδία* || κατασταλάζω

αποστάλαμα || Ζάκυνθος || απόσταγμα

αποστάλαμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κατακάθι

αποστάλαξη || Κύπρος || λειψυδρία

αποσταλαξιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόσταγμα

αποστάλαχτος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απεσταγμένος

αποσταλιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόσταγμα

αποσταλίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σταλίζω

απόσταλμα || Ηλεία || σώσμα

αποσταλμένος [Portius 1635] || απόβλητος

απόσταμα || Ζάκυνθος || απόσταγμα

απόσταμα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Αδριανούπολη*, Αιτωλοακαρνανία, Γρεβενά, Ιθάκη, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Καστοριά, Κορινθία, Μάνη, Τσακωνιά || κούραση

αποσταμάρα || Αχαΐα, Θεσπρωτία, Κέρκυρα, Κορινθία, Λευκάδα || κούραση

αποσταμένος [Deheque 1825] || δημοτική || Ζάκυνθος, Ηλεία, Κεφαλονιά, Μεσσηνία, Μύκονος, Σαράντα Εκκλησιές* || κουρασμένος

αποσταμό [ΙΛΝΕ 1939] || κούραση

αποσταμός [Βλαστός 1931] || Μάνη || κούραση

απόσταν [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Καστελλόριζο, Κάρπαθος, Κρήτη, Κύθηρα || αφότου

αποστανέ || Κρήτη || αφότου

αποστάρικα || Κέρκυρα || επίτηδες

αποστάρικα || Κέρκυρα, Πάργα || σκόπιμα

αποστάρκα || Παξοί || επίτηδες

αποσταρκινός || Παξοί || σκόπιμος

απόσταση || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | αραλίκ, αραλίκι, αραλίχ || απόσταση

αποστασία || Λακωνία || κούραση

αποστασιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κορινθία || κούραση

αποστασίλα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Ηλεία, Κορινθία, Λακωνία, Μέγαρα, Μάνη,  Μεσσηνία || κούραση

αποστασίλη || Μέγαρα || κούραση

αποστασούρα || Μάνη || κούραση

αποστάτε || Τσακωνιά || κουρασμένος

αποστάτης || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ρεμπελεμένος, φευγάτος, χαΐνης || αποστάτης

απόστατος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεκούραστος

αποσταύρουμα || Μάνη || αποστόμωμα

αποσταυρούνου || Μάνη || αποστομώνω

αποσταύρωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεσταύρωμα

αποσταυρωμένος || Λευκάδα || κατακουρασμένος

αποσταυρώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεσταύρωμα

αποσταφιδιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σταφιδιάζω

αποσταφιδώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σταφιδιάζω

αποστάφυλα [Deheque 1825] || δημοτική || αποτρυγίδια

αποστάφυλο [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αμοργός, Κρήτη, Λακωνία, Μάνη, Χίος || αποτρυγίδι

αποστέγνωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στέγνωμα

αποστεγνώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στεγνώνω

απόστειρος || Κάρπαθος || στείρος

αποστειρώνω || Κρήτη || στερεύω

αποστέκομαι || Κύπρος || κουράζομαι

αποστέκομαι || Κάρπαθος || σταματώ

αποστέκομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || στέκομαι

αποστέκω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || στέκομαι

αποστελαμένος || Λακωνία || απεσταλμένος

αποστελάρης || Χίος || απεσταλμένος

αποστελάρης || Κύθνος || θεληματάρης

αποστελάτορας || Κως || απεσταλμένος

αποστελλάρης [Du Cange 1680] || αγγελιοφόρος

αποστελλάτορας || Νίσυρος, Χίος || απεσταλμένος

αποστέλλω || λόγιο || απεστέλλω, απολύω, απολυώ, αποστέλνω, αποστέρνω, πεστέλλω || αποστέλλω

αποστέλνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποστέλλω

αποστελτής [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποστολέας

απόστεμα || Κρήτη || σταμάτημα

απόστεμα || Κρήτη || σταματώ

αποστεμένος || Κρήτη || κουρασμένος

αποστεμιάζω || Σίφνος || κουράζομαι

αποστεμός || Κρήτη || κούραση

αποστενεύω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || στενεύω

αποστενώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στενεύω

απόστερα || Τραπεζούντα* || ύστερα

αποστερεύω [Deheque 1825] || δημοτική || Μάνη || στερεύω

αποστερεώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στερεώνω

αποστέριος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόγειος

αποστέριωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στερέωση

αποστερνάδι || Μεσσηνία || στερνοπαίδι

αποστερνάμενος || Σύρος || απεσταλμένος

απόστερνος || Μεσσηνία || στερνοπαίδι

αποστερνύς [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || έσχατος

αποστέρνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποστέλλω

αποστή || Λακωνία || ψαρότοπος

αποστηθίζω || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποστοματίζω || αποστηθίζω

αποστήθιση || λόγιο || αποστοματισμός, ξεστήθου, ξεστίχου || αποστήθιση

απόστημα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αβγάσιμον, αγκάθι, αποροφή, απορριφή, βγαρτό, λουθνάρ || απόστημα

αποστήνω || Κύπρος || κουράζομαι

αποστηριχτής || Πάρος || υποστηρικτής

αποστιάρικα || Ζάκυνθος || επίτηδες

αποστίβω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στίβω

αποστίλα || Ζάκυνθος || υποσημείωση

αποστίλα || Παξοί || υποσημείωση

αποστοιχειώνομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στοιχειώνομαι

Αποστολάρας || Ηλεία || Απόστολος

αποστολάτορας || δημοτική || Άνδρος, Ήπειρος, Κάρπαθος, Κρήτη, Νίσυρος,  || απεσταλμένος

αποστολάτορας [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αγγελιοφόρος

αποστολάτορας [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποστολέας

Απόστολε || Τσακωνιά || Απόστολος

αποστολέας || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποστελτής, αποστολάτορας || αποστολέας

Αποστόλη || Τσακωνιά || Απόστολος

Αποστόλης [Βλαστός 1931] || Ηλεία || Απόστολος

αποστολιάζω || Μύκονος || ψυχορραγώ

αποστολιένω || Μύκονος || ψυχορραγώ

αποστολίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στολίζω

αποστολικά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || πεζή

αποστολλάτορας || Κάρπαθος, Κως || απεσταλμένος

Απόστολος || Αποστολάρας, Απόστολε, Αποστόλη, Αποστόλης, Αποστόλτς, Απόστουλους, Απουστόλτς, Πουτιόλς || Απόστολος

απόστολος [Γούλας 1961] || δημοτική || ομορφάντρας

Αποστόλτς || Κοτύωρα* || Απόστολος

αποστοματίζω [Deheque 1825] || δημοτική || αποστηθίζω

αποστοματίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || εκστομίζω

αποστοματικού [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || προφορικά

αποστοματισμός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποστήθιση

αποστομάτου [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κερασούντα* || προφορικά

αποστομίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεστομίζω

αποστομούκου || Τσακωνιά || αποστομώνω

αποστόμωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αλαμπάντα, αποσταύρουμα, αποστομωμός, ντζουγάπι || αποστόμωμα

αποστομωμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποστόμωμα

αποστομώννω || Κάρπαθος || αποστομώνω

αποστομώνου || Μάνη || αποστομώνω

αποστομώνω || & Αχαΐα, Βάτικα*, Ηλεία, Κερασούντα*, Κεφαλονιά, Νάξος, Όφις*, Τραπεζούντα*, Σαμψούντα*, Στενήμαχος*, Χαβουτσί*, Χαλδία* || αποστομώνω

αποστομώνω || Κρήτη || στομώνω

αποστομώνω [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || αλαλόνου, αλαλόνω, αναστουμώνου, αποβουβαίνω, αποσταυρούνου, αποστομούκου, αποστομώννω, αποστομώνου, απουστουμώ, απουστουμώνου, μπαμπώνω, ποστομώννω || αποστομώνω

αποστότεσας || Κρήτη || έκτοτε

Απόστουλους || Καστοριά, Πιερία || Απόστολος

απόστραβα || Χίος || στρεβλά

αποστραβόνω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || αποτυφλώνω

αποστραβόνω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || στρεβλώνω

απόστραβος [Ηπίτης 1908] || δημοτική || στρεβλός

απόστραβος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || θεόστραβος

αποστραβούκου || Τσακωνιά || αποστραβώνω

αποστράβουμα || Μάνη || αποτύφλωση

αποστραβούμαι [Ηπίτης 1908] || δημοτική || αποτυφλώνομαι

αποστραβούνου || Μάνη || αποτυφλώνω

αποστραβώνω || Οινόη*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ισιώνω

αποστραβώνω || Κρήτη || ξεγελώ

αποστραβώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποστραβούκου || αποστραβώνω

αποστραβώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτυφλώνω

αποστραβώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || στρεβλώνω

αποστράγγι [Deheque 1825] || Άνδρος, Κωνσταντινούπολη || αποστραγγίδι

αποστράγγιγμα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || στράγγισμα

αποστραγγίδι || Αρκαδία, Κεφαλονιά || στερνοπαίδι

αποστραγγίδι [Ηπίτης 1908] || δημοτική || κατακάθι

αποστραγγίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποστράγγι, αποστράτζι, απουστράγγ, απουστραγγίδ, απουστράτζ, ποστράτζιν || αποστραγγίδι

αποστραγγίζω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || στραγγίζω

αποστραγγίζω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || αποστραντζίχου || αποστραγγίζω

αποστραγγίντζω || Κάρπαθος || στραγγίζω

αποστράγγιση || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποστράγγισμα || αποστράγγιση

αποστράγγισμα [Βλαστός 1931] || αποστράγγιση

αποστρακώνω || Κρήτη || απολιθώνω

αποστρανγγίζω || Κάρπαθος || στραγγίζω

αποστραντζίχου || Τσακωνιά || αποστραγγίζω

απόστρατα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόδρομα

αποστράτζι || Άνδρος || αποστραγγίδι

αποστρατίζω || Χαλδία* || ξεστρατίζω

απόστρεφα || Νίσυρος || αγύριστα

αποστρέφομαι || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || ανατροπιάζω, αναντρουπιάζω, αποδιαντρέπομαι || αποστρέφομαι

αποστρέφω || Κάρπαθος || αθετώ

αποστρέφω || Κύπρος || απομακρύνομαι

αποστρέφω || λόγιο || αλλαξοτηριάζω, απογυρίζω, αποθωρώ || αποστρέφω

αποστρέφω || Κάρπαθος || επιστρέφω

απόστρεψη [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επιστροφή

αποστρέψιμο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επιστροφή

αποστρέψιμο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποστροφή

αποστρηνιάζω || Κύπρος || αποχαλινώνομαι

αποστρηνιάω || Κύπρος || αποχαλινώνομαι

αποστριγκίζω || Κύπρος || στριγκλίζω

αποστροσύνη [Portius 1635] || Αρκαδία || ακαθαρσία

απόστροφα || Μύκονος || αγύριστα

αποστροφή || Καλαβρία || αλληλοβοήθεια

αποστροφή || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αναστραμάρα, αποστρέψιμο || αποστροφή

αποστροφή || Αμοργός, Νίσυρος || αχυρώνας

αποστροφή || Αμοργός || στάβλος

αποστρόφια [Λεξικό Δημητράκου 1938] || δημοτική || πιστρόφια

απόστροφο || Καλαβρία || αλληλοβοήθεια

αποστρώνω || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || ξεστρώνω

αποστσάζου || Τσακωνιά || σκιάζω

αποστσερέ || Τσακωνιά || σκιερός

απόστσιους || Λέσβος || απόσκιο

απόστσιους || Αϊβαλί*, Λέσβος || σκιά

αποστσύβαλε || Βάτικα || αποκοσκινίδι

αποστσύβαουα || Βάτικα* || αποκοσκινίδια

αποστυλιώνω [Λεξικό Δημητάκου 1933] || δημοτική || στυλώνω

αποστυλώνω || Τραπεζούντα* || ξεστυλώνω

αποστυλώνω [Λεξικό Δημητάκου 1933] || δημοτική || στυλώνω

αποστυφακώνω || Κρήτη || στεναχωριέμαι

αποσυμπιέζω || λόγιο || για στρώμα, πάπλωμα ή μαξιλάρι: αναθουλιάζω, αναφουφλίζου, αναφουφουλιάζου, ανιθουλιάζου || αποσυμπιέζω

αποσυνάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομαζεύω

αποσυναρμολογώ || λόγιο || ξεπαρουτώνω || αποσυναρμολογώ

αποσυνηθίζω || δημοτική || Κερασούντα*, Οινόη*, Τραπεζούντα* || ξεσυνηθίζω

αποσυνηθίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμαθαίνω

αποσυννεφιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || συννεφιάζω

αποσύρια || Νάξος || αποκοσκινίδια

αποσύρια || Νίσυρος || σκουπίδια

αποσύρομαι || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αναμιράου, απογδύνομαι || αποσύρομαι

απόσυρτα || Ρόδος || ασκούπιστα

απόσυρτος || Ρόδος, Σύμη || ασκούπιστος

αποσυφτιλάζω || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || ξεφτίζω

αποσφαγμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σφαγμένος

αποσφαλίζομαι || Κρήτη || κλειδαμπαρώνομαι

αποσφαλίζω || Κρήτη || σφαλίζω

αποσφαλίζω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || κλείνω

αποσφάλισμα [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || κλείσιμο

απόσφαμα || Κρήτη || σφάξιμο

αποσφαμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σφαγμένος

αποσφαμός || Νάξος || σφάξιμο

αποσφεντουρίζω || Κρήτη || εκσφενδονίζω

αποσφεντουρώ || Κρήτη || εκσφενδονίζω

αποσφίγγω || Κρήτη || αποπαίρνω

αποσφίγγω || Κύπρος || σφίγγω

αποσφογγίζω || Οινόη* || σφουγγίζω

αποσφονιάζομαι || Κρήτη || σφίγγομαι

αποσφονιάζω || Κρήτη || στραγγίζω

αποσφουγγίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σφουγγίζω

αποσφουνιάζω || Νάξος || στίβω

αποσφραγίζω || λόγιο || αποβουλώνω || αποσφραγίζω

αποσχιασμός || Κρήτη || τακτοποίηση

απόσχολα [Deheque 1825] || δημοτική || απόσκολα || απόσχολα

απόσωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μύκονος || τελείωμα

αποσωμένος || Μύκονος || τελειωμένος

αποσωμένος [Βλαστός 1931] || κουρασμένος

αποσωμός || Μύκονος || τελείωμα

αποσώννω || Κάρπαθος || συμπληρώνω

αποσώννω || Κύπρος || τελειώνω

αποσώννω || Κάρπαθος || φτάνω

αποσώνω || Κύθηρα || προδίδω

αποσώνω [Portius 1635] || δημοτική || Κάσος || φτάνω

αποσώνω [Βλάχος 1659] || Κρήτη || προφταίνω

αποσώνω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Θήρα, Κάσος, Πελοπόννησος, Σινασός*, Σύρος, Τρίγλια*, Χίος || συμπληρώνω

αποσώνω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Αρκαδία, Καλλίπολη*, Ηλεία, Λακωνία, Μεσσηνία, Σύρος, Χίος || τελειώνω

αποσώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Λευκάδα, Παξοί, Τρίγλια* || αποτελειώνω

αποσωρεύω || Κρήτη || αποτελειώνω

αποσώρι || Αμοργός, Ηλεία, Μάνη, Νίσυρος || αποκοσκινίδι

αποσώρια || Κάρπαθος || απομεινάρια

απόσωση || αποσκουντεύω || συμπλήρωση

απόσωσμα || Ήπειρος || στερνοπαίδι

απόσωσμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τελείωμα

απόσωσμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτέλειωμα

αποσωσμένος || Μύκονος || τελειωμένος

αποσωσμός || Κάρπαθος || άφιξη

αποσωσμός || Μύκονος || τελείωμα

αποσωτερεύγω || Κρήτη || αποτελειώνω

αποτά || Άνδρος, Κρήτη || από

αποτά || Κρήτη || αποκεί

απότα || Κύθηρα || αφότου

αποταβρίζουμαι || Κουβούκλια*, Κύπρος || ανακλαδίζομαι

αποταβριούμαι || Κύπρος || ανακλαδίζομαι

αποταβρούμαι || Κύπρος || ανακλαδίζομαι

αποταγεύω || Κρήτη || τρέφω

αποτάζω || Λακωνία, Σύρος || αποταμιεύω

αποτάζω || Πάρος || τάζω

αποτάζω [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || Κάρυστος, Λακωνία, Μάδυτος*, Μήλος, Σύρος || αποκτώ

αποταή || Κάρπαθος || συγγενολόι

αποτάιμα || Πάρος || τάμα

αποταΐχου || Τσακωνιά || ξεσηκώνω

αποταμίευση || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποθεσιμιό, απουθισμιό || αποταμίευση

αποταμιεύω || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποτάζω || αποταμιεύω

απόταν || Κρήτη || αφότου

αποτάνου || Τσακωνιά || αποπάνω

αποτανύ || Κερασούντα || εφεξής

αποτάξαρος || Κύπρος || τεζαρισμένος

αποταξαρώννω || Κύπρος || τεζάρω

αποτάρα || Τσακωνιά || μόλις

αποτάσου || Τσακωνιά || απομέσα

αποτάσω || Κρήτη || αποκτώ

αποτάσω || Κρήτη || εξουσιάζω

αποτάτσου || Τσακωνιά || απέξω

αποτατώρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κέρκυρα || εφεξής

αποταυρίζομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || ανακλαδίζομαι

αποταύτα || Κύπρος || κατόπιν

αποταυτάρικα || Κέρκυρα || επίτηδες

αποταφτάρικα || Κέρκυρα || σκόπιμα

αποταχιά || Κεφαλονιά || αυγή

αποταχιά || Κέρκυρα || πρωί

αποταχία || Τσακωνιά || ξημερώματα

αποταχιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξημερώματα

αποταχιά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Θεσπρωτία, Ιωάννινα, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Μάνη, Παξοί || νωρίς

αποταχιάς || Κρήτη || μόλις

αποταχιάς || Κρήτη || νωρίτερα

αποταχινός || Μάνη || πρωινός

αποταχιού || Τσακωνιά || ξημερώματα

αποταχίου || Τσακωνιά || ξημερώματα

απόταχυ || Τσακωνιά || ξημερώματα

αποταχύ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξημερώματα

αποταχύ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || νωρίς

απότγους || Καρδίτσα || απότιστος

απότε || Απουλία || αποδώ

αποτεκνάδι || Σαράντα Εκκλησιές* || στερνοπαίδι

αποτελειούκου || Τσακωνιά || αποτελειώνω

αποτελειουμό || Τσακωνιά || αποτέλειωμα

αποτέλειουση || Τσακωνιά || αποτέλειωμα

αποτέλειωμα [Portius 1635] || δημοτική || απόσωσμα, αποτελειουμό, αποτελειωμός, αποτέλειουση, απουπαρμός || αποτέλειωμα

αποτελειωμός [Somavera 1709] || αποτέλειωμα

αποτελειώνου || Μάνη || αποτελειώνω

αποτελειώνω [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποκαθέζου, απονεαίνω, αποξενετάρω, αποσώνω, αποσωρεύω, αποσωτερεύγω, αποτελειούκου, αποτελειώνου, ξενετάρω, ξενετέρνω, ξετελεύγω, σιοξενετάρω, σοξενετάρω || αποτελειώνω

αποτελεύω || Νάξος || τελειώνω

αποτέμι || Σαμψούντα* || αποφάγι

αποτενύ || Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || εφεξής

άποτες || Θήρα || μακάρι

αποτετεκιάζω || Χαλδία* || ξεμουχλιάζω

αποτέτιος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτέτοιος

αποτέτιους || Κοζάνη || αποχωρητήριο

αποτέτοιος || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απόντενη, απαυτένιους, απαυτός, αποδαύτος, αποτέτιος, απουτέτιους || αποτέτοιος

αποτέτοιωμα || Αρκαδία || γαμήσι

αποτετοιώνω [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || Αρκαδία || γαμώ

απότζα || Τσακωνιά || απόσκιο

αποτζακίζω || Κύπρος || διώχνω

αποτζακίζω || Κύπρος || πείθω

αποτζατζαλίζω || Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξεγυμνώνω

αποτζατζάλισμαν || Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξεγύμνωμα

αποτζατζάλωμαν || Οινόη*, Τραπεζούντα, Χαλδία* || ξεγύμνωμα

αποτζατζαλώνω || Οινόη*, Τραπεζούντα, Χαλδία* || ξεγυμνώνω

απότζει || Κύπρος || μετά

αποτζεπλάζω || Χαλδία* || ξεφλουδίζω

αποτζεπλίζω || Κοτύωρα* || ξεφλουδίζω

αποτζεφλίζω || Οινόη* || ξεφλουδίζω

απότζι || Ζάκυνθος || αφότου

αποτζιλτεύκομαι || Κοτύωρα* || κατουριέμαι

αποτζιλτεύκουμαι || Σάντα*, Χαλδία* || κατουριέμαι

αποτζιμπλάζω || Χαλδία* || ξετσιμπλιάζω

αποτζιπομένος [Βλαχος 1659] || απερίσκεπτος

αποτζίποτος [Somavera 1709] || ξεδιάντροπος

αποτζίποτος [Βλαχος 1659] || απερίσκεπτος

αποτζίπποτος [Meursius 1614] || ξεδιάντροπος

αποτζιτζικώνω || Κρήτη || αποξηραίνομαι

αποτζιτζικώνω || Κρήτη || ξεπαγιάζω

αποτζιτίζω || Σάντα*, Χαλδία* || κρυφοκοιτάζω

αποτζουμίζω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεζουμίζω

αποτζουρώνω || Χαλδία* || στερεύω

αποτηγανίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τηγανίζω

απότθε || Νίσυρος || πόθεν

απότι || Απουλία || αφότου

απότιγος [Βλαστός 1931] || Ηλεία, Κέρκυρα, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απότιστος

απότικο || Κως, Νίσυρος || φώλι

απότιλας || Κέρκυρα || ξερολιθιά

αποτιλιά || Κέρκυρα || φαλάκρα

αποτιμάζω || Σαμψούντα*, Χαλδία* || ατιμάζω

αποτίμηση || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποκομμός || αποτίμηση

αποτιμία || Σάντα*, Χαλδία* || ατίμωση

αποτιμώ || Οινόη*, Σάντα*, Χαλδία* || βλαστημώ

αποτιμώνω || Κέρκυρα || αυθαδιάζω

αποτιμώνω || Σάντα*, Τραπεζούντα* || βλαστημώ

απότις [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Απουλία, Κύπρος, Πάρος || αφότου

απότιστα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || άνερα || απότιστα

απότιστε || Τσακωνιά, Χαβουτσί* || απότιστος

απότιστο || Καλαβρία || απότιστος

απότιστος || & Κάρπαθος, Κερασούντα*, Μάνη, Οινόη*, Όφις, Τραπεζούντα* || απότιστος

απότιστος [Βλάχος 1897] || δημοτική || άνεδρος, απότγους, απότιγος, απόκιστε, απότιστε, απότιστο, άποτος, απότστους, αποφρυμένος || απότιστος

αποτοζώνω || Σάντα* || ξεσκονίζω

αποτόκι || Νίσυρος || επιτόκιο

απότοκο [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αμοργός, Άνδρος, Θήρα, Θράκη, Κάλυμνος, Κρήτη, Κως, Λέρος, Νίσυρος, Χίος || φώλι

απότοκος || Λέρος, Χίος || φώλι

απότολμος [Βλαστός 1931] || Κύπρος || τολμηρός

αποτολμώ || λόγιο || αποθαρρεύω, αποθαρώ, αποκοττώ, αποτορμώ || αποτολμώ

απότομα || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || άξμπαντα || απότομα

απότομος || λόγιο || αψύς, ντίκους || απότομος

αποτομώνω || Κρήτη || στομώνω

αποτονάω || Καλαβρία || αναπαύομαι

αποτόνημα || Καλαβρία || ανάπαυση

αποτονιά || Κάλυμνος, Κύπρος, Σύμη || πετονιά

αποτονία || Καλαβρία || ανάπαυση

αποτονίδι || Σύμη || πετονιά

αποτονύ || Κοτύωρα*, Σαμψούντα* || εφεξής

αποτονύν || Όφις* || εφεξής

αποτορμιά || Κύπρος || τόλμη

αποτορμία || Κύπρος || τόλμη

απότορμος || Κύπρος || τολμηρός

αποτορμώ || Κύπρος || αποτολμώ

άποτος || Κύπρος || άπιωτος

άποτος || Κύπρος || απότιστος

αποτότε || Τσακωνιά || έκτοτε

αποτότες [Deheque 1825] || έκτοτε

αποτοτεσά || Κρήτη || έκτοτε

αποτοτεσιδά || Κρήτη || έκτοτε

αποτότζιν || Κύπρος || φώλι

αποτότσιν || Κύπρος || φώλι

αποτού || Κύθηρα || αποκεί

αποτουβραδίς || Κερασούντα* || αποβραδίς

απότουδα || Κρήτη || αποκεί

απότουκους || Λιβίσι* || φώλι

αποτουνύ || Κερασούντα* || εφεξής

αποτουρβραδίς || Κερασούντα* || αποβραδίς

αποτούριγμαν || Κερασούντα* || επίπληξη

αποτουρίζω || Κερασούντα* || επιπλήττω

αποτραβάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποτραβώ

αποτράβηγμα [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποτραβηγμός || αποτράβηγμα

αποτραβηγμός [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποτράβηγμα

αποτραβιέμαι [Βλαστός 1931] || δημοτική || ακζίζου, ακρίζου, αποτραβούμαι || αποτραβιέμαι

αποτραβίζομαι || Κρήτη || ανακλαδίζομαι

αποτραβίντου || Τσακωνιά, Χαβουτσί* || αποτραβώ

αποτραβούμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || αποτραβούμαι

αποτραβώ [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποτραβάω, αποτραβίντου || αποτραβώ

αποτράγουδο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επωδός

αποτρελαίνομαι [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || αποζουρλαίνομαι, απουλουλώνουμι, απολωλαίνομαι || αποτρελαίνομαι

αποτρελαίνω [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποδαιμονίζω, αποζουρλαίνω, αποκουζουλαίνω, απουλουλαίνου, απολωλαίνω, απολωλλαίνω, απολωλώνω, απομουρλαίνω, αποτρελλαίνω, απουδιμουνίζου, απουλουλαίνου, ποκουζουλαίνω, πομουρλαίνω, ποτρελλαίνω, πουτριλένου || αποτρελαίνω

αποτρελαμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποζουρλαμένος, απόλωλος || αποτρελαμένος

αποτρελλαίνω [Σκαρλάτος 1835] || αποτρελαίνω

αποτρέμω || Κάρπαθος || τρέμω

αποτρεχτή || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || τρέξιμο

αποτρέχω || Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Τρίπολη* || δακρύζω

αποτρέχω || Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Τρίπολη* || καταδιώκω

αποτρίβω [Βλαχος 1659] || τρίβω

απότριμμα || Κάρπαθος, Νίσυρος || ψίχουλο

αποτριντανώνω || Σάντα*, Χαλδία* || ανακλαδίζομαι

αποτριτζώνω || Κερασούντα*, Οινόη* || τουρτουρίζω

αποτριτσόνω || Οινόη* || παγώνω

αποτριυρίζω || Οφις* || τριγυρίζω

αποτριχιασμός || Κύθηρα || ανατριχίλα

αποτροπή || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποκοψιά || αποτροπή

αποτρουυλίζω || Τραπεζούντα* || τριγυρίζω

αποτρουυρίζω || Τραπεζούντα* || τριγυρίζω

απότρυα || Κάρπαθος || απότρυγα

απότρυγα || & Αρκαδία, Ηλεία, Ζάκυνθος, Κορινθία, Λακωνία, Μέγαρα, Μεσσηνία || απότρυγα

απότρυγα [Deheque 1825] || δημοτική || αποβέντεμα, απότρυα, απότσυγα || απότρυγα

αποτρυγάω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || αποτρυγώ

αποτρυγήδι [Σκαρλάτος 1835] || αποτρυγίδι

αποτρύγημα [Somavera 1709] || δημοτική || το τέλος του τρύγου: αποβεντέμισμα, αποβεντεμισμός, αποτρυγημός, αποτρύγι, απότρυγο, απότρυγος || αποτρύγημα

αποτρυγημός [Somavera 1709] || αποτρύγημα

αποτρύγι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μύκονος || αποτρύγημα

αποτρύγια [Deheque 1825] || δημοτική || Άνδρος, 'Ήπειρος, Κάρυστος, Μύκονος || αποτρυγίδια

αποτρυγίδι [Ηπίτης 1908] || δημοτική || το σταφύλι που έμεινε στο κλήμα μετά τον τρύγο: απανουτσάμπρου, αποζούρι, αποστάφυλο, αποτρυγήδι, αποτρύγι, αποτρύγιδο, αποτρύι, αποτσάμπι, απότσαμπο, αποτσαμπούρι, αποτσάμπουρο, απουτσάμπ, καμπανάκι, καμπανάρι, καμπανέλι, καμπανός, κουδούνα, κουδούνι, ποτσαμπούρι, τσαμπουρίδα, τσαμπουρίδι || αποτρυγίδι

αποτρυγίδια [Βλαστός 1931] || δημοτική || αμπελόγια, αποστάφυλα, αποτρύγια, απότσαμπα, αποτσαμπίδια, αποτσάμπουρα, καμπανά, καμπανάρια, καμπανοί, κουδούνια, τσάμπουρα, τσαμπούρες, τσαμπουρίδια || αποτρυγίδια

αποτρύγιδο [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

απότρυγο [Βλαστός 1931] || Κέρκυρα || αποτρύγημα

απότρυγος || Κέρκυρα || αποτρύγημα

αποτρυγώ || & Αχαΐα, Ήπειρος, Κρήτη, Κύθηρα || αποτρυγώ

αποτρυγώ [Somavera 1709] || δημοτική || τελειώνω τον τρύγο: αποβεντεμίζω, αποτρυγάω, αποτρυγώνω, αποτσυγού || αποτρυγώ

αποτρυγώνω [Βλάχος 1659] || αποτρυγώ

αποτρύι || Κάρπαθος || αποτρυγίδι

αποτρώ || Λακωνία || αποτρώγω

αποτρώγω || & Καλαβρία, Κερασούντα*, Κύπρος, Τραπεζούντα* || αποτρώγω

αποτρώγω [Germano 1622] || δημοτική || αποτρώ, αποτρώου, αποτρώω, αποτσού, απουτρώου, ποτρώγω, ποττρώω, ποτρώω, πουτρώου || αποτρώγω

αποτρώου || Σκύρος || αποτρώγω

αποτρώω [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || Άνδρος, Ζάκυνθος, Μεσσηνία, Μύκονος, Νάξος || αποτρώγω

αποτσά || Χαβουτσί* || αποκεί

απότσα || Τσακωνιά || απόσκιο

αποτσαβλούκ || Κοτύωρα* || απόπιμα

αποτσαβλούκ || Κοτύωρα* || αποφάγι

αποτσαγκλίζω || Χαλδία* || πιτσιλίζω

αποτσακίδια || Κέρκυρα || τσακίδια

αποτσακίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || εκτρέπω

αποτσακίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || τσακίζω

αποτσακλίζω || Κοτύωρα* || ξεσκάω

αποτσακλίζω || Κοτύωρα* || ρεύομαι

απότσαμπα [Βλαστός 1931] || Χίος || αποτρυγίδια

αποτσάμπι [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδι

αποτσαμπίδια [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδια

απότσαμπο || Λακωνία, Χίος || αποτρυγίδι

αποτσάμπουρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || αποτρυγίδια

αποτσαμπούρι || Κάλυμνος, Κως || αποτρυγίδι

αποτσάμπουρο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || αποτρυγίδι

αποτσαρακώνω || Χαλδία* || σπαταλώ

αποτσατσίζζω || Κως || λοξοδρομώ

απότσε || Καλαβρία || απόψε

αποτσεί || Απουλία*, Κύθνος, Μύκονος, Σύρος || αποκεί

απότσει || Κάσος || αποκεί

απότσει || Κάρπαθος, Κύπρος || μετά

αποτσειδά || Άνδρος || αποκεί

αποτσείθ || Βάτικα* || αποκεί

αποτσείθε || Βάτικα* || αποκεί

αποτσείς || Κύθνος || αποκεί

απότσεις || Παλιά Αθήνα || αποκεί

απότσεις || Κως, Παλιά Αθήνα || μετά

αποτσεραίνου || Τσακωνιά || αποξεραίνω

απότσερε || Τσακωνιά || αποκέρι

αποτσερίζω || Οινόη* || ξεσχίζω

αποτσεφλίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεφλουδίζω

αποτσί || Τσακωνιά || αφότου

αποτσί || Τσακωνιά || αφού

απότσι || Τσακωνιά || αφότου

απότσι || Τσακωνιά || αφού

απότσι || Κάσος || φώλι

αποτσιά || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποδώ

αποτσιά || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποκεί

αποτσίαρο || Χίος || αποτσίγαρο

αποτσίγαλο || Κέρκυρα || αποτσίγαρο

αποτσιγαρίδι || Κρήτη || αποτσίγαρο

αποτσίγαρο [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποσίγαρο, αποτσίαρο, αποτσίγαλο, αποτσιγαρίδι, βούππα, γόπα, κοτζοτζίγαρον , μαρίδα, πατσιούδ, πατσιούδς, ποτσίαρον || αποτσίγαρο

αποτσιλιάζω || Χαβουτσί* || πασπαλίζω

αποτσιλιάζω || Χαβουτσί* || συγυρίζω

αποτσιλιάζω || Χαβουτσί* || τακτοποιώ

αποτσινώννω || Κύπρος || συνοφρυώνω

αποτσιουμιέμαι || Αρκαδία || αποκοιμούμαι

απότσιπο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ανθόγαλα

αποτσιποσύνη || Νάξος || ξετσιπωσιά

αποτσίπουμα [Κοντόπουλος 1903] || ξεδιαντροπιά

αποτσιπποσύνη || Κάρπαθος || ξεδιαντροπιά

αποτσιππώννομαι || Κάρπαθος || ξετσιπώνομαι

αποτσιπωμένη || Ζάκυνθος, Νάξος || ξετσίπωτη

αποτσιπωμένο || Θήρα || καπνός

αποτσιπωμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Θήρα, Κύθνος, Νάξος || ξεδιάντροπος

αποτσιπώνομαι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || ξεδιαντρέπομαι

αποτσιπωσιά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κύπρος || ξεδιαντροπιά

αποτσιπωσύνη [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεδιαντροπιά

αποτσίπωτα || ξεδιάντροπα

αποτσίπωτος [Κοντόπουλος 1903] || Κύπρος || ξεδιάντροπος

αποτσίπωττος || Κάρπαθος || ξεδιάντροπος

αποτσιφνίζω || Χίος || δυσαρεστώ

αποτσιφνίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμπροστιάζω

αποτσιφνόνω || Χίος || περιγελώ

αποτσιφνώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμπροστιάζω

αποτσιφνώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμπροστιάζω

αποτσιχύνου || Τσακωνιά || αποχύνω

αποτσιχύνου || Τσακωνιά || χύνω

αποτσοίλλιν || Κάρπαθος || στερνοπαίδι

αποτσοιμίζω || Θήρα || αποκοιμίζω

αποτσού || Τσακωνιά || αποτρώγω

απότσου || Τσακωνιά || απέξω

απότσουμα || Τσακωνιά || ξύσμα

αποτσουμιέμαι || Αρκαδία || αποκοιμούμαι

αποτσουμίζω || Μέγαρα || αποκοιμίζω

αποτσούνου || Τσακωνιά || αποξέω

αποτσούρουλα || Αρκαδία || αποφάγια

αποτσουρούτι || Βουρλά* || ξεδιαλεγούδι

απότσουτε || Τσακωνιά || αφόρτωτος

αποτσοχαλίζω || Κοτύωρα* || ξεσχίζω

απότστιν || Κύπρος || απόκτημα

απότστους || Λέσβος, Νιγρίτα, Πιερία, Σέρρες, Τρίκαλα || απότιστος

απότσυγα || Τσακωνιά || απότρυγα

αποτσυγητέ || Τσακωνιά || κουρασμένος

αποτσυγού || Τσακωνιά || αποτρυγώ

αποτυγχάνω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || απιτχαίνου, αποτυχαίνου, αποτυχαίνω, αστουχώ || αποτυγχάνω

αποτύκιν || Κύπρος || ξετύλιγμα

αποτύλ || Σάντα* || ξετύλιγμα

αποτύλι || Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξετύλιγμα

αποτυλίγω || Καλαβρία || ξεσκεπάζω

αποτυλίζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Οινόη*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξετυλίγω

αποτυλίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τυλίγω

αποτύλιμα || Κοτύωρα* || ξετύλιγμα

αποτυλίσσω || Καλαβρία || ξεσκεπάζω

αποτυλίσσω || Καλαβρία, Κύπρος || ξετυλίγω

αποτυλίφω || Καλαβρία || ξεσκεπάζω

αποτυλίχω || Καλαβρία || ξεσκεπάζω

αποτυρίλα || Κύθηρα || τυρίλα

Αποτύρωση || Κύθηρα || Αποκριά

αποτυφλώνομαι || δημοτική || αποστραβούμαι || αποτυφλώνομαι

αποτυφλώνου || Μάνη || αποτυφλώνω

αποτυφλώνω || Κύπρος || τυφλώνω

αποτυφλώνω [Βλάχος 1659] || δημοτική || αποστραβούνου, αποστραβόνω, αποστραβώνω, αποτυφλώνου || αποτυφλώνω

αποτύφλωση || αποστράβουμα || αποτύφλωση

αποτύφου || Τσακωνιά || σπρώχνω

αποτυχαίνου || Τσακωνιά || αποτυγχάνω

αποτυχαίνω [Βλάχος 1659] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποτυγχάνω

αποτυχία || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αστόχια, τούτκουμπουρι || αποτυχία

αποτώρα [Deheque 1825] || δημοτική || Κέρκυρα, Χίος || μόλις

αποτώρα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Δέλβινο, Κέρκυρα || προηγουμένως

αποτώρας || Ήπειρος, Θράκη, Κρήτη || μόλις

αποτώρας || Δέλβινο, Κρήτη || προηγουμένως

αποτώρε || Δέλβινο || προηγουμένως

αποτώρες || Ήπειρος || μόλις

αποτώρες || Δέλβινο, Θεσπρωτία || προηγουμένως

αποτώρι || Άνδρος, Θήρα, Κάλυμνος, Χίος || μόλις

αποτωρινά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || προηγουμένως

αποτώροπις || Κύπρος || μόλις

αποτωρσινός || Ήπειρος || προηγούμενος

απού || Σύρος || αφού

απού || Κρήτη, Κύπρος || όποιος

απού || Κάρπαθος, Κύπρος, Κως || όπου

απού || Ρόδος || όταν

απού || Ίμβρος, Καρδίτσα, Κοζάνη, Κρήτη, Κύθηρα, Λάρισα, Νιγρίτα, Πιερία, Σάμος, Φθιώτιδα || που

άπου || Απουλία, Καππαδοκία || από

άπου || Παξοί || άτα

άπου || Κεφαλονιά || έξω

άπου || Δέλβινο, Κως || όπου

απού [Meursius 1614] || δημοτική || Αδριανούπολη*, Αϊβαλί*, Αιτωλοακαρνανία, Αλόννησος, Άνδρος, Απουλία, Αρκαδία, Άρτα, Βελβεντός, Βιθυνία*, Βοιωτία, Γρεβενά, Ευρυτανία, Ημαθία, Θεσσαλονίκη, Ίμβρος, Ιωάννινα, Καλαβρία, Καππαδοκία*, Καρδίτσα, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, Κεφαλονιά, Κοζάνη, Κομοτηνή, Κορινθία, Κρήτη, Κύπρος, Λακωνία, Λάρισα, Λέσβος, Λιβίσι*, Μεσσηνία, Νάξος, Νιγρίτα, Νικόπολη*, Νίσυρος, Πιερία, Πρέβεζα, Ρόδος, Σάμος, Σαμψούντα*, Σκόπελος, Σουφλί, Σύμη, Τήνος, Τραπεζούντα*, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Φωκίδα, Χαβουτσί*, Χαλδία*, Χαλκιδική || από

απούαλο || Ρόδος || αφρόγαλα

απούαλον || Ρόδος || αφρόγαλα

απουβαίρνουμι || Λέσβος || αποβάλλω

απουβάλω || Αδριανούπολη* || αποβάλλω

απουβγάζου || Σάμος || αποκληρώνω

απουβγάζου || Σάμος || ξεβγάζω

απουβδόμαδα || Αιτωλοακαρνανία, Βοιωτία, Ιωάννινα, Σαράντα Εκκλησιές* || αποβδόμαδα

απουβδουμάδα || Σάμος || αποβδόμαδα

απουβουλεύγουμι || Λέσβος || αποβάλλω

απουβραδί || Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία, Κοτύωρα*, Μάνη, Νιγρίτα, Πιερία, Σάμος, Σκόπελος, Φωκίδα, Χαλκιδική || αποβραδίς

απουβραδίς || Γρεβενά, Ευρυτανία, Ιωάννινα, Καστελλόριζο*, Λέσβος, Πιερία, Σάμος, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τραπεζούντα*, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποβραδίς

απουβρουχιά || Αιτωλοακαρνανία || απόβροχο

απουβρόχ || Βοιωτία || απόβροχο

απουβρόχια || Ιωάννινα || αποβρόχια

απουγάλια || Αδριανούπολη*, Ημαθία, Καστοριά, Ιωάννινα, Χαλκιδική || σιγά

απουγαλιούτσιακα || Αδριανούπολη* || σιγά

απούγανος || Μέγαρα || απήγανος

απουγέν || Αιτωλοακαρνανία, Θεσσαλία, Φωκίδα || στερνοπαίδι

απουγένουμι || Σάμος, Φθιώτιδα || απογίνομαι

απούγιανος || Μέγαρα || μπατζάκι

απουγιματάκ || Αιτωλοακαρνανία, Βοιωτία || απογευματάκι

απουγιμίζου || Σάμος || απογεμίζω

απουγινάου || Ιωάννινα || ξεγεννώ

απουγινάρ || Σέρρες || στερνοπαίδι

απουγίνουμι || Λέσβος, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || απογίνομαι

απουγιουματάκ || Φωκίδα || απογευματάκι

απουγιουμίζου || Κοζάνη || συμπληρώνω

απουγιράζου || Ιωάννινα || απογερνώ

απουγιρνάου || Ιωάννινα, Σκόπελος || απογερνώ

απουγκάτ || Σαμψούντα* || αποκάτω

απουγνουσιά || Λιβίσι* || παρηγοριά

απουγόν || Ιωάννινα || στερνοπαίδι

απουγόρια || Ιωάννινα || νωθρότητα

απουγουνιά || Τρίκαλα || απάγκιο

απουγραφή || Πιερία || υπογραφή

απουγράφου || Ίμβρος, Πιερία || υπογράφω

απουγυρίζου || Σάμος || επιστρέφω

απουγυρίσματα || Νιγρίτα || πιστρόφια

απουγύρσμα || Κοζάνη || ανταπόδοση

απουδαλασά || Σάμος || δρασκελιά

απουδαλιά || Σάμος || δρασκελιά

απουδαύλ || Λάρισα || αποδαύλι

απουδείπν || Ιωάννινα || απόδειπνο

απουδέλπα || Ίμβρος, Ιωάννινα, Λήμνος, Σάμος, Τήνος || υπόλοιπα

απουδέλπους || Αδριανούπολη*, Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία, Ίμβρος, Ιωάννινα, Κοζάνη, Λέσβος, Σάμος, Σκόπελος || υπόλοιπος

απουδένου || Ιωάννινα, Καστοριά, Κοζάνη, Μάδυτος*, Σάμος, Χαλκιδική || αμποδένω

απουδέσμου || Χαλκιδική || αμπόδεμα

απουδέχουμι || Καστοριά, Κοζάνη, Λέσβος || δέχομαι

απουδιαλέγι || Καστελλόριζο || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλέγια || Σέρρες || ξεδιαλεγούδια

απουδιαλέγου || Λήμνος, Μαγνησία || ξεδιαλέγω

απουδιαλέγουδου || Αίνος* || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλέουδο || Κρήτη || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλέουρου || Αιτωλοακαρνανία || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλιγούδ || Λήμνος, Σάμος || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλιγούρ || Άρτα, Ιωάννινα, Μαγνησία || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλιγούρια || Ιωάννινα || ξεδιαλεγούδια

απουδιαλίδ || Κοζάνη || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλίδιν || Λιβίσι* || απομεινάρι

απουδιαλίδιν || Λιβίσι* || ξεδιαλεγούδι

απουδιάλιμα || Αιτωλοακαρνανία || ξεδιάλεγμα

απουδιάλιμα || Αιτωλοακαρνανία || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλιούδ || Σάμος, Σκόπελος || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλιούδια || Σάμος || ξεδιαλεγούδια

απουδιαλιούρ || Ιωάννινα, Σάμος, Σκόπελος || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλιούρια || Σάμος || ξεδιαλεγούδια

απουδιαλόγ || Λέσβος || απομεινάρι

απουδιαλόγ || Αίνος*, Λέσβος, Μάδυτος* || ξεδιαλεγούδι

απουδιαλόγια || Λέσβος, Τήνος || ξεδιαλεγούδια

απουδιαντρέπομαι || Καστελλόριζο || ξεδιαντρέπομαι

απουδιαντρέπουμι || Λιβίσι* || ξεδιαντρέπομαι

απουδιμδέ || Καρδίτσα || συχνά

απουδιμένους || Βελβεντός, Γρεβενά || αμποδεμένος

απουδιμουνίζου || Αίνος* || αποτρελαίνω

απουδίπλα || Λέσβος || πλάγια

απουδιρμουνίζου || Θράκη || αποκοσκινίζω

απουδιώχνου || Φθιώτιδα || διώχνω

απουδνατίζου || Αδριανούπολη* || αποδυναμώνω

απουδνάτσμα || Αδριανούπολη* || αποδυνάμωση

απουδνάτσμα || Αδριανούπολη || εξασθένιση

απουδό || Σάμος || αποδώ

απουδουγιά || Ευρυτανία || αποδώ

απουδουνά || Σκόπελος || αποδώ

απουδουρά || Λέσβος || φιλοδώρημα

απουδουσίδ || Σάμος, Τήνος || πεσκέσι

απουδουσίμ || Λήμνος || πεσκέσι

απουδώ || Βοιωτία, Ευρυτανία, Καρδίτσα, Λάρισα, Πρέβεζα, Σάμος, Σύμη, Φθιώτιδα || αποδώ

απουδώγια || Άρτα, Ιωάννινα || αποδώ

απουδώθι || Άρτα, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Λάρισα, Μαγνησία, Πιερία, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || αποδώ

απουζάρουμα || Σάμος || στερνοπαίδι

απουζμώνου || Σάμος || αποζυμώνω

απουθαρός || Καρδίτσα, Κοζάνη, Λάρισα, Μαγνησία, Νιγρίτα, Σκόπελος || αποθάρρυνση

απούθε || Κέρκυρα, Όφις* || πόθεν

απουθέγκου || Λέσβος || αποθέτω

απουθέκου || Ιωάννινα, Καστοριά || αποθέτω

απούθεν || Σαμψούντα* || πόθεν

απουθένου || Αιτωλοακαρνανία || αποθέτω

απουθέρσμα || Αιτωλοακαρνανία || αποθέρισμα

απουθέτου || Αίνος* || αποθέτω

απουθηριάβου || Σάμος || εξαγριώνομαι

απούθι || Καρδίτσα, Λάρισα || πόθεν

απουθιρίζου || Αιτωλοακαρνανία, Σάμος || αποθερίζω

απουθιρσιά || Αιτωλοακαρνανία || αποθέρισμα

απουθισμιό || Αιτωλακαρνανία || αποταμίευση

απουθμώ || Γρεβενά, Λέσβος, Λήμνος, Νιγρίτα, Σάμος, Σκόπελος, Σουφλί, Χαλκιδική || επιθυμώ

απουθουρός || Σιάτιστα, Τρίκαλα || αποθάρρυνση

απουθυμιά || Σέρρες, Σκόπελος || επιθυμία

απουθύνμια || Λέσβος || επιθυμία

απουϊρίζου || Σάμος || παρακάμπτω

απουιτώρα || Ιωάννινα || μόλις

απουιτώρα || Χαλκιδική || πρωτύτερα

απουκά || Αρκαδία, Αχαΐα, Ηλεία, Ινέπολη*, Οινόη* || αποκάτω

απουκάθουμι || Νιγρίτα || παρακάθομαι

απουκαΐδ || Αιδηψός, Καρδίτσα, Μαγνησία, Σάμος, Τρίκαλα || αποκαΐδι

απουκαϊμένους || Αιτωλοακαρνανία || ντροπιασμένος

απουκαινουργής || Ινέπολη* || εξαρχής

απουκαίουμι || Αιτωλοακαρνανία || ντροπιάζομαι

απουκαλαμιά || Λιβίσι* || αποκάλαμο

απουκαμένους || Σουφλί || κουρασμένος

απουκάμισον [Meursius 1614] || πουκάμισο

απουκάμου || Λάρισα || κουράζομαι

απουκαμούς || Αιτωλοακαρνανία, Φωκίδα || αποράκι

απουκαμουσιά || Αιτωλοακαρνανία || τελείωμα

απουκάνου || Αιτωλοακαρνανία, Καρδίτσα, Νιγρίτα, Σάμος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || κουράζομαι

απουκάτ || Αδριανούπολη*, Άρτα, Καστοριά, Κερασούντα*, Κορινθία, Νιγρίτα, Σέρρες, Σιάτιστα, Φθιώτιδα || αποκάτω

απουκαταντίζου || Ίμβρος || ετοιμάζομαι

απουκαταντώ || Ίμβρος || ετοιμάζομαι

απουκατινός || Ηλεία || κατώτερος

απουκατμός || Αιτωλοακαρνανία, απουμούρους || αποβλάκωση

απουκατνός || Νιγρίτα, Χαλκιδική || κατώτερος

απουκάτου || Απουλία, Αρκαδία, Αχαΐα, Βιθυνία*, Ιθάκη, Ιωάννινα, Καλαβρία, Κεφαλονιά, Κορινθία, Λευκάδα, Λακωνία, Λιβίσι*, Μεσσηνία, Οινόη*, Σαμψούντα* || αποκάτω

απουκατουθιό || Ιωάννινα || αποκάτω

απουκατούλια || Μεσσηνία || αποκάτω

απουκάτω [Meursius 1614] || Αρκαδία, Ηλεία, Ινέπολη*, Κύπρος, Νάξος || αποκάτω

Απουκγιά || Λέσβος || Αποκριά

απουκγιάκα || Λέσβος || αποκριάτικα

απουκγιάκους || Λέσβος || αποκριάτικος

Απουκγιές || Λέσβος || Απόκριες

απουκγιώνου || Λέσβος || αποκρεύω

απουκεί || Βοιωτία, Ευρυτανία, Ιωάννινα, Λάρισα, Πρέβεζα, Σάμος, Φθιώτιδα || αποκεί

απουκειά || Κρήτη || αποκεί

απουκειγέ || Κρήτη || αποκεί

απουκείγια || Άρτα, Ιωάννινα || αποκεί

απουκειδά || Κρήτη || αποκεί

απουκειέ || Κρήτη || αποκεί

απουκείθι || Άρτα, Καρδίτσα, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποκεί

απουκινουργής || Λιβίσι* || εξαρχής

απουκιουμιέμαι || Μάνη || αποκοιμούμαι

απουκιουμιούμι || Αδριανούπολη* || αποκοιμούμαι

Απουκιριά || Σαμοθράκη || Αποκριά

απουκιρού || Λιβίσι* || φέτος

απουκιφαλίννου || Λιβίσι* || αποκεφαλίζω

απουκλαίγουμι || Λέσβος || κλαψουρίζω

απουκλείστρα || Ίμβρος || μαντρί

απουκλιαμός || Λέσβος || κλαψούρισμα

απουκμάμι || Σάμος || αποκοιμούμαι

απουκμάου || Αδριανούπολη*, Βόρεια Εύβοια, Νιγρίτα || αποκοιμίζω

απουκμίζου || Νιγρίτα || αποκοιμίζω

απουκμούμι || Αιτωλοακαρνανία, Μάδυτος*, Νιγρίτα || αποκοιμούμαι

απουκμπώ || Σάμος || αποκουμπώ

απουκμώ || Νιγρίτα, Σάμος || αποκοιμίζω

απουκμώμι || Σάμος || αποκοιμούμαι

απουκνίζου || Ίμβρος || ξεπροβοδίζω

απουκνώ || Ίμβρος || ξεπροβοδίζω

απουκόβγου || Λέσβος, Λιβίσι* || απογαλακτίζω

απουκόβου || Βελβεντός, Γρεβενά, Ευρυτανία, Κοζάνη, Μαγνησία, Νιγρίτα, Πιερία, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τήνος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || απογαλακτίζω

απουκόβου || Ιωάννινα, Καρδίτσα || ξεκόβω

απουκοίλ || Ίμβρος || υπογάστριο

απουκοίλιν || Λιβίσι* || υπογάστριο

απουκοντυλώ || Ινέπολη || ξεκουράζομαι

απουκουκιά || Λέσβος || αποκοτιά

απούκουμαν || Λιβίσι* || απογαλακτισμός

απουκουμένους || Λέσβος || απογαλακτισμένος

απουκουμένους || Αιτωλοακαρνανία || αποκομμένος

απουκούμπ || Θάσος, Καστοριά, Σάμος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποκούμπι

απουκούμπα || Ήπειρος, Θεσσαλία || αποκούμπι

απουκούμπιου || Αιτωλοακαρνανία || αποκούμπι

απουκούμπμα || Κοζάνη || αποκούμπι

απουκούμπς || Πιερία || αποκούμπι

απουκούμπσμα || Ήπειρος || αποκούμπι

απουκούν || Σάμος || στερνοπαίδι

απουκούννιν || Μάκρη* || στερνοπαίδι

απουκουντά || Φθιώτιδα || αποκοντά

απουκουντά || Πιερία || κατόπιν

απουκουντριασμένους || Καρδίτσα || απογοητευμένος

απουκουπάρι || Ινέπολη* || απογαλακτισμένο

απουκουπάρους || Ιωάννινα || πραγματογνώμονας

απουκουπή || Ιωάννινα || πραγματογνωμοσύνη

απουκουπιάρς || Ιωάννινα || πραγματογνώμονας

απούκουππα || Κύπρος || ανάποδα

απούκουππα || Κύπρος || μπρούμυτα

απουκουράζουμι || Λέσβος || ξεκουράζομαι

Απουκουριά || Αραβανί*, Λιβίσι* || Αποκριά

απουκουριάννου || Λιβίσι* || αποκρεύω

απουκουριώννου || Μάκρη* || αποκρεύω

απουκουσκίνσμα || Αίνος*, Ιωάννινα || αποκοσκινίδι

απουκουσκνίζου || Ιωάννινα || αποκοσκινίζω

απουκουσνίδ || Λέσβος || αποκοσκινίδι

απουκουστός || Καστελλόριζο, Σύμη || ακουστός

απουκουτάου || Ιωάννινα, Σάμος, Φωκίδα || αποκοτώ

απουκουτιά || Αδριανούπολη*, Αιτωλοακαρνανία, Ήπειρος, Κοζάνη, Λιβίσι*, Σάμος, Σκόπελος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || αποκοτιά

απουκουτιαίνου || Σάμος || ξεκουτιάζω

απουκουτός || Καστελλόριζο || απόκοτος

απουκουτού || Λιβίσι* || αποκοτώ

απουκουτώ || Ιωάννινα, Καστοριά, Κοζάνη, Μάδυτος*, Σάμος, Σκόπελος || αποκοτώ

απουκουψάρκου || Σκόπελος || απογαλακτισμένο

απουκόφτου || Αδριανούπολη*, Λήμνος || απογαλακτίζω

απουκόφτου || Καστοριά || αποκόβω

Απουκρά || Καστοριά, Κοζάνη, Λαγκαδάς, Σιάτιστα || Αποκριά

απουκράτσκους || Σιάτιστα || αποκριάτικος

απουκρατώ || Κύπρος || κατακρατώ

Απουκρέ || Λέσβος || Αποκριά

απουκρένουμι || Θεσσαλονίκη, Κοζάνη || απαντώ

Απουκρές || Αιτωλοακαρνανία, Καρδίτσα, Κοζάνη, Φωκίδα || Απόκριες

απουκρεύου || Καβακλί*, Καρδίτσα, Κοζάνη, Πιερία, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τρίκαλα, Χαλκιδική, Φθιώτιδα || αποκρεύω

Απουκριά || Άρτα, Καρδίτσα, Καστοριά, Πιερία || Αποκριά

απουκριάτκους || Ιωάννινα, Πιερία || αποκριάτικος

Απουκριγιά || Λέσβος || Αποκριά

απουκριγιώνου || Λέσβος || αποκρεύω

Απουκριές || Ευρυτανία, Καρδίτσα || Απόκριες

απουκριεύου || Λάρισα || αποκρεύω

απουκριμνιούμι || Χαλκιδική || κρεμιέμαι

απουκρίνουμι || Φθιώτιδα || απαντώ

απουκριόμι || Τρίκαλα || απαντώ

απουκριώνου || Ίμβρος || αποκρεύω

απούκρουγμα || Γρεβενά || μάτιασμα

απουκρούγου || Γρεβενά || ματιάζω

απουκρύβου || Αιτωλοακαρνανία || αποκρύπτω

απουκρώνου || Λέσβος || αποκρεύω

απουκταίνου || Αιτωλοακαρνανία || αποβλακώνω

απουλαβή || Ίμβρος, Καρδίτσα, Λέσβος, Σαμοθράκη || κέρδος

απουλαμπίδα || Αιτωλοακαρνανία || λάμψη

απουλάντζα || Κύπρος || άμαξα

απουλαντζαρούμαι || Ινέπολη* || ζαλίζομαι

απουλάου || Ιωάννινα, Καρδίτσα, Σάμος, Σκόπελος, Φθιώτιδα || αμολώ

απουλάρου || Ίμβρος || αμολώ

απουλαρτός || Ίμβρος || ελεύθερος

απουλαχαίνου || Σάμος || συναντώ

απουλαχτού || Λιβίσι* || κλοτσώ

απουλείτουργα || Λέσβος, Σάμος || απολείτουργα

απουλείτρουα || Κέρκυρα, Μύκονος || απολείτουργα

απουλείτρουγα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κέρκυρα || απολείτουργα

απουλέου || Μαγνησία, Φθιώτιδα || απολέω

απουλέρνου || Ίμβρος || αμολώ

απούλετος || Κερασούντα*, Χαλδία* || απούλητος

απούλητε || Τσακωνιά, Χαβουτσί* || απούλητος

απούλητος [Somavera 1709] || δημοτική || άπαρτος, άπαρτους, απούλετος, απούλητε, απούλιγος, απούλιος, άπουλος, απούλτους || απούλητος

απουλιάνα || Θάσος, Χαλκιδική || ίσιωμα

απουλιάνα || Χαλκιδική || κάμπος

απουλιάνα || Λαγκαδάς, Χαλκιδική || ξέφωτο

απουλιάνα || Λαγκαδάς, Νιγρίτα || χερσότοπος

απούλιγος || Μεσσηνία, Σάντα*, Χαλδία* || απούλητος

απούλιος || Κέρκυρα || απούλητος

απουλιώρα || Αιτωλοακαρνανία, Σάμος || προηγουμένως

απουλκένου || Κοζάνη || αμολώ

απουλνάου || Ιωάννινα, Μαγνησία, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Χαλκιδική || αμολώ

απουλνίσκου || Στενήμαχος* || αμολώ

απουλνώ || Γρεβενά, Καστοριά, Κοζάνη, Λαγκαδάς, Λουλέβουργας*, Νιγρίτα, Σιάτιστα, Σουφλί, Χαλκιδική || αμολώ

άπουλο || Απουλία || μαλακός

απουλόδρουμους || Σάμος || φόρα

άπουλος || Αρκαδία || απούλητος

απουλουγιά || Πιερία, Σκόπελος || απάντηση

απουλουγιέμι || Ιωάννινα || απαντώ

απουλουγιόμι || Μαγνησία, Σουφλί || απαντώ

απουλουγιούμι || Γρεβενά, Καστοριά, Κοζάνη, Πιερία, Σιάτιστα, Τρίκαλα || απαντώ

απουλουγύρα || Λέσβος || παράκαμψη

απουλούθι || Καρδίτσα, Τρίκαλα || πανταχόθεν

απουλουλαίνου || Αδριανούπολη* || αποτρελαίνω

απουλουλώνουμι || Πιερία || αποτρελαίνομαι

απουλπίζουμι || Σκόπελος || απελπίζομαι

απουλσιά || Αιτωλοακρνανία, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Χαλκιδική || απολυσιά

απουλσμουνώ || Αίνος* || ξεχνώ

απουλτά || Χαλκιδική || ελεύθερα

απουλτός || Καρδίτσα, Κοζάνη, Νιγρίτα, Σάμος, Σκόπελος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αμολητός

απουλτός || Ίμβρος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || ελεύθερος

απουλτουργώ || Λέσβος || απολειτουργώ

απούλτους || Γρεβενά, Καρδίτσα, Καστοριά, Πιερία || απούλητος

απουλτσιά || Τρίκαλα || απολυσιά

απουλύω || Ίμβρος || αμολώ

απουλφάδ || Λέσβος, Σαμοθράκη, Σάμος, Φθιώτιδα || απολειφάδι

απουλώ || Λήμνος, Σάμος || αμολώ

απούλωτος || Χαλδία* || άτεκνος

απουμάζουμα || Σάμος || απομάζωμα

απουμαζώματα || Τρίκαλα || σκουπίδια

απουμαζώνου || Σάμος || απομαζεύω

απουμακρά || Ινέπολη* || μακρόθεν

απουμάτ || Ευρυτανία || μάτιασμα

απούματε || Τσακωνιά || ακαπάκωτος

απουματιάζου || Λέσβος || ματιάζω

απουμένου || Κοζάνη, Πιερία, Σιάτιστα, Σκόπελος, Σουφλί, Τρίκαλα, Χαλκιδική || απομένω

απουμένου || Χαλκιδική || ξεμένω

απουμέσα || Κύπρος, Λέσβος, Νάξος, Σαμοθράκη || απομέσα

απουμέσα || Κύπρος || μέσα

απουμικροθίς || Ινέπολη* || παιδιόθεν

απουμισήμιρα || Αιτωλοακαρνανία || απομεσήμερα

απουμνάρ || Κοζάνη || απομεινάρι

απουμνίσκου || Νιγρίτα, Χαλκιδική || απομένω

απουμνίσκου || Ιωάννινα || μένω

απουμουαίνουμι || Σαμοθράκη || ξεμωραίνομαι

απουμουναχός || Σάμος || ολομόναχος

απουμουνή || Ίμβρος, Λέσβος, Λιβίσι*,Πιερία, Σάμος, Σκόπελος || υπομονή

απουμουνκός || Λέσβος || υπομονετικός

απουμουραίνου || Αίνος*, Λέσβος, Σκόπελος || ξεμωραίνω

απουμουραμάρα || Αιτωλοακαρνανία || ξεμώραμα

απουμουραμός || Αιτωλοακαρνανία || ξεμώραμα

απουμουρία || Αίνος*, Κοζάνη || ξεμώραμα

απουμούρους || Λάρισα || αποβλάκωση

απουμουρώνου || Λάρισα || αποβλακώνω

απουμουρώνου || Καστοριά, Κοζάνη, Σάμος || ξεμωραίνω

απουμουρώνουμι || Πιερία || αποβλακώνομαι

απουμπρός || Κύπρος || απομπρός

απουμπρουστά || Σάμος || απομπρός

απουμύρσμα || Λέσβος || αγίασμα

απουμύρσμα || Λέσβος || μύρο

απουμώρα || Κοζάνη || ξεμώραμα

απουμώρια || Ιωάννινα || ξεμώραμα

απουνέρια || Τρίκαλα || απόνερα (πλυσίματος)

απουνήριφτους || Ιωάννινα || απονήρευτος

απουνιά || Φθιώτιδα || απονιά

απουνιβάζου || Λέσβος || προαισθάνομαι

απούνιστε || Τσακωνιά || ακέντητος

απουννιά || Λιβίσι* || απονιά

απουνουρίς || Σάμος || νωρίς

άπουνους || Καστοριά, Λιβίσι*, Μάδυτος*, Φθιώτιδα || άπονος

απουνουψχιά || Σάμος || απονιά

απούντα || Κρήτη || από

απούντα || Κρήτη || αφότου

απουνταμέντο || Βουρλά* || ραντεβού

απούνταν || Κρήτη || αφότου

απούντετε || Τσακωνιά || άσβηστος

απουντζαριστά || Κάρπαθος || σπρωχτά

απουντζαριστή || Κάρπαθος || σπρωξιά

απουντζέρω || Κάρπαθος || σπρώχνω

απούντο || Κύθηρα || έτοιμος

απούντο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Βουρλά*, Ζάκυνθος, Καλλίπολη*, Κρήτη, Κύπρος, Κωνσταντινούπολη, Μαγνησία, Μέγαρα, Νάξος, Πάργα, Παξοί, Πάρος, Σάμος || ακριβώς

απούντον || Κάρπαθος || ακριβώς

απούντος || Θήρα || ακριβώς

απούντου || Ίμβρος, Λέσβος, Λήμνος, Τήνος || ακριβώς

απουντουάλι || Τήνος || ακριβώς

απουξαρχής || Καρδίτσα, Σάμος, Τρίκαλα || εξαρχής

απουξέρας || Πιερία || αποξήρανση

απουξέχασμα || Αδριανούπολη* || λησμονιά

απουξημέρουμα || Αίνος* || ξημέρωμα

απουξλώνου || Αίνος* || ξεπαγιάζω

απουξτάρ || Λέσβος || στερνοπαίδι

απουομπρός || Ινέπολη*, Κύπρος, Λιβίσι*, Σάμος, Τήλος || απομπρός

απουπαγκές || αποπαγκές || αποπάνω

απουπαίδ || Γρεβενά, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Χαλκιδική || αποπαίδι

απουπαίρνου || Καρδίτσα, Μαγνησία, Νιγρίτα, Σάμος, Σκόπελος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποπαίρνω

απουπάν || Αδριανούπολη*, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Σάμος, Σιάτιστα, Σουφλί, Φθιώτιδα || αποπάνω

απουπανινός || Ηλεία || ανώτερος

απουπάνου || Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Βοιωτία, Ηλεία, Καλαβρία, Κορινθία, Λέσβος, Λιβίσι* || αποπάνω

απουπαντές || Αιτωλοακαρνανία || ανέκαθεν

απουπάνω [Meursius 1614] || Αρκαδία, Ινέπολη*, Μεσσηνία, Νάξος, Χαλδία* || αποπάνω

απουπανωθιός || Κρήτη || αποπάνω

απουπαρμός || Καρδίτσα || αποτέλειωμα

απουπέρα || Μαγνησία, Χαλκιδική || απέναντι

απουπέρα || Ηλεία, Καρδίτσα, Μαγνησία, Νάξος, Σάμος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποπέρα

απουπές || Κοτύωρα* || απομέσα

απουπέφτου || Ιωάννινα || πέφτω

απουπιάνου || Καστοριά || διαμαρτύρομαι

απουπιάνου || Σιάτιστα || επιπλήττω

απουπίσου || Ινέπολη*, Λέσβος, Σάμος, Τήλος || αποπίσω

απουπίσω || Αρκαδία || αποπίσω

απουπλάκ || Ίμβρος || απολειφάδι

απουπόξω || Νάξος || απέξω

απουπορνού || Κερασούντα*, Χαλδία* || πρωινιάτικα

απουπού || Ινέπολη* || πόθεν

απουπουρνού || Κοτύωρα* || πρωί

απουπουρνού || Κερασούντα*, Χαλδία* || πρωινιάτικα

απόυρα || Κάρπαθος || τριγύρω

απουράκ || Θράκη*, Πιερία, Τρίκαλα || αποράκι

απούρανος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κάρπαθος, Κέα, Κρήτη || άκανθα

απουράντζα || Κύπρος || μπουράντζα

απούραντος [Χελδράιχ 1926] || δημοτική || άκανθα

απόυρας || Κάρπαθος || ποδόγυρος

απουράστ || Κοζάνη || βολικά

απουράστ || Κοζάνη || εύκολα

απουρβαδίς || Ινέπολη*, Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποβραδίς

απουργός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || πουργός

αποϋρδά || Πάρος || παράκαμψη

απουρθνίζου || Τήνος || ρουθουνίζω

αποϋρία || Κάρπαθος || ποδόγυρος

αποϋριαστή || Κάρπαθος || τρέξιμο

αποϋρίδα || Μύκονος || παράκαμψη

αποϋρίδι || Θήρα, Κάρπαθος || αποκοσκινίδι

αποϋρίδια || Κάρπαθος || αποκοσκινίδια

απουρίχνου || Βοιωτία, Γρεβενά, Καρδίτσα, Καστοριά, Κοζάνη, Λαγκαδάς, Λάρισα, Μαγνησία, Νιγρίτα, Πιερία, Σάμος, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποβάλλω

απουρίχτου || Λήμνος || περιφρονώ

απουρκέλα || Ίμβρος || τούμπα

απουρκίζω || Κοτύωρα* || εξορκίζω

απούρκισμα || Κοτύωρα* || εξορκισμός

απούρμα || Χαλκιδική || έκτρωμα

απουρντουκέλλα || Κάρπαθος || κωλοτούμπα

απόυρος || Κάρπαθος || ποδόγυρος

απουρπίζουμι || Σάμος || απελπίζομαι

απουρπουνού || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Νικόπλη* || πρωινιάτικα

απουρπουνούς || Χαλδία* || πρωινιάτικα

απουρτινίν || Μάκρη* || μόλις

απουρτώρια || Πιερία || πρωτύτερα

απουρυάντζω || Κάρπαθος || ουρλιάζω

απούς || Καστελλόριζο, Κρήτη || από

απούς || Λιβίσι* || αφότου

απουσάπνου || Σκόπελος || απολειφάδι

απουσαρίδ || Σάμος || σκουπίδι

απουσβουλουμένους || Σάμος || αποσβολωμένος

απουσβουλώνου || Τήνος || αποσβολώνω

απουσβουλώνουμι || Σάμος || αποσβολώνομαι

απουσκάλη || Λιβίσι* || μασχάλη

απουσκιά || Ίμβρος || σκιά

απουσκιάν || Ρόδος || αφότου

απουσκίζου || Σκόπελος || ξεσχίζω

απουσκιπάζου || Σάμος || συγκαλύπτω

απουσκούτιου || Λαγκαδάς || απάγκιο

απουσουάριστος || Κάρπαθος || ανοικονόμητος

απουσπέρα || Λιβίσι* || αποβραδίς

απουσπερί || Λήμνος || απόγευμα

απουσπέρνου || Λάρισα || αποσπέρνω

απουσπιρί || Θάσος || αποβραδίς

απουσπιρίδι || Μάκρη* || βεγγέρα

απουσπιρίς || Λιβίσι*, Σάμος, Σκόπελος || αποβραδίς

απουσπιρίτης || Λιβίσι* || Αφροδίτη

απουσπιρίτς || Σάμος || Αφροδίτη

απουσπιρνά || Ίμβρος || αποβραδίς

απουσπιρνός || Χαλκιδική || βραδινός

απουσπιρού || Ίμβρος, Λέσβος || αποβραδίς

απουσπόρ || Γρεβενά, Καρδίτσα, Λέσβος, Μαγνησία, Σκόπελος, Τρίκαλα || στερνοπαίδι

απουσπουρίδ || Χαλκιδικί || στερνοπαίδι

απουσταίνου || Αιτωλοακαρνανία, Βελβεντός, Γρεβενά, Ιωάννινα, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Καστοριά, Κοζάνη, Πιερία, Σκόπελος, Σουφλί, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || κουράζομαι

απουσταμάρα || Αιτωλοακαρνανία, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Κοζάνη, Λάρισα, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Φωκίδα || κούραση

απουσταμένους || Αιτωλοακαρνανία, Καστοριά, Λαγκαδάς || κουρασμένος

απουσταμός || Αιτωλοακαρνανία*, Κοζάνη, Σκόπελος, Φθιώτιδα, Φωκίδα, Χαλκιδική || κούραση

απούσταν || Κρήτη || αφότου

απουστασά || Σκόπελος || κούραση

απουστασιά || Μαγνησία || κούραση

απουστάφλου || Αδριανούπολη*, Ιωάννινα, Κοζάνη || αποτρυγίδι

απουστάω || Ινέπολη* || στάζω

αποΰστερα || Κάρπαθος || πρωτύτερα

απούστερας || Ινέπολη* || ύστερα

απουστέρου || Ινέπολη* || ύστερα

Απουστόλτς || Καστοριά || Απόστολος

απουστουμώ || Κοζάνη || αποστομώνω

απουστουμώνου || Καστοριά, Λαγκαδάς, Τρίκαλα, Σάμος, Σέρρες, Σκόπελος || αποστομώνω

απουστράγγ || Σάμος || αποστραγγίδι

απουστραγγίδ || Βελβεντός || αποστραγγίδι

απουστραγγίδια || Μαγνησία || κατακάθια

απουστράτζ || Λέσβος || αποστραγγίδι

απουστσά || Λέσβος || σκιά

απουστσαίνου || Σιάτιστα || κουράζομαι

απουστσιάζου || Λέσβος || σκιάζω

απουστσιάρκους || Λέσβος || σκιερός

απουστσιάρς || Λέσβος || σκιερός

απουσφάζου || Λέσβος || σφάζω

απουσώνου || Καρδίτσα, Λέσβος, Σάμος || συμπληρώνω

απουσώνου || Άρτα, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Κοζάνη, Λαγκαδάς, Μαγνησία, Νιγρίτα, Πιερία, Σάμος, Σιάτιστα, Σκόπελος, Σουφλί, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || τελειώνω

απούτ || Βελβεντός, Ήπειρος, Θεσσαλονίκη, Φθιώτιδα || από

απουτά || Κρήτη || αποκεί

απούτα || Βάτικα* || τυλιγάδι

απουτάζου || Λέσβος, Σάμος || αποκτώ

απούταν [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || αφότου

απουτάσου || Ίμβρος, Λέσβος || αποκτώ

απουταυρίζουμι || Λέσβος || ανακλαδίζομαι

απουταύτου || Λάρισα || γιαυτό

απουταύτου || Νιγρίτα || επίτηδες

απουταχιά || Ιωάννινα || νωρίς

απουτέρι || Λιβίσι* || μόλις

απουτέτιους || Κοζάνη, Πιερία, Χαλκιδική || αποτέτοιος

απουτέτιους || Χαλκιδική || πούστης

απουτί || Πιερία || γιατί

απουτικεί || Σιάτιστα || αποκεί

απουτικνάδ || Μαΐστρος*, Σαμοθράκη, Σάμος || στερνοπαίδι

απουτιρνίν || Λιβίσι* || μόλις

απούτις || Χάλκη || αφότου

απουτμώ || Σάμος || βρίζω

απούτουδα || Κρήτη || αποκεί

απουτουνιά || Λιβίσι* || πετονιά

απουτουντουνίζω || Κύπρος || κουνώ

απουτρουγύρα || Λέσβος || παράκαμψη

απουτρουγυρίζου || Λέσβος || παρακάμπτω

απουτρώου || Αιτωλοακαρνανία, Σάμος, Σκόπελος, Φθιώτιδα || αποτρώγω

απουτσάμπ || Αίνος* || αποτρυγίδι

απουτσεί || Απουλία, Καλαβρία || αποκεί

απουτσιά || Κάλυμνος || αποκεί

απουτσίλ || Λέσβος || υπογάστριο

απουτσουγκρουμένους || Λέσβος || σκυθρωπός

απουτώρα || Κύπρος, Τρίκαλα || εφεξής

απουτώρα || Νιγρίτα, Σάμος || μόλις

απουτώρας || Ήπειρος || μόλις

απουτώρας || Ιωάννινα || προηγουμένως

απουτώρια || Πιερία || πρωτύτερα

απουτώρις || Ιωάννινα || μόλις

απουφαγούδ || Αϊβαλί* || αποφάγι

απουφαγούδια || Λήμνος || αποφάγια

απουφάι || Καρδίτσα, Χαλκιδική || αποφάγι

απουφαΐδ || Καστελλόριζο || αποφάγι

απουφαίνιτι || Πιερία || κακοφαίνεται

απουφαίνουμι || Λέσβος, Νιγρίτα || εμφανίζομαι

απουφαούδ || Αιτωλοακαρνανία || αποφάγι

απουφαούρι || Αιτωλοακαρνανία || αποφάγι

απουφασάου || Ιωάννινα || αποφασίζω

απουφασίζου || Καρδίτσα, Καστοριά, Κοζάνη, Λήμνος, Σιάτιστα, Χαλκιδική || αποφασίζω

απουφκά || Κοτύωρα* || αποκάτω

απουφκακές || Κοτύωρα* || αποκάτω

απουφόρ || Λέσβος, Σάμος, Χαλκιδική || αποφόρι

απουχαλασμός || Ίμβρος || εξάντληση

απουχαλιασμός || Ίμβρος || εξάντληση

απουχιριζου || Λέσβος || κερνώ

απουχιρίζουμι || Λάρισα || καταπιάνομαι

απουχιρνιέμι || Χαλκιδική || δέρνω

απουχπή || Αίνος* || καρδιοχτύπι

απουχτάου || Ιωάννινα, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || αποκτώ

απουχτάου || Ιωάννινα || γεννώ

απουχτένι || Ινέπολη* || εφήβαιο

απουχτενίδια || Λιβίσι* || αποχτενίδια

απουχτένου || Ιωάννινα || αποκτώ

απουχτινίδια || Σκόπελος || αποχτενίδια

απουχτπή || Αίνος* || καρδιοχτύπι

απουχτώ || Καστοριά, Λαγκαδάς, Σιάτιστα || αποκτώ

απουχτώ || Γρεβενά, Κοζάνη, Κοζάνη Πιερία || γεννώ

απουψεσνός || Λέσβος || χτεσινοβραδινός

απουψνός || Νιγρίτα, Σιάτιστα, Φθιώτιδα || αποψινός

απόφα || Κύπρος || απόφαση

αποφάγι [Deheque 1825] || δημοτική || απαφαούδι, απογλάρ, απομεινάρι, απόμημα, απομπούκι, απομπουκίδι, αποτέμι, αποτσαβλούκ, απουφαγούδ, απουφάι, απουφαΐδ, απουφαούδ, απουφαούρι, αποφάγιν, αποφαγούδι, αποφαγούιδι, αποφάουδα, αποφαούρι, αποφάι, αποφάιν, αποφάουδο, αποφαούιν, πόπιαμα, ποφάγι, ποφάι, ποφάιν || αποφάγι

αποφαγία || Χαλδία* || ολιγοφαγία

αποφάγια [Portius 1635] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || απιφάγια, αποβλήματα, απομπούκια, αποτσούρουλα, απουφαγούδια, αποφαγούδι, αποφαγούδια, αποφάια, αποφαούγια, αποφαούδια || αποφάγια

αποφάγιν || Κερασούντα* || αποφάγι

αποφαγούδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Κορινθία, Κρήτη, Κύθηρα, Λακωνία, Μάνη, Μεσσηνία, Τσακωνιά, Τσεσμέ* || αποφάγι

αποφαγούδια || Αρκαδία, Ηλεία, Κρήτη, Κύθηρα, Τσακωνιά || αποφάγια

αποφαγούιδι || Τσακωνιά || αποφάγι

αποφάγωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φάγωμα

αποφάι || δημοτική || Ζάκυνθος, Κοτύωρα*, Κύθηρα, Κρήτη, Μάνη, Όφις*, Τραπεζούντα*, Χαβουτσί*, Χαλδία*, Χάλκη || αποφάγι

αποφάια || Χαβουτσί* || αποφάγια

αποφάιν || Κάρπαθος || αποφάγι

αποφαίνομαι || Χίος || εμφανίζομαι

αποφαίνω || Κύπρος || αποφασίζω

αποφαλακρώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || καραφλιάζω

αποφάλλου || Κάρπαθος || αναίτια

απόφανα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || δυσδιάκριτα

αποφανεύγκω || Κάρπαθος || τιμώ

αποφανή || Κάρπαθος || τιμή

αποφανίζω || Κρήτη || περιποιούμαι

αποφάνιση || Κρήτη || περιποίηση

απόφανος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || δυσδιάκριτος

απόφανους || Φθιώτιδα || ζαλάδα

αποφαούγια || Κάρπαθος || αποφάγια

αποφάουδα (η) || Κρήτη || αποφάγι

αποφαούδι || Ζάκυνθος, Κεφαλονιά, Κρήτη, Μεσσηνία, Νάξος || αποφάγι

αποφαούδια || Κάρπαθος, Κεφαλονιά, Κρήτη, Λακωνία || αποφάγια

αποφάουδο || Κρήτη || αποφάγι

αποφαούιν || Κάρπαθος || αποφάγι

αποφαούρι || Ήπειρος || αποφάγι

απόφας || Καστοριά, Σιάτιστα || απόφαση

απόφαση || & Αμοργός, Αχαΐα, Κάρπαθος, Κέρκυρα, Κρήτη, Μάνη, Μεσσηνία, Μήλος, Οινόη*, Τραπεζούντα*, Τσακωνιά, Χαλδία* || απόφαση

απόφαση [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 5 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | απέφαση, απόβα, απόβαση, απόθουρους, αποκέντα, απόφα, απόφας, μουκαέτς, μουκαϊτιά, νασαέτι, νεέττιν, νιετ, νιέττιν, ντισμπάρκου || απόφαση

αποφασίζου || Μάνη, Τσακωνιά || αποφασίζω

αποφασίζω [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 4 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | απεφασίζω, απιφασίζου, αποφαίνω, απουφασάου, απουφασίζου, αποφασίζου, αποφασίντζω, ποφασίζω || αποφασίζω

αποφασίντζω || Κάρπαθος || αποφασίζω

αποφασισμένος [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 4 || αποφασιστός || αποφασισμένος

αποφασιστός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποφασισμένος

αποφαωμένος || Κρήτη || φαγωμένος

αποφεγγιά [Βλαστός 1931] || δημοτική || απόφεγγο || αποφεγγιά

απόφεγγο [Βλαστός 1931] || δημοτική || απόφεγγο

αποφεντεύγω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || διαφεντεύω

αποφεντεύω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || διαφεντεύω

αποφέρνω || απογουλώνω || ξαναφέρνω

αποφεύγω || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | ανεγυρίζω, απέχω, απογυρίζου || αποφεύγω

αποφεύω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεφεύγω

αποφκά || Κοτύωρα*, Χαλδία* || αποκάτω

αποφκαιρέζω || Κρήτη || αδειάζω

αποφκακές || Κοτύωρα* || αποκάτω

αποφκιασίδια || Λακωνία || αποκοσκινίδια

αποφλημένος || Κάρπαθος || άτυχος

αποφλιά || Τήνος || αγριοφλησκούδι

αποφλίζω || Αρκαδία || απελπίζω

αποφλώ || Κύπρος || ξοφλώ

αποφοβερίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φοβερίζω

αποφοβίζω || Σάντα*, Χαλδία* || ξεφοβίζω

αποφοβούμαι || Πάρος || φοβάμαι

απόφοιτος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | απόσκολος || απόφοιτος

αποφοιτώ || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απογραμματίντζομαι || αποφοιτώ

απόφονα (τα) [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || θρήνος

αποφόρ || Χαλδία* || αποφόρι

αποφόρεμα || Καλαβρία || αποφόρι

αποφορεσίδια [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Χίος || αποφόρια

αποφόρι || & Ζάκυνθος, Ηλεία, Κεφαλονιά, Κρήτη, Μάνη, Μεσσηνία, Μύκονος, Νάξος, Σινασός*, Χίος || αποφόρι

αποφόρι [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || απόβαρμα, απόγδυμα, απόρουχο, απουφόρ, αποφόρ, αποφόρεμα, αποφόριν, απόφορο, πουφόρ, ποφόρι, ποφόριν, ποφόριο || αποφόρι

αποφόρια [Ηπίτης 19081] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απιφόρα (τα), απογδύμνια (τα), αποφορεσίδια, ποφόρια (τα) || αποφόρια

αποφορίγουμαι || Πόντος* || ξεντύνομαι

αποφορίζω || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεντύνω

αποφόριν || Κάρπαθος, Κερασούντα*, Ρόδος || αποφόρι

αποφορίουμαι || Πόντος* || ξεντύνομαι

απόφορο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποφόρι

αποφορτίγουμαι || Χαλδία* || ξεφορτώνομαι

αποφορτίουμαι || Κερασούντα*, Χαλδία* || ξεφορτώνομαι

αποφορτίσκουμαι || Τραπεζούντα* || ξεφορτώνομαι

αποφορτούμαι || ΠΌντος* || ξεφορτώνομαι

αποφορτώννω || Καλαβρία, Κύπρος || ξεφορτώνω

αποφορτώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φορτώνω

αποφορτώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κερασούντα*, Σάντα*, Χαλδία* || ξεφορτώνω

αποφουμίζω || Κρήτη || δυσαρεστούμαι

απόφουνου || Μαγνησία || αντίλαλος

απόφουνους || Σάμος || αντίλαλος

αποφουρνίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεφουρνίζω

αποφούρνισμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεφούρνισμα

αποφουσκώννω || Κύπρος || ξεφουσκώνω

αποφουσκώνω || Κύπρος || καμαρώνω

αποφουσκώνω || Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεφουσκώνω

αποφουσκώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φουσκώνω

αποφράδα || λόγιο || μέρα: αντίμερου || αποφράδα

αποφράζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Κρήτη, Λακωνία, Οινόη*, Όφις*, Σάντα*, Σέριφος, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεφράζω

αποφράζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || περιφράσσω

αποφρανταλείομαι || Οινόη* || ενθουσιάζομαι

αποφροκαλίδ || Σκύρος || σκουπίδι

αποφροκαλίδι [Βλαστός 1931] || σκουπίδι

αποφροκαλίδια [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκουπίδια

αποφροντίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φροντίζω

αποφρύζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποξηραίνομαι

αποφρυμένος || Κεφαλονιά || απότιστος

αποφρύσσω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποξηραίνομαι

αποφτάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || προφταίνω

αποφτειράζω || Χαλδία* || ξεψειριάζω

απόφτενος || Κρήτη || κοκαλιάρης

αποφτιάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποπερατώνω

αποφτιάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στολίζω

απόφτιασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποπεράτωση

απόφτιασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στόλισμα

αποφτίζω || Όφις*, Τραπεζούντα* || ξεφτίζω

αποφτιλίζω || Όφις* || ξεφτίζω

αποφτίω || Τραπεζούντα* || ξεφτίζω

αποφτοΐζομαι || Κρήτη, Κύθηρα || εκπλήσσομαι

αποφτοούμαι || Αντικύθηρα, Κρήτη || εκπλήσσομαι

απόφτου || Κέρκυρα, Παξοί || αποκεί

αποφτούθε || Λευκάδα, Μάνη, Μεσσηνία || αποκεί

αποφτούθενε || Αρκαδία || αποκεί

αποφτούθενες || Αρκαδία || αποκεί

αποφτουλάσκομαι || Κοτύωρα* || ξεπουπουλιάζομαι

αποφτουλίζω || Χαλδία* || ξεφτίζω

αποφτούμαι || Αντικύθηρα, Κρήτη || εκπλήσσομαι

αποφτσαιρώνω || Κύπρος || αδειάζω

αποφτυώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φτύνω

αποφυλλίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κερασούντα*, Όδις*, Σαμψούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεφυλλίζω

αποφύου || Τσακωνιά || απομακρύνομαι

αποφυσά (η) || Θήρα || ακρογιαλιά

αποφυσάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ασθμαίνω

αποφυσώ || Κύπρος, Μύκονος || ξεφυσώ

αποφυσώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ασθμαίνω

αποφυσώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κλάνω

αποφύτεμαν || Τραπεζούντα* || ξερίζωμα

αποφυτεύω || Τραπεζούντα* || ξεριζώνω

αποφώλι [Βλαστός 1931] || δημοτική || Ήπειρος, Θήρα || φώλι

απόφωνε || Τσακωνιά || αντίλαλος

απόφωνο || Λακωνία || αντήχηση

απόφωνο [Βλαστός 1931] || δημοτική || Ηλεία || αντίλαλος

απόφωτο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || λυκόφως

απόχ || Σκόπελος || απόχη

απόχα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Τσακωνιά || απόχη

αποχαβρίζω || Μεσσηνία || φωνάζω

αποχαγκίζω || Χαλδία* || βογκώ

αποχαζεύου || Μάνη || αποχαζεύω

αποχαζεύω || αποχαζεύου || αποχαζεύω

αποχαϊλώνου || Μάνη || αποβλακώνω

αποχαιρεκίζου || Τσακωνιά || αποχαιρετώ

αποχαιρεκίχου || Τσακωνιά || αποχαιρετώ

αποχαιρετάω || Ζάκυνθος || αποχαιρετώ

αποχαιρέτημα [Somavera 1709] || δημοτική || αποχαιρετισμός

αποχαιρετία || Χαλδία* || αποχαιρετισμός

αποχαιρετίζω || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποχαιρετώ

αποχαιρέτισμα [Somavera 1709] || δημοτική || αποχαιρετισμός

αποχαιρετισμός || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποχαιρέτημα, αποχαιρετία, αποχαιρέτισμα || αποχαιρετισμός

αποχαιρετού || Μάνη || αποχαιρετώ

αποχαιρετώ || & Κάρπαθος, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποχαιρετώ

αποχαιρετώ [Somavera 1709] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || απαφήνου, αποχαιρεκίζου, αποχαιρεκίχου, αποχαιρετάω, αποχαιρετίζω, αποχαιρετού || αποχαιρετώ

αποχαίρομαι [Germano 1622] || απολαμβάνω

αποχακακώνω || Τραπεζούντα* || αποχαυνώνομαι

αποχαλασμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || όλεθρος

αποχαλάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποχαλώ

αποχαλεβρύνω || Όφις* || αποχαυνώνω

αποχαλερώνω || Οινόη* || χαλαρώνω

αποχαλινώνομαι || λόγιο || αποστρηνιάω, αποστρηνιάζω, ποστρηνιάζω || αποχαλινώνομαι

αποχαλκώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμπακιρώνω || αποχαλκώνω

αποχαλνάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποχαλώ

αποχαλνώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποχαλώ

αποχαλού || Τσακωνιά || αποχαλώ

αποχαλώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποχαλνάω, αποχαλνώ, αποχαλάω, αποχαλού, αποχαού || αποχαλώ

απόχαμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κατάχαμα

αποχαμαί [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κατάχαμα

απόχαμε || Κρήτη || χάμω

αποχαμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χαμένος

αποχάμου || Τσακωνιά || αποκάτω

αποχάνου || Τσακωνιά || χάνω

αποχαντακώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χαντακώνω

αποχαντζεύω || Χαλδία* || καψαλίζω

αποχάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χάνω

αποχαού || Τσακωνιά || αποχαλώ

αποχαραγίς || Ηλεία || χαράματα

αποχαράζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ψιθυρίζω

αποχαραΐς || Ηλεία || χαράματα

αποχαρβαλούμαι || Οινόη* || ξεχαρβαλώνομαι

αποχαρβάλωμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεχαρβάλωμα

αποχαρβαλωμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεχαρβαλωμένος

αποχαρβαλώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεχαρβαλώνω

αποχάσκω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χάσκω

αποχάσμα || Κοτύωρα* || χασμουρητό

απόχασμαν || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || χασμουρητό

αποχασμούμαι || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Όφις*, Σάντα*, Σούρμενα, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || χασμουριέμαι

αποχάσμωμαν || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Όφις*, Σάντα*, Σούρμενα, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || χασμουρητό

αποχασταλακούμαι || Σάντα*, Χαλδία* || αποχαυνώνομαι

αποχαυνωμένος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αμπούχαβους, αναχαύνταλος, αποζαβλακωμένος, αποζαμπλακωμένος, ζαβακαωμένος, ζαβακουμένους, ζαβλακουμένους || αποχαυνωμένος

αποχαυνώνομαι || λόγιο || αβνταλίζου, αποζαβλακώνομαι, αποζαμπλακώνομαι, αποχακακώνω, αποχασταλακούμαι, ζαβακώνομαι, ζαβλακώνομαι, ζαβλακώνουμαι, ζαβλακώνουμι, ζαμπλακώνομαι, ζζαβλακώννομαι || αποχαυνώνομαι

αποχαυνώνω || λόγιο || αποχαλεβρύνω, ζαβακώνου, ζαβλακώννω, ζαβλακώνω, ζεβλακώνω, ζζαβλακώννω, ντζαβλακώννω || αποχαυνώνω

αποχαύνωση || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αβνταλιά, αποζαβλάκωση, αποζαμπλάκωση, αποσκέπαση, ζαβλακομάρα, ζαβλάκωμα, ζαβλακωμάρα, ζαβλακωμάρα, ζαμπλάκουμα, ζαμπλακούρα, σκέπαση || αποχαύνωση

αποχαυρίζω || Πελοπόννησος || απαυδώ

αποχαυρισμένος || Ηλεία || χαζός

αποχέζω || Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || χέζω

αποχείλωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεχείλωμα

αποχειλώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεχειλώνω

αποχέρα || Αρκαδία || παραγκωνισμένη

αποχέρης || Ζάκυνθος || χουβαρντάς

αποχέρι || Κρήτη || βοήθεια

αποχεριά || Κέρκυρα || χεριά

αποχεριάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χουφτώνω

αποχερίδια (τα) || Κρήτη || φιλοδώρημα

αποχερίζω || Κρήτη || κερνώ

αποχερίζω || Κρήτη || φιλοδωρώ

αποχεριού [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ήπειρος || πρόχειρα

αποχέσκομαι || Κοτύωρα*, Οινόη* || χέζομαι

αποχέσκουμαι || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || χέζομαι

αποχή || Κάρπαθος, Κύπρος, Ρόδος, Σωζόπολη* || εποχή

απόχη || & Ζάκυνθος, Θήρα, Κάρπαθος, Ρόδος, Σύρος, Τσακωνιά || απόχη

απόχη [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απόση, απόσι, απόχ, απόχα, απόχι, απόχιν, αρπάγι, αρπάι, νιπόχη, πόχη || απόχη

απόχηρα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || χήρα

απόχηρος [Deheque 1825] || δημοτική || Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Μάνη || χήρος

απόχηρους || Γρεβενά, Σκόπελος || χήρος

απόχι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μάνη || απόχη

απόχιν || Κάρπαθος || απόχη

αποχκίζου || Τσακωνιά || αποκτώ

απόχκιουπο || Τσακωνιά || κρότος

αποχλειφάδι || Τσακωνιά || απολειφάδι

αποχλειφάιδι || Τσακωνιά || απολειφάδι

απόχλιος || Κρήτη || χλιαρός

αποχλοΐζω || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεθωριάζω

αποχλωμιαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χλωμιάζω

αποχλωρώνω || Σάντα* || χλωμιάζω

αποχνωτίζω || Μύκονος || ευωδιάζω

αποχονατίζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεχιονίζω

αποχονίζω || Κερασούντα*, Οινόη*, Όφις*, Χαλδία* || ξεχιονίζω

αποχόντρι [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || αποκοσκινίδι

αποχονώνω || Σάντα*, Χαλδία* || ξεχιονίζω

αποχορταράζω || Χαλδία* || ξεχορταριάζω

απόχου || Τσακωνιά || λογαριάζω

αποχουμίουμαι || Χαλδία* || εξασθενώ

αποχουμίσκομαι || Κοτύωρα* || ναρκώνομαι

αποχουμίσκουμαι || Κερασούντα*, Σάντα*, Χαλδία* || εξασθενώ

αποχούννω || Καλαβρία || ξεχώνω

απόχουνο || Καλαβρία || αντίλαλος

απόχουστο || Καλαβρία || άταφος

αποχπάγουμαι || Κοτύωρα* || αποχωρίζομαι

αποχπάνω || Σούρμενα*,Τραπεζούντα* || ξεριζώνω

αποχπάσιμον || Τραπεζούντα* || ξερίζωμα

απόχρεμψη || λόγιο || αποκάχλασμα || απόχρεμψη

αποχρένω || Σάντα* || ξεχρεώνω

αποχρεούμαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεχρεώνομαι

αποχρεωμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υποχρέωση

αποχρεώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υποχρεώνω

αποχρέωση [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υποχρέωση

αποχταίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκτώ

αποχταλώνω || Κερασούντα*, Χαλδία* || μετακομίζω

αποχτάω || Θεσπρωτία || γεννώ

αποχτάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ηλεία, Πάργα || αποκτώ

αποχτενία || Κάρπαθος || αποχτενίδια

αποχτενίδες || Κεφαλονιά || αποχτενίδια

αποχτενίδι [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποκτενίδι || αποχτενίδι

αποχτενίδια || & Βουρλά*, Ζάκυνθος, Θήρα, Κρήτη, Τσακωνιά || αποχτενίδια

αποχτενίδια (τα) [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απουχτενίδια, απουχτινίδια, αποχτενίιδα, αποχτενίδες, αποχτενία, αποχτενίιδια || αποχτενίδια

αποχτενίζω [Βλαστός 1931] || δημοτική || τελειώνω το χτένισμα: αποχτενίντζω || αποχτενίζω

αποχτενίιδα || Τσακωνιά || αποχτενίδια

αποχτενίιδια || Μάνη || αποχτενίδια

αποχτενίντζω || Κάρπαθος || αποχτενίζω

απόχτενο || Μύκονος, Πάρος || εφήβαιο

απόχτημα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μάνη || απόκτημα

αποχτημένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκτημένος

αποχτήνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκτώ

αποχτίζω || Τραπεζούντα* || χτίζω

απόχτιν || Κύπρος || απόκτημα

απόχτινου || Λέσβος, Σάμος || εφήβαιο

απόχτινου || Σάμος || εφήβαιο

απόχτιο || Κέρκυρα || απόκτημα

αποχτού || Μάνη, Τσακωνιά || αποκτώ

απόχτπο || Σκύρος || καρδιοχτύπι

απόχτπου || Αίνος* || καρδιοχτύπι

απόχτπους || Λέσβος, Σάμος || καρδιοχτύπι

απόχτπους || Σάμος || τρόμος

αποχτυπάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υπαινίσσομαι

απόχτυπο || Χίος || καρδιοχτύπι

απόχτυπος || Χίος || ξάφνιασμα

απόχτυπος || Χίος || τρομάρα

απόχτυπος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύθνος, Πάρος, Σίφνος || καρδιοχτύπι

αποχτυπώ || Χίος || ξαφνιάζομαι

αποχτυπώ [ΙΛΝΕ 1939] || καρδιοχτυπώ

αποχτυπώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκτυπώ

αποχτυπώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υπαινίσσομαι

αποχτώ [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία, Μεσσηνία || αποκτώ

αποχύλωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χύλωμα

αποχυλωμένος || Κρήτη || χυλωμένος

αποχυλώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χυλώνω

απόχυμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κεφαλονιά || ψωλόχυμα

αποχυμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χυμένος

αποχύνομαι || Κρήτη || ροβολώ

αποχύνω || Ζάκυνθος, Πάρος || εκσπερματώνω

αποχύνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χύνω

αποχυτός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χυτός

απόχωμα || Καλαβρία || αντίλαλος

απόχωμα || Κάρπαθος || θάψιμο

απόχωμο || Καλαβρία || αντίλαλος

αποχώννω || Κάρπαθος || θάβω

απόχωνο || Καλαβρία || αντίλαλος

αποχώνω || Κύπρος || ξεθάβω

απόχωρα || Σάντα* || μακριά

αποχωρητήριο || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αγκαίγος, αγκαίους, αγκιός, αλαπάντα, αλατζός, αναγκαίο, αναγκαίον, αναγκαίος, αναγκαίου, αναγκαίους, ανάγκη, αναγκιό, αναγκιός, ανανγκαίου, ανάντζη, ανατζαίο, ανατζαίος, ανατζιό, αναπάς, αναπαυτό, ανάπαψη, ανγκαίους, αντγός, απόσπτου, αποτέτιους, αππανάς, απτάζχανες, απτέσχανας, καμπινέ, κενέφι, κοντότο, λατρίνα, λετρίνα, μέρος, μέρους, μουστερέκι, μουστιρέκ, πόρεψη, πόροψη, τσιμπιχανές, χαλές, χεζουριό, χεσταριό, χεστερή, χρεία || αποχωρητήριο

αποχωρίζομαι || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποχπάγουμαι || αποχωρίζομαι

αποχωρίζω || λόγιο || αποκόβγω, αποκόβου, αποκόβω, αποκόφτω || αποχωρίζω

αποχωρισία || Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποχωρισμός

αποχωρισιά [Βλαστός 1931] || δημοτική || Κάρπαθος || αποχωρισμός

αποχωρισίγια || Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποχωρισμός

αποχώρισμα [Deheque 1825] || Κάρπαθος || αποχωρισμός

αποχωρισμός [Somavera 1709] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποχωρισίγια, αποχωρισιά, αποχωρισία, αποχώρισμα || αποχωρισμός

απόχωστα || Κρήτη || κρυφά

απόχωστα || Κρήτη || παράμερα

απόχωστος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μύκονος || κρυμμένος

απόψ || Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απόψε

απόψα || Αδριανούπολη*, Αραβανί*, Δαρδανέλια*, Ικαρία, Καλλίπολη*, Κουβούκλια* || απόψε

αποψάλλω [Deheque 1825] || δημοτική || Οινόη*, Σαμψούντα* || αποψέλνω

απόψαλμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποψάλσιμο

αποψάλσιμο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόψαλμα || αποψάλσιμο

απόψε || & Αμοργός, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Ιθάκη, Καλαβρία, Κάρπαθος, Κέρκυρα, Κρήτη, Κύμη, Κύπρος, Λακωνία, Μεσσηνία, Μήλος, Νάξος, Ρόδος, Σινασός*, Σκύρος, Σύρος, Χαλδία* || απόψε

απόψε [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 5 || αβόψι, αόψε, αόψι, απόσπε, αποσπερού, απότσε, απόψ, απόψα, απόψες, απόψι, ομπανέ, πόψα, πόψε, πόψες, πόψι, πόψιν || απόψε

αποψέ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κερασούντα*, Χαλδία* || αποψές

αποψεζνός || Χαλδία* || αποψινός

αποψέλνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποψάλλω || αποψέλνω

αποψενός || Κάρπαθος || αποψινός

απόψες || Κρήτη, Φιλιππούπολη* || απόψε

αποψές [Γούλας 1961] || δημοτική || ψες

αποψές [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || από χτες το βράδυ: αποψέ || αποψές

αποψεσιανός || Ήπειρος || αποψινός

αποψεσινός [Βλάχος 1897] || δημοτική || αποψινός

αποψεσινός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || χτεσινοβραδινός

απόψηλος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ψηλέας

απόψι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αιτωλοακαρνανία, Ευρυτανία, Καρδίτσα, Καστοριά, Κερασούντα*, Κοζάνη, Λάρισα, Λέσβος, Νιγρίτα, Οινόη*, Σαμψούντα*, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Φωκίδα, Χαλκιδική || απόψε

αποψιζνός || Κερασούντα*, Σάντα* || αποψινός

αποψίζω || Όφις* || πεθαίνω

αποψινός [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αοψεσινός, αοψινός, απουψνός, αποψεζνός, αποψενός, αποψεσιανός, αποψεσινός, αποψιζνός, ποψιζνός || αποψινός

αποψοφάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ψοφώ

αποψοφώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ψοφώ

αποψυλίζω || Χαλδία* || ξεψυλλιάζω

αποψυχίζω || Όφις* || πεθαίνω

αποωνιάζω || Κάρπαθος || γωνιάζω

άππα (ο) || Κύπρος || πατέρας

αππάγιν || Κύπρος || μερίδιο

αππάζης || Μάκρη* || ατημέλητος

αππάιν || Κύπρος || μερίδιο

αππανάς || Κύπρος || αποχωρητήριο

αππανάς || Ρόδος || τεμπέλης

αππανές || Κύπρος || αποχωρητήριο

αππάρα || Κύπρος || αλόγα

αππάρα || Κύπρος || φοράδα

αππάρι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || άλογο

αππάριν || Κύπρος || αλογάκι

αππαρόκοπρον || Κύπρος || καβαλίνα

αππαρομάνα || Κύπρος || φοράδα

αππαρόμουγια || Κύπρος || αλογόμυγα

αππαροπαίχτης || Κύπρος || ιπποδρομιάκιας

άππαρος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύπρος || άλογο

αππαρούιν || Κύπρος || αλογάκι

αππαρτεμ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || διαμέρισμα

αππαρτεμάν [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || όροφος

αππάς || Λιβίσι* || παπάς

αππεκεί || Χάλκη || αποκεί

αππέξω || Κύπρος || απέξω

αππεξωθκιόν || Κύπρος || απέξω

αππέσσω || Κύπρος || απομέσα

αππεσσώρουχον || Κύπρος || βρακί

αππεσσώρουχον || απότορμος || κιλότα

αππεσωθκιόν || Κύπρος || απομέσα

αππεσωφούστανον || Κύπρος || μεσοφόρι

αππεώ || Χάλκη || αποδώ

αππηδέννω || Καλαβρία || πηδάω

αππήδημα || Καλαβρία || πήδημα

αππήδημαν || Κύπρος || πήδημα

αππηδημία || Καλαβρία || πήδημα

αππήδιν || Κύπρος || πήδημα

αππηδκιούμαι || Κύπρος || γαμιέμαι

άππηδος || Κύπρος || πήδος

αππηδώ || Κύπρος || γαμώ

αππηδώ || Κύπρος || πηδάω

αππήημαν || Κύπρος || πήδημα

αππήιν || Κύπρος || πήδημα

αππήιν || Κύπρος || πήδος

άππηον || Κύπρος || πήδος

άππηος || Κύπρος || πήδος

άππης || Κύπρος || αχλαδιά

αππηώ || Κύπρος || γαμώ

αππηώ || Κύπρος || πηδάω

αππί || Κως, Ρόδος, Χάλκη || αχλάδι

αππιά || Κάρπαθος || αχλαδιά

αππία || Κάρπαθος, Χάλκη || αχλάδι

αππία || Χάλκη || αχλαδιά

αππιάκι || Ρόδος || αχλαδάκι

αππίγ || Ουλαγάτς* || αχλάδι

αππίγ || Ουλαγάτς* || αχλαδιά

αππιγιά || Χάλκη || αχλαδιά

αππιδγκιά || Χίος || αχλαδιά

αππιδέα || Απουλία || αχλαδιά

αππίδι || Καλαβρία, Καστελλόριζο, Νίσυρος, Ρόδος, Σέριφος, Σίφνος, Σύμη, Χίος || αχλάδι

αππιδιά || Ρόδος || αχλαδιά

αππιδία || Καλαβρία || αχλαδιά

αππίδιν || Κύπρος || αχλάδι

αππιδκιά || Κύπρος || αχλαδιά

αππιδοπούντα || Καλαβρία || αχλαδίτσα

αππιδούκι || Αχλαδάκι || αχλαδάκι

αππιδούντα || Καλαβρία || αχλαδίτσα

αππιδτζιά || Κως || αχλαδιά

αππιέα || Κάρπαθος || αχλαδιά

αππίι || Κάρπαθος, Κως, Ρόδος || αχλάδι

αππίιν || Κάρπαθος, Κύπρος, Κως, Ρόδος, Τήλος || αχλάδι

αππίκκο || Κύπρος || απίκο

αππίν || Ρόδος || αχλάδι

αππιντέα || Απουλία || αχλαδιά

αππίντι || Απουλία, Καλαβρία || αχλάδι

αππιντία || Καλαβρία || αχλαδιά

Αππλιά || Χάλκη || Πλειάδες

αππογιά || Χάλκη || αποδώ

αππόδε || Καλαβρία, Κύπρος || αποδώ

αππόθε || Καλαβρία || αποδώ

αππόθεν || Κύπρος || πόθεν

αππόθω || Κάρπαθος, Ρόδος || σπρώχνω

άππομα || Κάρπαθος || καθέλκυση

άππομα || Κάρπαθος, Σύμη || σπρώξιμο

άππομαν || Κύπρος || παραχάιδεμα

άππομαν || Κύπρος, Λιβίσι* || σπρώξιμο

αππομάρα || Κύπρος || κομπασμός

αππομάρα || Κύπρος || παραχάιδεμα

απποματά || Κάρπαθος, Ρόδος || σπρωξιά

απποματέα || Κάρπαθος || σπρωξιά

απποματία || Ρόδος || σπρώξιμο

αππομένος || Κύπρος || παραχαϊδεμένος

αππόννου || Λιβίσι* || σπρώχνω

αππόννω || Κύπρος || παραχαϊδεύω

αππόννω || Κύπρος || σπρώχνω

αππόνω || Κάρπαθος, Ρόδος || σπρώχνω

αππόξω || Κύπρος || απέξω

απποσιά || Ρόδος || σπρώξιμο

αππόσσω || Κύπρος || απομέσα

αππότε || Καλαβρία || αποδώ

αππούδε || Καλαβρία || αποδώ

άππουμαν || Λιβίσι* || σπρώξιμο

αππουράω || Καλαβρία || μαθαίνω

αππουρέω || Καλαβρία || μαθαίνω

αππουστός || Λιβίσι* || σπρωγμένος

αππουστός || Λιβίσι* || σπρωχτός

αππόφτου || Λιβίσι* || σπρώχνω

αππόφτω || Καστελλόριζο || σπρώχνω

Αππρίλης || Χάλκη || Απρίλιος

Αππρίντη || Καλαβρία || Απρίλιος

αππώ || Καλαβρία || αποδώ

αππώθω || Κάρπαθος || κλείνω

αππώνω || Κάρπαθος || κλείνω

άπραγα [Βλάχος 1659] || συχν. εμφ. 2 || άπρακτα

απράγεμαν || Κερασούντα*, Χαλδία* || νωθρότητα

απραγεύω || Κερασούντα*, Σαμψούντα* || αδυνατίζω

απραγιά || Κεφαλονιά, Κάρπαθος || αγένεια

απραγιά || Ίμβρος || τεμπελιά

απραγία || Κερασούντα*,  || νωθρότητα

απραγία [Deheque 1825] || δημοτική || απραξία

απραγιά [Somavera 1709] || δημοτική || Κέρκυρα, Ρόδος || απραξία

απραγιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απειρία

απραγιάζω || Σαμψούντα* || αδυνατίζω

απράγιαστε || Τσακωνιά || απλάγιαστος

απραγίγια || Κερασούντα*, Σούρμενα* || νωθρότητα

απραγίλα || Ζάκυνθος, Μάνη || απραξία

απραγιώνω || Κερασούντα* || αδυνατίζω

απραγματοποίητος || λόγιο || αβόλετος, αξεδήλωτος, αξεδιάλυστε, αξεδιάλυτε, αξιδιάλυτε || απραγματοποίητος

άπραγο || Τσακωνιά || άπειρος

άπραγος || Κεφαλονιά, Κύμη, Πελοπόννησος || αγενής

άπραγος || Αρκαδία || άσεμνος

άπραγος [Βλάχος 1659] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || Θεσπρωτία, Κύθηρα, Τραπεζούντα*, Τρίπολη* || άπρακτος

άπραγος Ηπίτης 1908] || δημοτική || Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Κέρκυρα, Κρήτη, Λευκάδα || άπειρος

άπραγους || Αδριανούπολη*, Ίμβρος, Νιγρίτα || αγενής

άπραγους || Λέσβος || αδέξιος

άπραγους || Ίμβρος, Πιερία || άπειρος

άπραγους || Σέρρες, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || άπρακτος

άπραγους || Λέσβος || άχρηστος

άπραγους || Ίμβρος || τεμπέλης

απράδα || Σέρρες || πύρα

απράεμαν || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || νωθρότητα

απραεμένος || Κερασούντα* || νωθρός

απραένω || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || εξασθενώ

απραεύω || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αδυνατίζω

απράι || Παξοί || γάντζος

απραΐα || Κοτύωρα*, Σαμψούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || νωθρότητα

απραΐλα || Μάνη || απραξία

απράκιν || Κάρπαθος || ντολμάς

άπρακτα || λόγιο || άπραγα || άπρακτα

άπρακτος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αδράπανος, άπραγος, άπραγους, άπραος, άπραους, άπραχτος, άρατος || άπρακτος

απράνα || Κοτύωρα*, Νικόπολη* || μόλις

απράναν || Κοτύωρα*, Σαμψούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || μόλις

απράνας || Νικόπολη*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || μόλις

απρανίκα || Σούρμενα*, Τραπεζούντα* || μόλις

απρανίκαν || Τραπεζούντα* || μόλις

απρανίκας || Χαλδία* || μόλις

απρανίκος || Τραπεζούντα* || μόλις

απράνιστε || Τσακωνιά || άδαρτος

απρανίτζικα || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || μόλις

απρανίτζικας || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || μόλις

απρανίτζικος || Χαλδία* || μόλις

απράνον || Χαλδία* || μόλις

απράντεθτο || Καλαβρία || ανύπαντρος

απραξία || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || απαθιά, απραγιά, απραγία, απραγίλα, απραΐλα || απραξία

άπραος || Άνδρος, Θήρα, Κάρπαθος || αγενής

άπραος || Νίσυρος || ακοινώνητος

άπραος || Θήρα, Κέρκυρα, Παξοί || ανίδεος

άπραος || Παξοί, Ρόδος || άπειρος

άπραος || Κάρπαθος, Τραπεζούντα* || άπρακτος

άπραους || Λιβίσι*, Σάμος || άπρακτος

απράς || Όφις* || μόλις

άπρατε || Τσακωνιά || άπλαστος

απράτζικος || Όφις* || μόλις

απραΰνω || Χαλδία* || εξασθενώ

άπραχτος || Κύπρος, Ρόδος || άπειρος

άπραχτος [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || Ινέπολη*, Κάρπαθος, Οινόη*, Σωζόπολη*, Χαλδία* || άπρακτος

άπραχτους || Λέσβος || άχρηστος

απραώ || Χαλδία* || αδυνατίζω

απρεζεντάριστος || Ζάκυνθος || απών

απρεμάζωχτος || Κρήτη || αμάζευτος

απρεμάζωχτος || Κρήτη || διασκορπισμένος

απρένιστος || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απριόνιστος

απρέου || Τσακωνιά || κολυμπώ

άπρεπα [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || Ζάκυνθος, Θήρα, Όφις, Χαλδία* || απρεπώς

απρέπαστους || Χαλκιδική || απρεπής

απρέπεια || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αγανιά, απρεπία, απρεπίγια, απρεποσύνα, απρεποσύνη, απρεψία || απρέπεια

απρεπής || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || άδρομος, άμπρεπος, απκός, απρέπαστους, άπρεπο, άπρεπος, άπριπους, άσουους || απρεπής

απρεπία || Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απρέπεια

απρεπίγια || Κερασούντα*, Χαλδία* || απρέπεια

άπρεπο || Τσακωνιά || απρεπής

απρεπόζιτον || Κύπρος || περίπτωση

άπρεπος [Germano 1622] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κάρπαθος, Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Κύπρος, Μάνη, Οινόη*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απρεπής

απρεποσύνα || Χαλδία* || απρέπεια

απρεποσύνη [Germano 1622] || Κερασούντα* || απρέπεια

απρεπώς || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || άδρομα, αναχάβδαλα, άπρεπα, άπριπα || απρεπώς

άπρετε || Τσακωνιά || απείραχτος

άπρετε || Τσακωνιά || άπλεχτος

απρέτσους || Σάμος || ανάγωγος

απρεψία || Ινέπολη* || απρέπεια

απρίκαντος [Βλάχος 1659] || Κρήτη || απίκραντος

απρίκατος || Κρήτη || απίκραντος

Απρίλα || Κρώμνη*, Όφις*, Τραπεζούντα*, χαλδία* || Απρίλιος

Απρίλη || Απουλία, Τσακωνιά || Απρίλιος

Απρίλης [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || & Αμοργός, Ανάφη, Άνδρος, Αρκαδία, Αυλωνάρι, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Θήρα, Ικαρία, Κάρπαθος, Κάσος, Καστελλόριζο, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κίμωλος, Κονίστρες, Κρήτη, Κύθηρα, Κύμη, Κύπρος, Κως, Λακωνία, Λέρος, Λευκάδα, Μάνη, Μεσσηνία, Μήλος, Νάξος, Οινόη*, Όφις*, Ρόδος, Σίφνος, Χίος || Απρίλιος

απρίλης [ΙΛΝΕ 1939] || αγριοπασχαλιά

απριλιάκους || Λέσβος || απριλιάτικος

απριλιαντίτικο || Καλαβρία || απριλιάτικος

απριλιάτικο || Βάτικα*, Χαβουτσί* || απριλιάτικος

απριλιάτικος [Βλάχος 1897] || δημοτική || απζιλιάτσιχο, απριλιάκους, απριλιαντίτικο, απριλιάτικο, απριλιάτσιχο, απρίλινος || απριλιάτικος

απριλιάτσιχο || Τσακωνιά || απριλιάτικος

απρίλινος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απριλιάτικος

Απρίλιος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || Αγιουγιουργίτς, Αγιουργιάτς, Αγιωργίτα, Αηγιώργης, Αηγιωργίτης, Αμπρίλη,Απζίλη, Αππρίλης, Αππρίντη, Απρίλα, Απρίλη, Απρίλης, Απρίλλης, Απρίλλντης, Απρίλς, Απρίλτς, Απρίντη, Επρίλης, Καπρίλς, Ψεύτης || Απρίλιος

Απρίλλης || Κάρπαθος, Κύπρος, Νίσυρος, Χίος || Απρίλιος

Απρίλλντης || Ρόδος || Απρίλιος

απριλόητος || Ηλεία || απερίσκεπτος

Απριλόμαγο || Κέρκυρα || Απριλομάης

Απριλομάης || & Άνδρος, Αρκαδία, Καστελλόριζο, Κεφαλονιά, Κρήτη, Μάνη, Σκύρος || Απριλομάης

Απριλομάης [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Απρίλης και Μάης μαζί: Απριλόμαγο, Απριλομάς, Μαγιάπριλο, Μαγιάπριλος || Απριλομάης

Απριλομάς [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ικαρία, Καστελλόριζο, Κύπρος, Σύμη, Τσεσμέ* || Απριλομάης

Απρίλς || Αιτωλοακαρνανία, Αλόννησος, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Λάρισα, Λήμνος, Μάδυτος*, Προποντίδα*, Σκοπός*, Τραπςζούντα*, Φωκίδα || Απρίλιος

Απρίλτς || Καστοριά, Κοτύωρα*, Νιγρίτα, Πιερία, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || Απρίλιος

απρινιά || Κύθνος || άκανθα

απρινιά || Σίφνος || πουρνάρι

Απρίντη || Καλαβρία || Απρίλιος

απριόνιστος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απιριόνιστος, απιρόνιστος, απρένιστος || απριόνιστος

άπριος || Σύμη || ακοινώνητος

άπριπα || Ευρυτανία, Σάμος, Φθιώτιδα || απρεπώς

άπριπους || Καρδίτσα, Κοζάνη, Χαλκιδική || απρεπής

απρίσπαστους || Νιγρίτα || απρόσεχτος

απρίσπαστους || Νιγρίτα || βρομιάρης

άπριτε || Τσακωνιά || άπνιχτος

απροάλλω || Κάρπαθος || εμφανίζομαι

απροβάρω || Ζάκυνθος || προβάρω

απρόβλεπτος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αχάβαδος || απρόβλεπτος

απρογευμάτιστος || ακαφάλτστους, ακαφάρτιστος || απρογευμάτιστος

απροδόντζιχτε || Τσακωνιά || μυγιάγγιχτος

απροέλλω || Κάρπαθος || εμφανίζομαι

απροέλοιπον || Κύπρος || υπόλοιπο

απροέλοιπος || Κύπρος, Κως, Ρόδος || υπόλοιπος

απροετοίμαστος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ανέσαστος || απροετοίμαστος

απρόεφτος || Κάλυμνος || νηστικός

απρόθυμα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || άκαρδα, άμελα, ανάκαρδα || απρόθυμα

απροθυμία || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αθελησιά || απροθυμία

απρόθυμος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || άθελος, άκαρδος, άκαρδους, ανάκαρδους, ανέκαρδους, κακόρεχτος || απρόθυμος

απροίκιγος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απροίκιστος

απροίκιουτους || Καρδίτσα || απροίκιστος

απροίκιστα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απροίκιστος

απροίκιστος [Somavera 1709] || δημοτική || που δεν πήρε προίκα: απροίκιγος, απροίκιουτους, απροίκιτος, απρούκιστος || απροίκιστος

απροίκιτος [Deheque 1825] || απροίκιστος

άπροικο || Τσακωνιά || άπροικος

άπροικος [Βλάχος 1659] || δημοτική || που δεν έχει προίκα: άπζοικο, άπροικο || άπροικος

απροκοπιά [Somavera 1709] || δημοτική || απροκοψιά, απρουκουψιά || απροκοπιά

απρόκοπο || Τσακωνιά || ανεπρόκοπος

απρόκοπος [Somavera 1709] || δημοτική || Οινόη* || ανεπρόκοπος

απροκοπωσύνα || Κερασούντα* || ανεπροκοπιά

απροκοπωσύνη || Κερασούντα* || ανεπροκοπιά

απρόκουβους || Ίμβρος, Σέρρες || ανεπρόκοπος

απρόκουφτους || Λέσβος, Σάμος || ανεπρόκοπος

απρόκοφτος [Βλαστός 1931] || δημοτική || Ινέπολη*, Κερασούντα*, Κοτύψρα*, Ρόδος, Σάντα*, Σινασός*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ανεπρόκοπος

απροκοψιά [Βλαστός 1931] || δημοτική || απροκοπιά

απρολόγευτος || Οινόη* || απερίσκεπτος

απρομπάρω || Κέρκυρα, Παξοί || εγκρίνω

απρομπάρω || Κύθηρα || επιδοκιμάζω

απρομπάρω || Ζάκυνθος || προβάρω

απρόνα || Σαμψούντα* || μόλις

απρόνας || Σαμψούντα* || μόλις

απρονόητος || αδιανόμητος || απρονόητος

απρόνος || Σινώπη* || μόλις

απρόντε || Κάρπαθος || έτοιμος

απρόντο || Κύθηρα || παρών

απρόντος || Πάργα, Παξοί || έτοιμος

απρόντου || Παξοί || έτοιμος

απροξένευτος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απρουξένφτους || απροξένευτος

απρόοπτα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αθάρετα, ανεθάρετα || απρόοπτα

απροσάντητος || Κύπρος || ισχυρογνώμων

απροσδόκητα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ανηθάρετα, ανόρπιστα, απαξέζικα, αφαντάσταχα || απροσδόκητα

απροσδόκητος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || ανανάμενος, ανανάμονος, ανόρπιστος || απροσδόκητος

απρόσεκτα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αβλάτιστα, άνταφλα || απρόσεκτα

απρόσεκτος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αβντάλης, άβνταλους, αβντάλς, αμπντάλς, αμπράζης, ανάφαντος, ανάφραντος, αντάλαβους, άνταφλος, απαραστόχαστος, αστμάρστους, άτζαρστους || απρόσεκτος

απροσεξία || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αβλεψιά, ανταλαβιά, ζαβιά, ζαβομάρα || απροσεξία

απρόσεχτε || Τσακωνιά || απρόσεχτος

απρόσεχτος [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || απείκαστος, απρίσπαστους, απρόσεχτε, αφάντουρους || απρόσεχτος

απροσινάπι || Απουλία || αγριοσινάπι

απροσκάλεστα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απρόσκλητα

απροσκάλεστε || Τσακωνιά || απρόσκλητος

απροσκάλεστος [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || Αρκαδία, Ζάκυνθος, Κύπρος, Μεσσηνία, Νάξος, Χαλδία* || απρόσκλητος

απροσκάλετος || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απρόσκλητος

απροσκάλευτος || Χαλδία* || απρόσκλητος

απρόσκλητα || λόγιο || απροσκάλεστα || απρόσκλητα

απρόσκλητος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ακόπιαστος, ακούγιστος, αλάλετος, άλαλος, απροσκάλεστε, απροσκάλεστος, , απροσκάλευτος || απρόσκλητος

απροσκόλλητος || αβυζάκωτος || απροσκόλλητος

απροσκύνηγος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απροσκύνητος

απροσκύνητος [Βλαστός 1931] || δημοτική || απροσκύνηγος, απροστσύνητε || απροσκύνητος

απρόσμενα [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || ξαφνικά

απροστάτευτε || απροστάτευτος

απροστάτευτος [Βλάχος 1871] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αδιαφέντευτος, αδιαφέντιφτους, αΐσκιουτους, ακράτετος, αναόρευτος, απροστάτευτε || απροστάτευτος

απροστσύνητε || Τσακωνιά || απροσκύνητος

απρουβόλητ || Ίμβρος || παρθένα

απρουκάνου || Σάμος || προφταίνω

απρουκένου || Σάμος || ξεπερνώ

απρουκέρνου || Σάμος || ξεπερνώ

απρούκιστος || Κάρπαθος, Ρόδος || απροίκιστος

απρούκου || Τσακωνιά || απλώνω

απρουκουψά || Σκόπελος || τεμπελιά

απρουκουψιά || Ίμβρος || απροκοπιά

άπρουμα || Τσακωνιά || άπλωμα

απρουξένφτους || Ιωάννινα || απροξένευτος

απρουπαίρνου || Σάμος || αποπαίρνω

απρούσεβγο || Μάκρη* || φώλι

απρουσεύγω || Μάκρη* || περισσεύω

απρουσία || Τσακωνιά || άπλωμα

απρουτά || Τσακωνιά || απλωτά

απρουτέ || Τσακωνιά || απλωτός

απρουφταγιά || Αιτωλοακαρνανία || βιασύνη

απρόφταστος [Βλαστός 1931] || δημοτική || απρόφταστους, ασύφταστος || απρόφταστος

απρόφταστους || Ιωάννινα, Νιγρίτα || απρόφταστος

απρόχερε || Τσακωνιά || ευρύχωρος

απροχτές || Δέλβινο, Κύθηρα || προχθές

απρώνουμι || Σέρρες || πυρώνουμαι

απστουμάου || Μαγνησία || μπρουμυτίζω

απτ || Κοζάνη || από

απτάζχανες || Φάρασα* || αποχωρητήριο

άπταιστα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || για τέλεια γνώση γλώσσας: φαρσί, φερσί || άπταιστα

απτάλης || Φάρασα* || ζητιάνος

απτάλης [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Καλλίπολη*, Κωνσταντινούπολη, Τρίγλια* || χαζός

απτάλς || Θάσος, Ίμβρος, Κοτύωρα*, Λέσβος || ατημέλητος

απτάλς || Μαγνησία || άχρηστος

απτάλς || Λέσβος, Σουφλί || κουτός

απτάλς || Σάντα* || χαζός

απτάλτς || Κοζάνη || ατημέλητος

απταλωτός || Σάντα* || χαζός

απτατουραδά || Σκόπελος || μόλις

απτατώρα [ΙΛΝΕ 1939] || μόλις

απτατώραδα || Μάνη || μόλις

απταχιά || Αιτωλοακαρνανία || πρωινιάτικα

άπτερος || λόγιο || μαγδαρός, μαδαρός || άπτερος

απτέσχανας || Φάρασα* || αποχωρητήριο

απτήδιαστους || Σκόπελος || αδέξιος

απτούμενος || Κύπρος || αναμμένος

απτουρνά || Φιλιππούπολη* || μόλις

απτουρνάς || Φιλιππούπολη* || μόλις

απύθμενος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || άκωλε, άκωλος, ακώλωτος, απάτωτος || απύθμενος

απύλουτους || Ίμβρος || αθυρόστομος

απύλωτος || Κως, Σινασός*, Σκύρος || αθυρόστομος

απύλωτος || Αχαΐα, Ρόδος || εύγλωττος

άπυος || λόγιο || δίχως πύον: ανέμπυαστος || άπυος

απύρ || Αίνος* || θειάφι

απυρέ || Κρήτη || θειαφίλα

απυρέα || Κρήτη || θειαφίλα

απυρένιος [Βλάχος 1659] || Κρήτη || θειαφένιος

απύρετος || λόγιο || αθέρμαστος, αψύχωτος, ξηπύρκαστος || απύρετος

απύρηνα [Χελδράιχ 1926] || Άνδρος || άκανθα

απύρι || Κύθηρα || θειαφοκέρι

απύρι [Βλαστός 1931] || πύρα

απύρι [Βλάχος 1659] || δημοτική || Αμοργός, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Κρήτη, Κως, Νίσυρος || θειάφι

απυριάζω || Κρήτη || θειαφίζω

απυριάντζω || Κάρπαθος || θειαφίζω

απύριασμα || Κάρπαθος, Κρήτη || θειάφισμα

απυριαστήρα || Κρήτη || θειαφιστήρι

απυριαστήρι || Κρήτη || θειαφιστήρι

απύριαστος || Κάρπαθος, Κρήτη || αθειάφιστος

απυριάστρα || Κρήτη || θειαφιστήρι

απυριέρα || Κρήτη || θειαφιστήρι

απύριν || Κάλυμνος, Κάρπαθος, Κως, Ρόδος || θειάφι

απυροθήκη || Κρήτη || θειαφιστήρι

απυρολόγος || Κρήτη || θειαφιστήρι

απυρόνερο || Κρήτη || θειαφονέρι

άπυρος [Somavera 1709] || Τραπεζούντα* || απύρωτος

άπυρους || Ίμβρος || άβραστος

άπυρους || Λέσβος, Μοσχονήσι || απύρωτος

απύρουτους [ΙΛΝΕ 1939] || απύρωτος

απυρόφτιλο || Αμοργός || θειαφοκέρι

απύρωτος || Αρκαδία, Μάνη, Νάξος, Παξοί || άζεστος

απύρωτος [Somavera 1709] || άδραος, αθράκωτος, άκαος, άκαυτος, άκαφος, άξαφτος, άπυρος, άπυρους, απύρουτους, άρδαος, αρθάκωτος || απύρωτος

άπυσο || Απουλία || βάραθρο

άπυσσο || Απουλία || βάραθρο

απύσταρον || Όφις* || ύστερα

απυστέρ || Σάντα*, Χαλδία* || ύστερα

απύστερα || Σάντα*, Τραπεζούντα* || ύστερα

απυστεραίας || Κερασούντα* || επιτέλους

απυστερναία || Χαλδία* || μετά

απυστερναίας || Σάντα*, Χαλδία* || μετά

απύτιαγους || Αιτωλοακαρνανία, Βοιωτία, Φθιώτιδα || αχόρταγος

απύτιαστος || Κορινθία || αχόρταγος

απφάν || Μαγνησία || αποπάνω

απφί || Κάλυμνος || αχλάδι

απφιγκιά || Κάλυμνος || αχλαδιά

απφίδα || Νίσυρος || αχλάδι

απφίδι || Νίσυρος, Σίφνος || αχλάδι

απφιδιά || Νίσυρος || αχλαδιά

απφιτζιά || Κάλυμνος || αχλαδιά

απχάτ || Κοζάνη, Τρίκαλα || αποκάτω

απχάτου || Καρδίτσα || αποκάτω

απώ || Χάλκη || αγαπώ

απώδε [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδώ

απών || λόγιο || απεούντας, απρεζεντάριστος || απών

απώνω || Βάτικα* || απλώνω

απώρα || Σάμος || νωρίς

απώρας || Κρήτη || προηγουμένως

απωρίς || Λευκάδα || νωρίς

απωρό || Καλαβρία || νωρίς

απωρός || Λευκάδα || νωρίς

απωρού || Θήρα, Μύκονος, Χίος || νωρίς

άπωσον || λόγιο || αβάρα || άπωσον

απώσταν || Κρήτη || αφότου

 

 

 

προς λέξεις που αρχίζουν από απορ-απω

 

αβάρα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Κοτύωρα*, Κρήτη, Λακωνία, Μάνη, Νίσυρος, Σάμος, Σύμη, Σύρος || άπωσον

αβγάσιμον || Κύπρος || απόστημα

αβλάτιστα || Κάρπαθος || απρόσεκτα

αβλεψιά [Βλαστός 1931] || απροσεξία

αβντάλης || Πωγώνι || απρόσεκτος

αβνταλιά || Χαλκιδική || αποχαύνωση

αβνταλίζου || Χαλκιδική || αποχαυνώνομαι

άβνταλους || Χαλκιδική || απρόσεκτος

αβντάλς || Χαλκιδική || απρόσεκτος

αβόλετος || Τραπεζούντα* || απραγματοποίητος

αβούρτιν || Μάκρη* || απόρρητο

αβόψι || Σίλλη* || απόψε

αβυζάκωτος || Κύπρος || απροσκόλλητος

αγανιά || Λευκάδα || απρέπεια

άγευτα [Βλάχος 1659] || απόρως

Αγιογιωργίτης [Βλαστός 1931] || Απρίλιος

Αγιοργίτης [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Απρίλιος

Αγιουγιουργίτς || Καβάλα || Απρίλιος

Αγιουργιάτς || Σέρρες || Απρίλιος

αγιρλίκκια || Κύπρος || αποσκευές

Αγιωργίτα || Τσακωνιά || Απρίλιος

αγκάθι || Κρήτη || απόστημα

αγκαίγος || Τσακήλι* || αποχωρητήριο

αγκαίους || Θεσσαλονίκη, Λαγκαδάς, Χαλκιδική || αποχωρητήριο

αγκιός || Καλαβρία || αποχωρητήριο

αγνωσία [Corona Preciosa 1527] || απορία

άγραφα [Γούλας 1961] || δημοτική || απροσδόκητα

αδιανόμητος || Μεσημβρία* || απρονόητος

αδιαφέντευτος [Βλάχος 1897] || δημοτική || Νάξος, Παξοί || απροστάτευτος

αδιαφέντιφτους || Φωκίδα || απροστάτευτος

αδιόριστος [Portius 1635] || απροσδιόριστος

αδίπλιαστος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απτύχωτος

άδιπλος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απτύχωτος

άδραος || Σάντα* || απύρωτος

αδράπανος || Ζάκυνθος, Κεφαλονιά || άπορος

αδράπανος || Κεφαλονιά || άπρακτος

άδρομα [ΙΛΝΕ 1933] || απρεπώς

άδρομος [ΙΛΝΕ 1933] || απρεπής

αδυναμίας || Κεφαλονιά || άπορος

αέξιος || Κάρπαθος || απρόσφορος

Αηγιώργης || Αυδήμι* || Απρίλιος

Αηγιωργίτης || Αργολίδα, Λακωνία || Απρίλιος

αθάρετα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απρόοπτα

αθελησιά [Βλαστός 1931] || απροθυμία

άθελος [Βλαστός 1931] || δημοτική || απρόθυμος

αθέρμαστος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Παξοί || απύρετος

αθράκωτος || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απύρωτος

αΐσκιουτους || Σιάτιστα || απροστάτευτος

άκαος || Σαμψούντα*, Σάντα* || απύρωτος

άκαρδα || Κερασούντα*, Χίος || απρόθυμα

άκαρδος || Κερασούντα*, Οινόη*, Σαμψούντα*, Σάντα* || απρόθυμος

άκαρδους || Κοζάνη || απρόθυμος

άκαυτος || Κερασούντα*, Οινόη*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απύρωτος

ακαφάλτστους || Θάσος || απρογευμάτιστος

ακαφάρτιστος || Κάλυμνος || απρογευμάτιστος

άκαφος || Κερασούντα*, Όφις*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απύρωτος

ακζίζου || Τσακωνιά || αποτραβιέμαι

ακόπιαστος || Βουρλά* || απρόσκλητος

ακούγιστος || Κερασούντα || απρόσκλητος

ακράτετος || Κερασούντα*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || απροστάτευτος

ακρίζου || Τσακωνιά || αποτραβιέμαι

άκωλε || Τσακωνιά || απύθμενος

άκωλος [Βεντότης 1790] || δημοτική || Κερασούντα*, Νίσυρος, Οινόη* || απύθμενος

ακώλωτος || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απύθμενος

αλάλετος || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απρόσκλητος

αλαλόνου || Ήπειρος || αποστομώνω

αλαλόνω || Ήπειρος || αποστομώνω

άλαλος || Πόντος || απρόσκλητος

αλαμπάντα || Πάργα || αποστόμωμα

αλαμπίκος [Βλάχος 1897] || δημοτική || αποστακτήρας

αλαπάντα || Θήρα, Λέσβος, Νάξος || αποχωρητήριο

αλατζός || Λέσβος || αποχωρητήριο

αλλαξοτηριάζω || Ζάκυνθος || αποστρέφω

αμαχοδίδω [Βλάχος 1659] || αποτιμάω

άμελα || Χαλδία* || απρόθυμα

αμπελόγια [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδια

αμπντάλς || Χαλκιδική || απρόσεκτος

αμπούχαβους || Καρδίτσα || αποχαυνωμένος

αμπράζης || Κορινθία || απρόσεκτος

αμπράτη || Κρήτη, Ρόδος || αποσκευές

άμπρεπος || Ρόδος || απρεπής

Αμπρίλη || Απουλία || Απρίλιος

αναγκαίο [Βλαστός 1931] || Βουρλά*, Ιθάκη, Κάλυμνος, Κοτύωρα*, Κρήτη, Μαΐστρος*, Ρόδος, Σύμη, Χάλκη, Χιμάρα, Χίος || αποχωρητήριο

αναγκαίον [Ήμελλος & Πολυμέρου 1983] || Καστελλόριζο, Κερασούντα*, Κρώμνη*, Κύπρος, Κως, Λιβίσι*, Ρόδος, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποχωρητήριο

αναγκαίος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Άνδρος, Αρκαδία, Αυλωνάρι, Βιθυνία*, Βουρλά*, Ζάκυνθος, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Κρήτη, Κωνσταντινούπολη, Μεσσηνία, Προποντίδα*, Τραπεζούντα* || αποχωρητήριο

αναγκαίου || Αϊβαλί*, Γρεβενά, Κοζάνη, Λέσβος, Μοσχονήσι*, Σάμος, Σουφλί, Χαλκιδική || αποχωρητήριο

αναγκαίους || Κοζάνη, Νιγρίτα, Σιάτιστα, Τήνος || αποχωρητήριο

ανάγκη || Σωζόπολη* || αποχωρητήριο

αναγκιό [Portius 1635] || Ιωάννινα || αποχωρητήριο

αναγκιός || Αλόννησος || αποχωρητήριο

αναθιβάνω || Κέρκυρα || απορώ

αναθουλιάζου || Ίμβρος || αποσυμπιέζω

ανάκαρδα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Βιθυνία*, Ίμβρος, Λέσβος, Τήνος, Χίος || απρόθυμα

ανάκαρδους || Λέσβος || απρόθυμος

αναμιράου || Ιωάννινα || αποσύρομαι

ανανάμενος || Τραπεζούντα* || απροσδόκητος

ανανάμονος || Χαλδία* || απροσδόκητος

ανανγκαίου || Πιερία || αποχωρητήριο

αναντζαίο || Άνδρος, Θήρα, Κάλυμνος, Κως || αποχωρητήριο

ανάντζη || Κύπρος || αποχωρητήριο

αναντρουπιάζω || Κρήτη || αποστρέφομαι

αναόρευτος || Κύπρος || απροστάτευτος

αναπάς || Κύπρος || αποχωρητήριο

αναπαυτό || Οινόη* || αποχωρητήριο

ανάπαψη [Somavera 1709] || αποχωρητήριο

ανασβολωμένος || αποσβολωμένος || αποσβολωμένος

αναστουμώνου || Κοζάνη || αποστομώνω

αναστραμάρα || Πωγώνι || αποστροφή

ανατζαίος || Αυλωνάρι, Κύπρος || αποχωρητήριο

ανατζιό || Κάλυμνος || αποχωρητήριο

ανατροπιάζω || Κρήτη || αποστρέφομαι

ανάφαλο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απρόοπτο

ανάφαντος || Παξοί || απρόσεκτος

αναφουφλίζου || Τήνος || αποσυμπιέζω

αναφουφουλιάζω || Ηλεία, Κεφαλονιά, Μεσσηνία || αποσυμπιέζω

ανάφραντος || Χίος || απρόσεκτος

αναχάβδαλα || Κύθηρα || απρεπώς

αναχαύνταλος || Λακωνία || αποχαυνωμένος

ανγκαίους || Πιερία || αποχωρητήριο

ανεγυρίζω || Κάσος || αποφεύγω

άνεδρος || Ρόδος || απότιστος

ανεθάρετα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απρόοπτα

ανέκαρδους || Θεσσαλία || απρόθυμος

ανεμούκου || Τσακωνιά || απορρίπτω

ανέμπυαστος [Ηπίτης 1908] || δημοτική || άπυος

άνερα || Αργολίδα || απότιστα

ανέσαστος || Κύπρος || απροετοίμαστος

ανηθάρετα || Σαράντα Εκκλησιές* || απροσδόκητα

ανιθουλιάζου || Ίμβρος || αποσυμπιέζω

ανόρπιστα || Κύθηρα, Κύπρος || απροσδόκητα

ανόρπιστος || Κύθηρα || απροσδόκητος

ανταλαβιά || Μαγνησία || απροσεξία

αντάλαβους || Μαγνησία || απρόσεκτος

άνταφλα || Αρκαδία || απρόσεκτα

άνταφλος || Αρκαδία, Μεσσηνία || απρόσεκτος

αντγός || Λευκάδα || αποχωρητήριο

αντίμερου || Λήμνος || αποφράδα

άξαφτος || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απύρωτος

αξεδήλωτος || Αρκαδία || απραγματοποίητος

αξεδιάλυστε || Τσακωνιά || απραγματοποίητος

αξεδιάλυτε || Τσακωνιά || απραγματοποίητος

αξιδιάλυτε || Τσακωνιά || απραγματοποίητος

άξμπαντα || Λέσβος || απότομα

αόψε || Νίσυρος, Σίφνος, Σύμη, Χίος || απόψε

αοψεσινός || Νίσυρος || αποψινός

αόψι || Σίλλη* || απόψε

αοψινός || Νίσυρος || αποψινός

απαθιά || Παξοί || απραξία

απανουτσάμπρου || Αίνος*, Ίμβρος || αποτρυγίδι

απαξέζικα || Δέλβινο || απροσδόκητα

απαραστόχαστος || Τραπεζούντα* || απρόσεκτος

άπαρτος || Σύμη || απούλητος

άπαρτος [Βλάχος 1659] || δημοτική || Ζάκυνθος, Μάνη || απόρθητος

άπαρτους || Λιβίσι* || απούλητος

απάτωτος [Βλαστός 1931] || δημοτική || απύθμενος

απαυτένιους || Σάμος || αποτέτοιος

απαυτός [Βλάχος 1897] || δημοτική || Σάμος, Φωκίδα, Χαλκιδική || αποτέτοιος

απαφαούδι || Κρήτη || αποφάγι

απαφήνου || Χαλκιδική || αποχαιρετώ

απείκαστος || Χίος || απρόσεχτος

απεούντας || Παξοί || απών

απεστέλλω || Κως || αποστέλλω

απέφαση || Καστελλόριζο || απόφαση

απεφασίζω || Καστελλόριζο || αποφασίζω

απέχω || Κάρπαθος || αποφεύγω

Απζίλη || Τσακωνιά || Απρίλιος

απζιλιάτσιχο || Τσακωνιά || απριλιάτικος

άπζοικο || Τσακωνιά || άπροικος

απιριόνιστος || Λακωνία || απριόνιστος

απιρόνιστος || Κερασούντα* || απριόνιστος

απιστιλμένους || Πρέβεζα || αποστελαμένος

απιτχαίνου || Πιερία || αποτυγχάνω

απιφάγια || Ίμβρος || αποφάγια

απιφασίζου || Ίμβρος || αποφασίζω

απιφόρα (τα) || Ίμβρος || αποφόρια

απκός [Ηπίτης 1908] || Ήπειρος || απρεπής

απόβα || Κρήτη || απόφαση

απόβαρμα || Χίος || αποφόρι

απόβαση || Χίος || απόφαση

αποβέντεμα || Θήρα || απότρυγα

αποβεντεμίζω || Θήρα || αποτρυγώ

αποβεντέμισμα || Νάξος || αποτρύγημα

αποβεντεμισμός || αποτρύγημα

αποβλήματα || Νίσυρος || αποφάγια

αποβουβαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποστομώνω

αποβουλώνω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποσφραγίζω

απόγδυμα || Κρήτη || αποφόρι

απογδύμνια (τα) || Μάνη || αποφόρια

απογδύνομαι || Κύθηρα || αποσύρομαι

απογιούρα || Ηλεία, Λακωνία || απόσκιο

απογισετούρα || Λακωνία || απόσκιο

απογλάρ || Όφις*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποφάγι

απογραμματίντζομαι || Κάρπαθος || αποφοιτώ

απογυρίζου || Μάνη || αποφεύγω

απογυρίζω || Κύπρος || αποστρέφω

αποδαιμονίζω || Αμοργός, Άνδρος, Κάσος, Κύθνος, Κρήτη, Σίφνος || αποτρελαίνω

αποδαύτος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτέτοιος

αποδιαντρέπομαι || Κρήτη || αποστρέφομαι

αποζαβλακωμένος || Κρήτη || αποχαυνωμένος

αποζαβλακώνομαι || Κρήτη || αποχαυνώνομαι

αποζαβλάκωση || Κρήτη || αποχαύνωση

αποζαμπλακωμένος || Κρήτη || αποχαυνωμένος

αποζαμπλακώνομαι || Κρήτη || αποχαυνώνομαι

αποζαμπλάκωση || Κρήτη || αποχαύνωση

αποζούρι || Κρήτη || αποτρυγίδι

αποζουρλαίνομαι [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || αποτρελαίνομαι

αποζουρλαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μεσσηνία || αποτρελαίνω

αποζουρλαμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποτρελαμένος

αποθαρρεύω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτολμώ

αποθαρώ || Ινέπολη* || αποτολμώ

αποθεσιμιό [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποταμίευση

αποθιά || Νίσυρος || απροθυμία

απόθουρους || Ιωάννινα || απόφαση

αποθωρώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποστρέφω

αποϊσκιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόσκιο

αποκαθέζου || Μάνη || αποτελειώνω

αποκάμου || Τσακωνιά || αποσπέρνω

αποκάχλασμα || Κοτύωρα* || απόχρεμψη

αποκέντα || Κρήτη || απόφαση

απόκιστε || Τσασκωνιά || απότιστος

αποκόβγω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κύπρος, Νάξος || αποχωρίζω

αποκόβου || Μάνη, Νιγρίτα || αποχωρίζω

αποκόβω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μεσσηνία || αποχωρίζω

αποκομμός || Νίσυρος || αποτίμηση

αποκοττώ || Κάρπαθος || αποτολμώ

αποκουζουλαίνω || Κρήτη || αποτρελαίνομαι

αποκόφτω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποχωρίζω

αποκοψιά || Κέκυρα || αποτροπή

αποκτενίδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποχτενίδι

απολυώ || Κάρπαθος || αποστέλλω

απολύω || Κάρπαθος || αποστέλλω

απολωλαίνομαι [Somavera 1709] || δημοτική || αποτρελαίνομαι

απολωλαίνου || Σκύρος || αποτρελαίνω

απολωλαίνω [Somavera 1709] || δημοτική || αποτρελαίνω

απολωλλαίνω || Κάρπαθος || αποτρελαίνω

απόλωλος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτρελαμένος

απολωλώνω || Λακωνία || αποτρελαίνω

απομεινάρι || Θεσπρωτία, Κρήτη || αποφάγι

απόμημα || Θεσπρωτία || αποφάγι

απομουρλαίνω [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρελαίνω

απομπούκι || Κρήτη || αποφάγι

απομπούκια || Κρήτη || αποφάγια

απομπουκίδι || Κρήτη || αποφάγι

απονεαίνω || Νίσυρος || αποτελειώνω

απόντενη || Τσακωνιά || αποτέτοιος

αποξενετάρω || Κρήτη || αποτελειώνω

αποξυλώνομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποσβολώνομαι

αποπείρνου || Τσακωνιά || αποσπέρνω

αποπείρου || Τσακωνιά || αποσπέρνω

 

 

αράζω || Θεσπρωτία, Κόνιτσα || απορώ

αραή || Κόνιτσα || απορία

αραλίκ [Κουκκίδης 1960] || απόσταση

αραλίκι [Κουκκίδης 1960] || Βουρλά* || απόσταση

αραλίχ || Αξός* || απόσταση

άρατος || Κύπρος || άπρακτος

άρδαος || Σάντα* || απύρωτος

αρθάκωτος || Χαλδία* || απύρωτος

αρπάγι || Σωζόπολη* || απόχη

αρπάι || Τσακωνιά || απόχη

αστμάρστους || Σάμος || απρόσεκτος

αστουχώ || Σάμος || αποτυγχάνω

αστόχια || Σάμος || αποτυχία

ασύφταστος || Όφις*, Τραπεζούντα*, Χαλδία || απρόφταστος

άτζαρστους || Σάμος || απρόσεκτος

αφαντάσταχα || Κεφαλονιά || απροσδόκητα

αφάντουρους || Τήνος || απρόσεχτος

αχάβαδος || Άνδρος || απρόβλεπτος

αψύς || Νιγρίτα || απότομος

αψύχωτος || Κερασούντα* || απύρετος

βγαρτό || Κρήτη || απόστημα

βούππα || Κύπρος || αποτσίγαρο

γόπα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτσίγαρο

Επρίλης || Αραβανί* || Απρίλιος

ζαβακαωμένος || Νάξος || αποχαυνωμένος

ζαβακουμένους || Ίμβρος || αποχαυνωμένος

ζαβακώνομαι || Κορινθία || αποχαυνώνομαι

ζαβακώνου || Ίμβρος, Σάμος || αποχαυνώνω

ζαβιά [Λεξικό Δημητράκου 1938] || δημοτική || απροσεξία

ζαβλακομάρα [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποχαύνωση

ζαβλακομάρα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποχαύνωση

ζαβλακουμένους || Αιτωλοακαρνανία, Άρτα, Θεσσαλονίκη, Καρδίτσα, Κοζάνη, Κρήτη, Λέσβος, Λήμνος, Πιερία, Σάμος, Σκόπελος, Φωκίδα, Χαλκιδική || αποχαυνωμένος

ζαβλάκωμα [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποχαύνωση

ζαβλακωμάρα [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || αποχαύνωση

ζαβλακωμένος [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || ζαβακαωμένος, ζαβακουμένους, ζαβλακουμένους, ζαμπλακουμένους, ζαμπλακωμένος, ζζαβλακωμένος, ζαβλακουμένους, ζαμπλακωμένος || αποχαυνωμένος

ζαβλακώννω || Κάλυμνος  || αποχαυνώνω

ζαβλακώνομαι [Somavera 1709] || δημοτική || αποχαυνώνομαι

ζαβλακώνουμαι [Βλαστός 1931] || αποχαυνώνομαι

ζαβλακώνουμι || Κοζάνη, Λήμνος, Σέρρες, Σκόπελος || αποχαυνώνομαι

ζαβλακώνω [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποχαυνώνω

ζαβομάρα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || απροσεξία

ζαβομάρα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποχαύνωση

ζαμπλάκουμα  || Κοζάνη, Σιάτιστα || αποχαύνωση

ζαμπλακουμένους || Κοζάνη, Σιάτιστα || αποχαυνωμένος

ζαμπλακούρα || Κρήτη || αποχαύνωση

ζαμπλακωμένος || Ηλεία || αποχαυνωμένος

ζαμπλακώνομαι || Κρήτη || αποχαυνώνομαι

ζεβλακώνω || Χίος || αποχαυνώνω

ζερβίλα || δημοτική || απόσκιο

ζζαβλακωμένος || Κως, Νίσυρος || αποχαυνωμένος

ζζαβλακώννομαι || Κως || αποχαυνώνομαι

ζζαβλακώννω || Κως, Νίσυρος || αποχαυνώνω

κακόρεχτος || Κρήτη || απρόθυμος

καμπανά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτρυγίδια

καμπανάκι [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

καμπανάρι [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

καμπανάρια [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδια

καμπανέλι [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

καμπανοί [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδια

καμπανός [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

καμπινέ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || αποχωρητήριο

Καπρίλς || Προποντίδα* || Απρίλιος

κενέφι [Ήμελλος & Πολυμέρου 1983] || Κρήτη, Κωνσταντινούπολη || αποχωρητήριο

κινέφ || Ιωάννινα || αποχωρητήριο

κοντότο || Ζάκυνθος || αποχωρητήριο

κοπανίζομαι || Κρήτη || αποσβολώνομαι

κοτζοτζίγαρον  || Σάντα* || αποτσίγαρο

κουδούνα [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

κουδούνες [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδια

κουδούνι [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

κουδούνια [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποτρυγίδια

λατρίνα || Κέρκυρα || αποχωρητήριο

λετρίνα || Κέρκυρα || αποχωρητήριο

λουθνάρ || Σάμος || απόστημα

μαγδαρός || Χαλδία* || άπτερος

Μαγιάπριλο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Απριλομάης

Μαγιάπριλος || Κεφαλονιά || Απριλομάης

μαδαρός || Χαλδία* || άπτερος

μαρίδα [ΙΛΝΕ 1939] || αποτσίγαρο

μέρος [ΙΛΝΕ 1939] || Μεσσηνία || αποχωρητήριο

μέρους || αποχωρητήριο

μουκαέτς || Νιγρίτα || απόφαση

μουκαϊτιά || Νιγρίτα || απόφαση

μουστερέκι [Ήμελλος & Πολυμέρου 1983] || αποχωρητήριο

μουστιρέκ || Καβακλί || αποχωρητήριο

μπαγάγια || Κέρκυρα || αποσκευές

μπαγάδια || Αρκαδία || αποσκευές

μπαγάζια [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || Κάρπαθος, Κύθηρα || αποσκευές

μπαγάλια || Κύθηρα || αποσκευές

μπαγκάζια [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποσκευές

μπακάζια || Ρόδος || αποσκευές

μπακοτίλια || Κύθηρα || αποσκευές

μπαμπώνω || Αρκαδία || αποστομώνω

μπράτη || Κρήτη, Ρόδος || αποσκευές

νασαέτι || Κρήτη || απόφαση

νεέττιν || Κύπρος || απόφαση

νεμπικαριό || Χίος || αποστακτήριο

νιετ || Σουφλί || απόφαση

νιέττιν || Κύπρος  || απόφαση

νιπόχη || Χάλκη || απόχη

ντέγκι || Καλλίπολη* || αποσκευή

ντένγκια || Ίμβρος || αποσκευές

ντζαβλακώννω || Κάρπαθος || αποχαυνώνω

ντζουγάπι || Σωζόπολη* || αποστόμωμα

ντίκους || Σουφλί || απότομος

ντισμπάρκου || Αιτωλοακαρνανία || απόφαση

ξεμπακιρώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποχαλκώνω

ξενετάρω || Κρήτη || αποτελειώνω

ξενετέρνω || Κρήτη || αποτελειώνω

ξεπαρουτώνω || Κρήτη || αποσυναρμολογώ

ξεστήθου || Κρήτη || αποστήθιση

ξεστίχου || Κρήτη || αποστήθιση

ξετελεύγω || Κρήτη || αποτελειώνω

ξηπύρκαστος || Κύπρος || απύρετος

ομπανέ || Κρήτη || απόψε

πατσιούδ || Έβρος || αποτσίγαρο

πατσιούδς || Έβρος || αποτσίγαρο

πεστέλλω || Κάλυμνος || αποστέλλω

ποκουζουλαίνω || Κρήτη || αποτρελαίνομαι

πομουρλαίνω [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρελαίνω

πόπιαμα || Καλαβρία || αποφάγι

ποράκ || Σαράντα Εκκλησιές* || αποράκι

πόρακος || Κύπρος || αποράκι

πόρεψη [Somavera 1709] || Παλιά Αθήνα, Κάρπαθος || αποχωρητήριο

πόροψη || Καστελλόριζο || αποχωρητήριο

ποσβολώννω || Κάλυμνος, Κως || αποσβολώνω

ποσπέρνου || Αυλωνάρι || αποσπέρνω

ποσπέρνω || Κρήτη, Ρόδος || αποσπέρνω

ποσπέρω || Σύμη, Τήλος || αποσπέρνω

ποστομώννω || Κύπρος || αποστομώνω

ποστρατζίδι || Αυλωνάρι || αποστραγγίδι

ποστράτζιν || Κύπρος || αποστραγγίδι

ποστρηνιάζω || Κύπρος || αποχαλινώνομαι

ποτρελλαίνω [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρελαίνω

ποτρώγω || Κρήτη || αποτρώγω

ποτρώω || Ρόδος || αποτρώγω

ποτσαμπούρι || Ρόδος || αποτρυγίδι

ποτσίαρον || Κύπρος || αποτσίγαρο

ποττρώω || Χίος || αποτρώγω

πουσπέρνου || Βόρεια Εύβοια || αποσπέρνω

Πουτιόλς || Σουφλί || Απόστολος

πουτριλένου || Εύβοια || αποτρελαίνω

πουτρώου || Εύβοια || αποτρώγω

πουφάι || Εύβοια || αποφάγι

πουφόρ || Λέσβος || αποφόρι

ποφάγι || Προποντίδα* || αποφάγι

ποφάι || Ρόδος || αποφάγι

ποφάιν || Κύπρος || αποφάγι

ποφασίζω || Ρόδος || αποφασίζω

ποφόρι || Καλαβρία || αποφόρι

ποφόρια || Ρόδος || αποφόρια

ποφόριν || Ρόδος || αποφόρι

ποφόριο || αποφόρι || αποφόρι

πόχη [Βλαστός 1931] || Φούρνοι, χαβουτσί* || απόχη

πόψα || Αδριανούπολη*, Μάλγαρα*, Μεσημβρία*, Σαράντα Εκκλησιές*, Σωζόπολη* || απόψε

πόψε || Ασυπάλαια, Κάλυμνος, Κύπρος, Κως, Όφις*, Ρόδος, Σούρμενα*, Τήλος || απόψε

πόψες || Σέριφος || απόψε

πόψι || Κάλυμνος, Νιγρίτα || απόψε

ποψιζνός || Σούρμενα* || αποψινός

πόψιν || Θεσσαλονίκη || απόψε

ρεμπελεμένος [Somavera 1709] || αποστάτης

σιοξενετάρω || Κρήτη || αποτελειώνω

σκέπαση || Κρήτη || αποχαύνωση

σοξενετάρω || Κρήτη || αποτελειώνω

τούτκουμπουρι || Νιγρίτα || αποτυχία

τσάμπουρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποτρυγίδια

τσαμπούρες [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδια

τσαμπουρίδα [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

τσαμπουρίδι [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρυγίδι

τσαμπουρίδια [Βλαστός 1931] || αποτρυγίδια

τσιμπιχανές || Μάνη || αποχωρητήριο

φαρσί [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || άπταιστα

φερσί || Αρκαδία || άπταιστα

φευγάτος [Somavera 1709] || αποστάτης

χαΐνης [Somavera 1709] || αποστάτης

χαλές [ΙΛΝΕ 1939] || Αρκαδία, Ημαθία, Ιωάννινα, Κοζάνη, Κουβούκλια*, Λακωνία, Μαγνησία, Μάνη, Νιγρίτα, Σιάτιστα || αποχωρητήριο

χεζουριό [Βεντότης 1790] || αποχωρητήριο

χεσταριό || Αρκαδία || αποχωρητήριο

χεστερή [ΙΛΝΕ 1939] || αποχωρητήριο

χρεία [ΙΛΝΕ 1939] || Ιωάννινα, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, Κοζάνη, Κωνσταντινούπολη, Λαγκαδάς, Λέρος, Μαΐστρος*, Μύκονος, Νιγρίτα, Ρόδος, Σέρρες, Σιάτιστα, Σίλλη* || αποχωρητήριο

Ψεύτης || Νάξος || Απρίλιος