Δημήτρη Λιθοξόου 2015 |
|
|
Αβδέλλα [Авдела] | Avdhela, Avdela, Avela. Και Αβδέ(λ)λα
στα ελληνικά. Χωριό του καζά Γρεβενών. Οι κάτοικοι του ήταν χριστιανοί Βλάχοι.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.800 άτομα.
Άγιος Ιωάννη ή Τσερκόβιανη [Црковјани / Μικρή Σάντα] | Crkovijani, Carkovijan, Carkovean, Carkoven, Carovčan, Carovčani. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Τσιρκόβιανη, Τσερκόβιανη και Άγιος
Ιωάννης. Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι κάτοικοί του
ήταν χριστιανοί Βλάχοι. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους είχε πληθυσμό 240-300
άτομα. Στη συνέχεια ο βλάχικος πληθυσμός εγκατέλειψε το χωριό. Μετά το 1922, η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ 57 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το
1928 απογράφηκαν 211 άτομα, όλα προσφυγικής καταγωγής. Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Μικρή Σάντα και το 1940 Μικρά Σάντα.
Άγιος Ιωάννης [Агиос Иоанис] | Agios Ioanis.
Και Άγιος Ιωάννης στα ελληνικά. Μικρό χριστιανικό χωριό του
καζά Κασσάνδρας ή Πολύγυρου. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1920
είχε 5 κατοίκους.
Αετόζι ή Αϊτός [Ајтос / Αετός] | Ajtos.
Στις ελληνικές πηγές το συναντάμε ως Αετόζ, Αετόζι και Αετός (επίσημη
ονομασία). Χωριό του ναχιγιέ Νέβεσκα, του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Οι κάτοικοί
του συμμετείχαν στο Ίλιντεν. Στις αρχές Σεπτεμβρίου 1903, ο οθωμανικός στρατός
έκαψε τα σπίτια του χωριού. Ο πληθυσμός του χωριού το 1912 ήταν περίπου 740
εξαρχικοί Μακεδόνες και 60 Τσιγγάνοι. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, σχεδόν
150 κάτοικοί του γίνονται πολιτικοί πρόσφυγες.
Αϊβάτοβο [Ајватово / Λητή] | Ajvatovo και Aivatli. Το Αιβάτι(ον) των ελληνικών
πηγών. Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1500
πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 μετονομάστηκε Λητή.
Άλαρ [Алар / Αρχοντικό] | Alar και Alare. Στις ελληνικές πηγές
αναφέρεται ως Αγαλάρ, Αλάρ, Αλάρι.
Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 140 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ όλος σχεδόν ο
πληθυσμός του μετανάστευσε στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ
245 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Αρχοντικό και
το 1940 Αρχοντικόν.
Αλτσάκ [Алчак / Χαμηλό] | Alčak και Alčaktži. Αλτσάκ στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Γευγελής. Οι πηγές το εμφανίζουν σαν ένα οικισμό
μουσουλμάνων Τούρκων. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους αριθμούσε περισσότερα από
1.200 άτομα. Το 1923-1924 οι μουσουλμάνοι κάτοικοί του υποχρεώθηκαν να φύγουν
στην Τουρκία. Στα σπίτια τους, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 44 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 το Αλτσάκ μετονομάστηκε Χαμηλόν.
Το 1928 απογράφηκαν στο χωριό 219 άτομα, όλα προσφυγικής καταγωγής.
Αμπάρ Κιόι [Амбар Ќој / Μάνδρες] | Ambar Kjoj ή Hambar Kjoj. Και Αμπάρ Κιόι στα ελληνικά. Χωριό
του καζά Αβρέτ Χισάρ (ή Κιλκίς ή Κούκους). Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
ζούσαν εδώ περίπου 300 εξαρχικοί Μακεδόνες και 70 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Μετά
τους βαλκανικούς πολέμους το χωριό ερημώνει. Οι Μακεδόνες κάτοικοί του
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία και οι μουσουλμάνοι στη Τουρκία. Η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στο Αμπάρ Κιόι 125 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων
(κυρίως Αλβανούς από την Ανατολική Θράκη). Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Μάνδρες και το 1940 Μάνδραι.
Αντά Τσίφλικ [Адата или Ада Чифлик] | Ada Čiflik και Adata. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται Αντά, Αδά και Αντάς. Χριστιανικό
χωριό του καζά Σερρών. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν στο χωριό περίπου
150 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και λίγοι Τσιγγάνοι. Στην απογραφή
του 1920 απογράφονται στον Αντά 128 άτομα. Στη συνέχεια ο
οικισμός ερημώνει.
Αντζίστα [Анџиста / Αγγίστα] | Andžista, Handžista. Αντζίστα και Αγγίστα (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Χωριό του καζά Ζίχνας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
ζούσαν εδώ περίπου 200 πατριαρχικοί Ρωμιοί και 130 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Στη
συνέχεια, όλοι οι μουσουλμάνοι μετανάστευσαν στη Τουρκία. Από την άλλη,
εγκαταστάθηκαν στο χωριό 110 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1928
απογράφηκαν 937 άτομα, 516 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Απόσκεπο [Апоскеп] | Aposkep
ή Aposkepe. Στα ελληνικά Απόσκεπος. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς.
Το χωριό συμμετείχε στην επανάσταση του Ίλιντεν και ο πληθυσμός του εκείνες τις
μέρες βγήκε στο βουνό. Για αντίποινα, ο οθωμανικός στρατός πήγε και έκαψε
σχεδόν όλα τα σπίτια. Μεταξύ 1905-1912 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και
κατά την εκεί δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 7 άτομα.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 500 εξαρχικοί Μακεδόνες. Τα πρώτα χρόνια της
ελληνικής διοικήσεως, αρκετοί κάτοικοι μετανάστευσαν στη Βουλγαρία, με τη
συνθήκη της Νεϊγύ. Μέρος του πληθυσμού οργανώθηκε την περίοδο της κατοχής και
του εμφυλίου στις αριστερές οργανώσεις και κατέφυγε τελικά στη Γιουγκοσλαβία
και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Μεταπολεμικά ο πληθυσμός του χωριού
μειώθηκε κατά 100 περίπου άτομα.
Αρακλί ή Ρακλί [Аракли или Ракли / Ηράκλειο] | Arakli, Rakli, Erilki. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Αρακλή, Αρακλί, Αραπλή.
Χωριό του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε 2 σπίτια μουσουλμάνων και 24 σπίτια
χριστιανών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 80 πατριαρχικοί (Ρωμιοί ή Μακεδόνες).
Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, εγκαταστάθηκαν σταδιακά στο Αρακλί και 93
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (κυρίως από την Ανατολική Θράκη). Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Ηράκλειον.
Αρκούντοχορ ή Αρκουδοχώρι [Аркудохор / Αρκοχώρι] | Arkudohor και Arkodohor. Στα ελληνικά
αναφέρεται σαν Αρκοδοχώρι ή Αρκουδοχώρι(ον).
Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι κάτοικοί του ήταν
πατριαρχικοί χριστιανοί. Οι πηγές ωστόσο είναι αντιφατικές, ως προς τη μητρική
γλώσσα των κατοίκων του, αν δηλαδή αυτοί μιλούσαν μακεδόνικα ή ρωμαίικα. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 360 άτομα. Το 1934 ο οικισμός μετονομάστηκε Αρκοχώριον.
Άρμενσκο [Арменско / Άλωνα] | Armensko. Το βρίσκουμε και ως Ermensko. Στις ελληνικές πηγές το συναντάμε σαν Άρμενσκο(ν).
Χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Πρόκειται για ένα αμιγώς χριστιανικό
μακεδονικό οικισμό. Οι κάτοικοί του ήταν μοιρασμένοι σε εξαρχικούς και
πατριαρχικούς. Το χωριό χτυπήθηκε σκληρά κατά την επανάσταση του Ίλιντεν.
Δέχτηκε την επίθεση του αυτοκρατορικού στρατού στις 5 Αυγούστου 1903. Πρώτα
έγινε στόχος του πυροβολικού και στη συνέχεια του τακτικού στρατού και των
βασιβουζούκων. Το χωριό έγινε στάχτη. Κάηκαν 150 από τα 157 σπίτια του χωριού.
Επίσης πυρπολήθηκαν 250 αποθήκες και στάβλοι. Κάηκαν ζωντανά 20 ζεύγη βοδιών,
20 άλογα και 240 γουρούνια. Όσοι από τους κατοίκους δεν πρόλαβαν να φύγουν στο
βουνό, βρήκαν φρικτό θάνατο: οκτώ άντρες και ένα βρέφος λαμπάδιασαν μέσα στα
σπίτια τους, 49 άντρες, 18 γυναίκες και δύο μωρά σκοτώθηκαν από πυροβολισμούς ή
σφάχτηκαν. Πληγώθηκαν σοβαρά 31 άτομα, εκ των οποίων 17 ήταν γυναίκες.
Βιάστηκαν επίσης 19 κορίτσια και γυναίκες από 13 έως σαράντα χρονών. Ένα μωρό
ενός έτους, το έκοψαν κομμάτια και το πέταξαν στα σκυλιά να το φάνε. Η έγκυος
Βασιλίτσα Τσότσου ξεκοιλιάστηκε σαν το ψάρι. Δέκα βραγιές καλαμπόκια ξερίζωσε
σφαδάζοντας από τους πόνους μέχρι να ξεψυχήσει. Οι Οθωμανοί πριν φύγουν
πλιατσικολόγησαν το χωριό. Το 1912 ζούσαν εδώ 900 περίπου Μακεδόνες. Μεταξύ
1904-1922 μετανάστευσαν από το χωριό στις ηπα και
κατά την εκεί άφιξη τους στο Ellis Island δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 38 άτομα. Το χωριό μετονομάστηκε το 1927 σε Άλωνας και
το 1940 σε Άλωνα. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, πολλά άτομα από
το χωριό έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Ασβεστοχώρι ή Κίρετς Κιόι ή Πεϊζάνοβο [Киреч Ќој или
Пејзаново]
| Kireč Kjoj, Pejzanovo. Στις ελληνικές πηγές
απαντάται ως Ασβεστοχώρι και Ασβεστοχώριον (επίσημη
ονομασία). Χριστιανικό κεφαλοχώρι του καζά Θεσσαλονίκης. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 4.700 πατριαρχικοί Μακεδόνες.
Βάλτσα ή Μπάλτσα [Балџа / Μελισσοχώρι] | Baldža. Και Μπάλτσα ή Μπάλτζα στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 2.700 πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1926 μετονομάστηκε Μελισσοχώρι και
το 1928 Μελισσοχώριον.
Βάμπελ [Бмбел / Μοσχοχώρι] | Vambel. Το βρίσκουμε και ως Vambeli. Στις
ελληνικές πηγές το συναντάμε σαν Βάμπελι και Βαμπέλι.
Χριστιανικό χωριό του καζά Καστοριάς και κατόπιν του καζά Κορυτσάς. Οι κάτοικοί
του συμμετείχαν το 1903 στην επανάσταση του Ίλιντεν. Ο οθωμανικός στρατός (μαζί
με βασιβουζούκους), προχωρώντας σε αντίποινα. Λεηλάτησε το χωριό και έκαψε 120
τα σπίτια του. Μεταξύ 1907-1912 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν
στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 16 άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 750 εξαρχικοί Μακεδόνες. Τα πρώτα χρόνια της ελληνικής διοίκησης, ένας
αριθμός κατοίκων μετανάστευσε από το Βάμπελ στη Βουλγαρία. Το 1927 οι οικισμός
μετονομάστηκε σε Μοσχοχώριον. Το 1928 ο πληθυσμός του μειώθηκε
στα 500 περίπου άτομα. Κατά τη διάρκειά της κατοχής, αρκετοί από το χωριό
οργανώθηκαν στον ΕΛΑΣ. Στη συνέχεια πολλοί περισσότεροι εντάχθηκαν στο
Δημοκρατικό Στρατό. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, σχεδόν όλοι οι κάτοικοί του
εγκατέλειψαν το χωριό, παίρνοντας το δρόμο της πολιτικής προσφυγιάς.
Μεταπολεμικά το κράτος παραχώρησε για βοσκοτόπια, σε ελληνόφρονες βλάχους
έποικους, τις εγκαταλειμμένες εκτάσεις του χωριού.
Βάρντινο [Вардино] | Vardino. Βάρδινο και Βάρδινα στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Ντεμίρ Χισάρ (Demir Hisar), του
καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 400 εξαρχικοί
Μακεδόνες.
Βασιλικά [Василика] | Vasilika. Και Βασιλικά στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Καλαμαριάς (Gelimerska) του καζά
Θεσσαλονίκης. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 2.300 Ρωμιοί. Το 1923-1924
εγκαταστάθηκαν στα Βασιλικά και 55 πατριαρχικοί πρόσφυγες.
Βέλες [Велес] | Veles. Και Βέλες και Βελεσ(σ)ά στα
ελληνικά. έδρα του ομώνυμου καζά. Οι κάτοικοι της ήταν χριστιανοί Μακεδόνες και
Βλάχοι, μουσουλμάνοι Τούρκοι, Εβραίοι και Τσιγγάνοι. Στη σερβική απογραφή του
1914 ο πληθυσμός της ήταν 15.624 άτομα.
Βελούσινα [Белушина] | Velušina. Και Βελούσινα ή Βελουσίνα στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Μεταξύ
1903-1915 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους
δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 78 άτομα. Το 1912 ο
πληθυσμός του ήταν περίπου 850 πατριαρχικοί Μακεδόνες.
Βερνίκι ή Βέρμπνικ [Врбник] | Vernik ή V’rbnik ή V’rnik. Και Βερνίκι στις ελληνικές πηγές. Ένα
από τα χριστιανικά χωριά της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή
Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 400 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Βέρτικοπ [Вертикоп / Σκύδρα] | Vrtikop, Vertikop, Vrtekop, Vertekop, Vrtokop, Vartokop.
Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Βερτεκόπ και Βέρτεκοπ.
Πατριαρχικό χωριό του καζά Βοδενών. Οι περισσότεροι κάτοικοί του ήταν Μακεδόνες.
Υπήρχαν και πέντε οικογένειες Τσιγγάνων. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 160 άτομα.
Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν στο χωριό και 72 οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Σκύδρα.
Βέχτι Παζάρ [Вехти Пазар / Ποντοχώρι] | Veti Pazar ή Vehti Pazar ή Eskidže. Στα ελληνικά κείμενα
το βρίσκουμε σαν Εσκιτζέ, Εσκιδζέ. Χριστιανικό χωριό
του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 180 άτομα
(εξαρχικοί Μακεδόνες και Τσιγγάνοι). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ 89 εξαρχικοί
μεταναστεύουν στη Βουλγαρία. Το 1923-1924 η ελληνική διοίκηση εγκαθιστά στο
χωριό 267 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (κυρίως από την Καππαδοκία). Το
1928 απογράφονται 894 άτομα, εκ των οποίων 832 είναι πρόσφυγες. Το 1926 ο
οικισμός μετονομάζεται σε Παλαιό, το 1940 σε Παλαιόν Παλαιόν, το
1953 σε Ποντοχώρι και το 1961 σε Ποντοχώριον.
Βίγλιστα ή Μπίκλιστα [Биклишта] | Bilisht ή Biklišta ή Bilišta. Και Βίγλιστα ή Μπίγλιστα στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Κορυτσάς. Η πλειοψηφία των κατοίκων της, γύρω
στα 1.000 άτομα, ήταν μουσουλμάνοι Αλβανοί. Κατοικούσαν επίσης εδώ και 275
χριστιανοί Μακεδόνες.
Βίντοβο [Видово] | Vidovo, Videhove. Βίδοβα και Βέδοβα στις
ελληνικές πηγές. χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nesram) του καζά Καστοριάς. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
ζούσαν εδώ 600 περίπου μουσουλμάνοι Αλβανοί. Στη συνέχεια προσαρτήθηκε στην
Αλβανία.
Βίσενι [Вишени / Βυσσινέα ή Βυσσινιά] | Višeni.
Αναφέρεται και ως Višani. Στα ελληνικά κείμενα υπάρχουν οι
γραφές Βύσ(σ)ιανι και Βίσανη. Χριστιανικό χωριό
της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς.
Ο πληθυσμός του συμμετείχε στις 20 Ιουλίου του 1903 στην επανάσταση του
Ίλιντεν. Η στρατιωτική φρουρά του χωριού χτυπήθηκε επιτυχώς από τους ένοπλους
αυτονομιστές. Λίγες μέρες αργότερα ο οθωμανικός στρατός προχώρησε σε αντίποινα
και έκαψε τα περισσότερα σπίτια του χωριού (από τα 200 σπίτια του χωριού, μόνο
13 δεν κάηκαν). Σκότωσε επίσης επτά χωρικούς. Μεταξύ 1903-1911 μετανάστευσαν
από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
14 άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.000 εξαρχικοί Μακεδόνες. Τα πρώτα χρόνια
της ελληνικής διοίκησης μερικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το
1928 ο πληθυσμός είχε μειωθεί σε 700 περίπου άτομα. Το 1926 μετονομάστηκε Βυσσινιά και
το 1940 Βυσσινέα. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, αρκετοί από τους
κατοίκους εντάχθηκαν στις οργανώσεις της Αριστεράς και τελικά βρέθηκαν με την
πλευρά των ηττημένων. Οι πιο πολλοί από αυτούς κατέφυγαν το 1949 στη Γιουγκοσλαβία
και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ο πληθυσμός
μειώθηκε κατά 250-300 άτομα.
Βλάντοβο [Владобо / Άγρας] | Vladovo. Και Βλάδοβο(ν) στα ελληνικά
κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 900
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ δεκατέσσερις
εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε σε Άγρας.
Βογατσικό ή Μπογκάτσικο [Богацко] | Vogaciko ή Bogacko.
Στα ελληνικά Βογατσικό(ν). Χριστιανικό χωριό του
ναχιγιέ Χρούπιστα (Hrupišta) του кαζά
Καστοριάς. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 2.350
πατριαρχικοί Ρωμιοί.
Βοδενά [Воден / Έδεσσα] | Voden. Αναφέρεται
επίσης ως Vodina (στα Τούρκικα) και Vodena. Βοδενά και Έδεσσα (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Έδρα του ομώνυμου καζά. Το 1912 είχε περίπου 9.000
κατοίκους. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (πατριαρχικοί
και εξαρχικοί). Οι μουσουλμάνοι (Τούρκοι και Μακεδόνες) ήταν σχεδόν 3.500
άτομα. Υπήρχαν ακόμα Βλάχοι και Τσιγγάνοι. Μεταξύ 1904-1913, 51 άτομα από την
πόλη μετανάστευσαν στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις εκεί αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες». Την περίοδο 1923-1924 το σύνολο των μουσουλμάνων κατοίκων της
υποχρεώθηκε να μεταναστεύσει στην Τουρκία. Στη Βουλγαρία μετανάστευσαν, με τη
συνθήκη της Νεϊγύ, 47 εξαρχικές οικογένειες. Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε στα Βοδενά 116 πατριαρχικές οικογένειες. Το 1928 απογράφηκαν στο
δήμο Εδέσσης 13.743 άτομα. (εκ των οποίων 5.580 ήταν πρόσφυγες). Μεταξύ των
απογραφέντων υπήρχαν και 1.723 χριστιανοί Τούρκοι.
Βόλτσιστα [Волчишта / Υδρέα] | Volčista, Vlčista, Vlčiste. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Βούλτσιστα και Βόλτσιστα. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Γιανιτσών
και στη συνέχεια του καζά Καρατζά Αμπάτ ή Καρατζόβας. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 100 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1920 ο οικισμός μετονομάστηκε Υδρέα και
το 1940 Υδραία. Μεταξύ 1923-1924 εγκαταστάθηκαν στη Βόλτσιστα και
37 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1928 απογράφηκαν στο χωριό 291 άτομα
(εκ των οποίων 132 ήταν πρόσφυγες).
Βούντριστα ή Σαρή Καντή [В’дриста или Сари Кади /
Παλαιός Μυλότοπος] | V’drišta, Vadrišta, Sari Kadi.
Στα ελληνικά κείμενα τη βρίσκουμε σαν Βούδριστα ή Σαρή Καδή.
Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 είχε περίπου 350 κατοίκους
(εξαρχικοί Μακεδόνες και μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, οκτώ
εξαρχικές οικογένειες έφυγαν για τη Βουλγαρία. Με τη συνθήκη της Λοζάνης, όλοι
οι μουσουλμάνοι υποχρεώθηκαν να φύγουν για την Τουρκία. Από την άλλη, η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο χωριό 226 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Το 1927 ο οικισμός μετονομάζεται Μυλότοπος και το 1940 Παλαιός
Μυλότοπος. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 1.098 άτομα (εκ των οποίων 700 ήταν
πρόσφυγες).
Βρανιέβτσι [Вранјевци] | Vranjevci. Το βρίσκουμε και ως Vranjavci. Στα
ελληνικά κείμενα αναφέρεται σαν Βράνεφτσι. Χριστιανικό χωριό
του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 230 Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Βρέζοτ ή Βρες [Брежот или Врес / Άγιος Λουκάς] | Vrežot, Vres, Vireš. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Βρες, Βρέσι, Βρεζ, Βρέζι.
Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν μουσουλμάνοι
Τσιγγάνοι και πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 330 άτομα. Με
τη συνθήκη της Λοζάνης, όλοι οι μουσουλμάνοι του χωριού υποχρεώθηκαν να φύγουν
στην Τουρκία. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Άγιος Λουκάς. Το
1928 κατοικούσαν στο χωριό σχεδόν 150 Μακεδόνες.
Γενί Κιόι [Ени Ќој / Κριθέα] | Eni Kjoj, Jeni
Kjoj, Jenikjoj, Bogorodica. Στις ελληνικές
πηγές αναφέρεται ως Γενή Κιόι, Γενίκιοϊ, Βακούφ
Γενίκιοϊ. Χωριό του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε 7 σπίτια χριστιανών. Πριν
τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 50 χριστιανοί Μακεδόνες. Στη
συνέχεια, οι κάτοικοί του εγκατέλειψαν το χωριό. Η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε στο Γενί Κιόι 310 προσφυγικές οικογένειες (κυρίως
από την Ανατολική Θράκη). Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κριθιά.
Γενί Κιόι ή Νόβο Σέλο ή Μουσταφάγκοβο Σέλο [Ени Ќој
или Ново Село или Мустафагово Село / Αρχάγγελος] | Eni Kjoj, Jenikej, Mustafagovo Selo, Novo Selo. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Γενί Κιόι ή Γενίκιοι.
Οικισμός του καζά Βέροιας και στη συνέχεια του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 110 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Την περίοδο 1923-1924 η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε στο χωριό και 16 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Στην απογραφή
του 1928, ο πληθυσμός ήταν 174 άτομα, 65 από τα οποία ήταν προσφυγικής
καταγωγής. Το 1926 μετονομάστηκε Βάλτος και το 1940 Αρχάγγελος.
Γενί Μαχαλέ ή Ενί Μαχαλά [Ени Махала / Πεπονιά] | Eni Mahala ή Jeni Mahala ή Nova Mahala. Και Γενί
Μαχαλ(λ)έ στα ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 400 εξαρχικοί Μακεδόνες. Τα επόμενα χώρια 167 άτομα από το
χωριό μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (σε Sveti Vrač και Plovdiv). Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν 34 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Πεπονιά.
Το 1928 απογράφηκαν 441 άτονα, 192 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Γευγελή [Гевгелија] | Gevgelija. Το συναντάμε και ως Gjevgjelija, Gjevgjeli, Gevgelij.
Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε με την ονομασία Γευγελή ή
και Γεβγελή. Έδρα του ομώνυμου καζά. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
5.200 άτομα. Η μεγάλη πλειοψηφία τους ήταν χριστιανοί Μακεδόνες. Υπήρχαν λίγοι
Βλάχοι, Αλβανοί, Τσιγγάνοι και Ρωμιοί χριστιανοί. Οι πατριαρχικοί αποτελούσαν
τα 2/3 του χριστιανικού πληθυσμού. Ο μουσουλμανικός πληθυσμός ανερχόταν σχεδόν
σε 1.200 άτομα. Οι περισσότεροι ήταν Τούρκοι. Υπήρχαν ωστόσο ανάμεσά τους
Τσερκέζοι, Μακεδόνες και Τσιγγάνοι.
Γιαβόρενι [Јаворени / Πλατάνη] | Javorjani και Javoreni.
Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Γιαβόριαν(ν)η, Γιαβόργιαννη, Γιαβόργιανι.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 140 Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Πλατάνη.
Γιανάκοβο [Јанаково / Γιαννακοχώρι] | Janakovo. Και Γιαν(ν)άκοβο(ν) στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
50 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1923-1924 η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ και
80 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Γιαννακοχώρι και
το 1940 Γιαννακοχώριον.
Γιανιτσά [Ениџе Вардар или Пазар / Γιαννιτσά] | (J)enidže Vardar ή Pazar. Στα ελληνικά κείμενα
το βρίσκουμε σαν Γενιτσά, Γιανετσά, Γιανιτσά και Γιαννιτσά (επίσημη
ονομασία, από το 1926). Έδρα του ομώνυμου καζά. Οι κάτοικοι του ήταν κυρίως
μουσουλμάνοι Τούρκοι και χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Υπήρχαν ακόμα λίγοι μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι και Εβραίοι. Το 1913 η πόλη είχε
πληθυσμό 7.167 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 448 εξαρχικές οικογένειες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Με τη συνθήκη της Λοζάνης, όλοι οι μουσουλμάνοι
κάτοικοί της αναγκάστηκαν να φύγουν στην Τουρκία. Από την άλλη, η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στα Γιανιτσά 1.390 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (από
τη Βουλγαρία, τη Θράκη, τον Πόντο, τη Μικρά Ασία και τον Καύκασο). Το 1928
απογράφηκαν στην πόλη 9.128 άτομα, από τα οποία 4.929 ήταν προσφυγικής
καταγωγής.
Γιάντσιστα [Јанчишта / Άγιος
Γεώργιος]
| Jančišta ή Jančiščta. Και Γιάντσιστα στα ελληνικά.
Χριστιανικός οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 300 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1923-1924 η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στη Γιάντσιστα και 131 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Γιάνισσα και το 1940 Άγιος
Γεώργιος.
Γκαϊτανίνοβο [Гајтаниново] | Gajtaninovo και Гайтаниново (επίσημη
βουλγαρική γραφή). Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε ως Γκαϊτανίνοβο(ν), Γαϊτανίνοβο(ν)
και Γαϊτανίνα. Χριστιανικό χωριό του καζά Νευροκοπίου. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 1.000 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Γκάλιστα [Галишта / Ομορφοκκλησιά] | Gališta. Και Γκάλ(λ)ιστα στα
ελληνικά κείμενα. χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Ήταν ένας μικτός οικισμός
χριστιανών και μουσουλμάνων. Το σύνολο του πληθυσμού είχε ως μητρική γλώσσα τη
μακεδονική. Οι χριστιανοί είχαν διχαστεί σε πατριαρχικούς και εξαρχικούς. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 350 χριστιανοί και 400 μουσουλμάνοι. Το 1923-1924 οι
τελευταίοι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν υποχρεωτικά στην Τουρκία. Στα σπίτια
τους εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από τον Πόντο. Το 1928 ο πληθυσμός του χωριού
ήταν περίπου 350 γηγενείς Μακεδόνες και 120 πρόσφυγες. Το 1926
μετονομάστηκε Ωμορφοκκλησιά και το 1940 Ομορφοκκλησιά.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου αρκετές οικογένειες γηγενών (κυρίως), κατέφυγαν
στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Γκάμπρεσι ή Γκάμπρες [Габреш / Γάβρος] | Gabreš.
Στα ελληνικά το βρίσκουμε σαν Γκάμπρες, Γκαμπρές, Γκαμπρέσι, Γαβρέσι, Γάβρεση, Γαβρέσιον.
Χριστιανικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή
Καστοριάς. Πολλοί από το Γκάμπρες συμμετείχαν στην επανάσταση του Ίλιντεν.
Μεταξύ 1906-1912 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως
είναι «εθνικά Μακεδόνες» πέντε άτομα. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν
περίπου 650 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάζεται Γάβρος.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, αρκετοί κάτοικοί του γίνονται πολιτικοί
πρόσφυγες.
Γκάμπροβο [Габрово] | Gabrovo. Γάβροβο(ν) και Γαύροβο(ν)
στα ελληνικά. Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Το 1910 ζούσαν εδώ 480 πατριαρχικοί
Μακεδόνες και 245 μουσουλμάνοι Τούρκοι.
Γκέρμαν [Герман / Άγιος Γερμανός] | German. Το
βρίσκουμε και ως Jerman (Gherman). Στις
ελληνικές πηγές το συναντάμε πάντα ως Γέρμαν. Χωριό του ναχιγιέ της
Ντόλνα Πρέσπα (Dolna Prespa), του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Το Γκέρμαν
συμμετείχε στην επανάσταση του Ίλιντεν και γνώρισε τα αντίποινα του οθωμανικού
στρατού στις 29 Αυγούστου 1903: το χωριό κάηκε και 100 «κομίτες»
σκοτώθηκαν. Το 1912 ήταν ένας μικτός οικισμός, 1.450 χριστιανών Μακεδόνων (οι
περισσότεροι των οποίων ήταν εξαρχικοί) και 130 μουσουλμάνων Αλβανών. Οι
μουσουλμάνοι αναγκάστηκαν μέχρι το 1924 να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Μεταξύ
1904-1920 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους
δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 26 άτομα. Το 1928 ζούσαν
εδώ 1.650 Μακεδόνες. Στο τέλος του εμφυλίου το σύνολο του πληθυσμού οδηγήθηκε
στην πολιτική προσφυγιά. Μεταπολεμικά, η ελληνική διοίκηση εποίκησε το έρημο
χωριό με Πόντιους και ελληνόφρονες Βλάχους από την Ήπειρο.
Γκέρμαν [Герман / Σχιστόλιθος] | German.
Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Γέρμαν, Γέρμανι, Γερμάνι και Γέρμανη. Χωριό
του καζά Ντεμίρ Ισάρ (ή Δεμίρ Ισσάρ). Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 550 χριστιανοί
Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί). Στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο το χωριό
κάηκε από τον ελληνικό στρατό. Στη συνέχεια, οι κάτοικοί του μεταναστεύουν στη
Βουλγαρία. Συνολικά έφυγαν από το Γκέρμαν, με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 138
οικογένειες. Από την άλλη, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό 121 πατριαρχικοί
πρόσφυγες. Το 1927 ο προσφυγικός πια οικισμός μετονομάστηκε Σχιστόλιθος.
Γκέρτσιστε [Грчиште] | Grčište. Αναφέρεται επίσης ως Grčišta, Garčište. Το
βρίσκουμε σαν Γκέρτσιστα και Γκίρτσιστα στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Γευγελής. Οι κάτοικοί του ήταν χριστιανοί
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε
πληθυσμό 426 άτομα.
Γκιάβατο ή Διαβατό [Ѓабато /Διαβατός] | Gjavato, Javatos. Διαβατό και Διαβατός (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 220 πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν
στο χωριό και 45 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Γκιούβεζνα [Ѓувезна / Άσσηρος] | Gjuvezna, Gjuvezne,
Givezne, Gvozdovo. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως
Γιουβέσνα, Γκιουβέσνα, Γκιουβέζνα, Γκιβέζνα.
Χωριό του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε 11 σπίτια μουσουλμάνων και 84 σπίτια
χριστιανών. Το 1910 ζούσαν εδώ περίπου 970 άτομα: 870 πατριαρχικοί Ρωμιοί και
100 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Μετά τους βαλκανικούς πολέμους οι μουσουλμάνοι
κάτοικοί του έφυγαν για την Τουρκία. Στη θέση τους ήρθαν 31 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων (κυρίως από την Ανατολική Θράκη). Το 1927 ο οικισμός
μετονομάστηκε Άσσηρος. Το 1928 απογράφηκαν 1.412 άτομα, 167 εκ των
οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Γκιούπτσεβο [Гјупчево / Γυψοχώρι] | Gjupčevo. Γιούψεβο(ν) και Γιούψοβο(ν)
στα ελληνικά. Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ
200 περίπου χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη
της Νεϊγύ, 33 κάτοικοί του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Στα σπίτια τους η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 13 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων, από τον
Πόντο. Το 1928 απογράφηκαν 286 άτομα (43 από τα οποία ήταν προσφυγικής
καταγωγής). Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Γυψοχώρι και το
1940 Γυψοχώριον.
Γκιούρετζικ [Ѓуреџик / Γρανίτης] | Gjuredžik, Giredžik, Ruždene. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Γκιουρεντζήκι, Γιουρουτζούκι, Γιουρεδζίκ, Γιουρετζίκ.
Χωριό του καζά Δράμας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 479 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το
χωριό κάηκε στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο από τον ελληνικό στρατό. Με τη συνθήκη
της Νεϊγύ, οι μισοί κάτοικοί του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (σε Nevrokop, Plovdiv, Sadovo, Koprivlen, Mečkjur). Από την άλλη, ήρθαν
και εγκαταστάθηκαν 44 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός
μετονομάστηκε Γρανίτης. Το 1928 απογράφηκαν 573 άτομα, 209 εκ των
οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Γκλίσικι [Глишиќ] | Glišikj και Gališik. Γκαλισίκ και Γλισσίκι στις
ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά Τίκφες. Οι κάτοικοι ήταν του Μακεδόνες,
χριστιανοί (εξαρχικοί) και μουσουλμάνοι. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε
πληθυσμό 240 άτομα.
Γκνίλεζ [Гнилеж] | Gnilež. Στα ελληνικά έγγραφα
αναγράφεται σαν Γκνήλες ή Γνήλες. Χριστιανικό
χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 100
πατριαρχικοί Μακεδόνες.
Γκόλεμα Λίβαντα [Голема Ливада / Μεγάλα Λιβάδια] | Golema Livada, Golemo Livadi, Livadja. Λιβάδια και Μεγάλα
Λειβάδια (επίσημη ονομασία). Οικισμός της περιοχής Καρατζόβας ή
Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Τη θερινή περίοδο ζούσαν εδώ περίπου 850
οικογένειες χριστιανών Βλάχων (πατριαρχικών και ρουμανιστών). Το 1913 ο
πληθυσμός τους ήταν 3.823 άτομα.
Γκολίσανι [Голишани / Λευκάδια] | Golišani. Αναφέρεται επίσης ως Gulišane και Gališan. Στις ελληνικές πηγές την συναντάμε σαν Γκολέσανη, Γκολουσάνη, Γκολουσιάνη,
Γκολεσιάνι, Γκολέσιανη, Γκολεσιάνη, Γκολισιάν.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 130 Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1923-1924 η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στον
οικισμό και 64 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 μετονομάστηκε Γυμνοτόπι και
μετά Λευκάδι. Το 1928 η ονομασία άλλαξε πάλι και έγινε Λευκάδια.
Γκόλο Σέλο [Голо Село / Ακρολίμνη] | Golo Selo και Goloto Selo. Και Γκόλο Σέλο στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν
εξαρχικοί Μακεδόνες και μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 320
άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ υπήρξε μετανάστευση εξαρχικών από το Γκόλο Σέλο
στη Βουλγαρία. Οι μουσουλμάνοι του χωριού αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία,
με τη συνθήκη της Λοζάνης. Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε, στα
σπίτια αυτών που έφυγαν, 31 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (κυρίως από τον
Καύκασο). Το 1928 απογράφονται 425 άτομα (143 από τα οποία ήταν πρόσφυγες). Το
1913 ο οικισμός μετονομάστηκε Γυμνοχώρι, το 1926 Γυμνά και
το 1966 Ακρολίμνη.
Γκόργκοπικ ή Γκόργκοπ [Горгопик или Горгоп / Γοργόπη] | Gorgopik και Gorgop. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Γοργόπ, Γοργόπι, Γοργώπη και Γοργόπη (επίσημη
ονομασία). Χριστιανικό χωριό του καζά Γευγελής. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 700
εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 484 κάτοικοί του μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία. Στα σπίτια τους, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 533
πατριαρχικούς πρόσφυγες, από τον Ανατολική Θράκη, τη Μικρά Ασία και τον Πόντο.
Γκόρεντσι [Горенци / Κορησός] | Gorenci. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Γκορέντση, Γκορέντσι, Γκόρεντσι. Χωριό
της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς.
Ήταν ένας μικτός οικισμός χριστιανών Μακεδόνων και μουσουλμάνων Τούρκων. Οι
χριστιανοί είχαν διαιρεθεί σε πατριαρχικούς και εξαρχικούς. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 800 μουσουλμάνοι και 1.200 χριστιανοί. Το 1919 μετονομάστηκε Κορησός.
Όλοι οι μουσουλμάνοι κάτοικοί του, μετανάστευσαν υποχρεωτικά στην Τουρκία το
1923-1924. Στη θέση τους η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε πρόσφυγες, κυρίως
Μικρασιάτες. Το 1928 ο πληθυσμός του χωριού ήταν σχεδόν 1.200 ντόπιοι Μακεδόνες
και 400 πρόσφυγες.
Γκορνίτσεβο [Горничево / Κέλλα] | Gorničevo. Στις
ελληνικές πηγές αναγράφεται ως Γκορνίτσοβο(ν) ή Γορνίτσοβο(ν).
Χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Μεταξύ 1905-1910 μετανάστευσαν από το
Γκορνίτσεβο στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
26 άτομα. Το 1912, ζούσαν εδώ 1.050 χριστιανοί Μακεδόνες (οι περισσότεροι
εξαρχικοί). Μετονομάστηκε σε Κέλλη το 1926 και σε Κέλλα το
1940. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, 300 σχεδόν άτομα από το χωριό
εγκατέλειψαν τη χώρα.
Γκόρνο Γκραματίκοβο [Горно Граматиково / Άνω
Γραμματικό] | Gorno
Gramatikovo. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται
ως Άνω Γραμματίκοβο(ν) και Καλύβια Γραμματίκοβου.
Χωριό του καζά Καϊλαρίων. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 550 χριστιανοί Βλάχοι. Το
1927 ο οικισμός. μετονομάστηκε Άνω Γραμματικόν.
Γκόρνο Κάλενικ [Горно Каленик / Άνω Καλλινίκη] | Γκόρνο Κάλενικ. Στις ελληνικές πηγές αναγράφεται ως Άνω Κάλ(λ)ενικ ή
Άνω Καλλίνικον ή Άνω Καληνίκη ή Άνω
Καλλινίκη (τελευταία επίσημη ονομασία). Ήταν χωριό του καζά Λέριν ή
Φλώρινας. Μεταξύ 1904-1912 μετανάστευσαν από το Κάλενικ στις
ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» δώδεκα άτομα. Το
1912 κατοικούσαν στο χωριό περίπου 300 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Γκόρνο Καράτζοβο [Горно Караџово / Μονοκκλησιά] | Gorno Karadžovo ή Karadža Kjoj.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Καρατζάκιοϊ ή Καρατζά
Κιόι ή Άνω Καρατζάκιοϊ. Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 500 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 59
οικογένειες έφυγαν από το χωριό για τη Βουλγαρία (στο Petrič). Η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε στο Γκόρνο Καράτζοβο 79 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926
ο οικισμός μετονομάστηκε Μονοκκλησιά. Το 1928 απογράφηκαν 427
άτομα, 363 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Γκόρνο Κλέστινο [Горно Клештино / Άνω Κλεινές] | Gorno Kleštino.
Το βρίσκουμε και ως Gorna Kleština. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Άνω Κλέστινα. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 850 μουσουλμάνοι Αλβανοί. Το 1923-1924 οι Αλβανοί
μουσουλμάνοι κάτοικοί του αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν η χώρα. Στα σπίτια τους
εγκαταστάθηκαν χριστιανοί πρόσφυγες (κυρίως από τη Θράκη). Το 1926 το χωριό
μετονομάστηκε Άνω Κλειναί.
Γκόρνο Κοπάνοβο [Горно Копаново / Άνω Κοπανός] | Gorno Kopanovo, Gorno Kupanovo, Jokari Kopanova. Και Άνω Κοπανός στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 220 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν
στον οικισμό και 112 προσφυγικές οικογένειες (κυρίως από τον Πόντο).
Γκόρνο Κότορι [Горно Котори / Άνω Υδρούσα] | Gorno Kotori.
Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε ως Άνω Κότ(τ)ρι. Χωριό του καζά
Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 κατοικούσαν εδώ 260 χριστιανοί, εκ των οποίων 220
ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες και 40 πατριαρχικοί Αλβανοί. Μεταξύ 1903 -1913
μετανάστευσαν από το Κότορι (χωρίς διευκρίνιση από Ντόλνο ή Γκόρνο)
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 32
άτομα. Το 1928 το χωριό μετονομάστηκε Άνω Υδρούσα και το
1940 Άνω Υδρούσσα.
Γκόρνο Κουφάλοβο [Горно Куфалово / Άνω Κουφάλια] | Gorno
Kufalovo. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται
ως Άνω Κουρφάλι, Άνω Κουφάλοβο(ν), Άνω
Κοφάλοβο(ν), Άνω Κουφάλια (επίσημη ονομασία). Χωριό
της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά Θεσσαλονίκης. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους, ζούσαν εδώ περίπου 1.500 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του μετανάστευσε στη
Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα σπίτια τους πατριαρχικούς
πρόσφυγες (κυρίως από τη Βουλγαρία).
Γκόρνο Μπρόντι [Горно Броди /
Άνω Βροντού] | Gorno Brodi ή Gorno Vrondi. Άνω
Βροντού στα ελληνικά. Οικισμός του καζά
Σερρών. Το 1912 οι κάτοικοί του ήταν περίπου 6.000 χριστιανοί Μακεδόνες (κυρίως
εξαρχικοί). Στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο το χωριό βομβαρδίστηκε από τον
ελληνικό στρατό. Τα επόμενα χρόνια μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 1.281 εξαρχικές
οικογένειες, που εγκαταστάθηκαν σε Sofja, Nevrokop (Goče Delčev), Plovdiv, Stanimaka (Asenovgrad),
Kornica και Hadžidimovo. Η ελληνική διοίκηση έφερε να ζήσουν,
στο σχεδόν εγκαταλειμμένο χωριό, 285 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Σύμφωνα με τη
βουλγάρικη στατιστική του 1941, οι μισές (από τις 100) οικογένειες του χωριού,
ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Γκόρνο Νεβόλιανη [Горно Неволјани / Σκοπιά] | Gorno Nevoljani ή απλώς Nevoljani. Το
συναντάμε και σαν Nevoljan ή
και Nevoleni. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε ως Άνω
Νεβόλιανη ή Άνω Νεβολιάνη. Χωριό του καζά Λέριν ή
Φλώρινας. Κατά την επανάσταση του Ίλιντεν (την 1η Αυγούστου
1903) ένα οθωμανικό στρατιωτικό απόσπασμα πλιατσικολόγησε την εκκλησία του
χωριού και έκλεψε αντικείμενα αξίας 15 λιρών. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου
1.350 χριστιανοί Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί) και 350 μουσουλμάνοι
Τούρκοι. Μεταξύ 1903 -1915 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις
αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 36 άτομα. Το 1923-1924, οι
μουσουλμάνοι αναγκάστηκαν να φύγουν στην Τουρκία. Στα σπίτια τους, η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε 100 χριστιανούς πρόσφυγες (κυρίως από τη Μικρά Ασία). Το
1928 το χωριό μετονομάστηκε Σκοπιά.
Γκόρνο Πόζαρ [Горно Пожар / Άνω Λουτράκι] | Gorno Požar και Gorno Požarsko. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Άνω Πόζαρ. Χωριό
της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και
στη συνέχεια του καζά Καρατζά Αμπάτ ή Καρατζόβας. Το 1907 επτά άτομα από το
Πόζαρ μετανάστευσαν στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες». Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 2.000 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μετά τον
πρώτο παγκόσμιο πόλεμο οι περισσότεροι κάτοικοί του κατέβηκαν λίγο πιο χαμηλά,
στο Ντόλνο Πόζαρ (Dolno Požar). Το 1922 ο οικισμός
μετονομάστηκε Άνω Λουτράκιον. Το 1928 είχε 157 κατοίκους
(Μακεδόνες). Το Μάρτιο του 1947, ο ελληνικός στρατός έκαψε το χωριό. Στο τέλος
του εμφυλίου πολέμου ερήμωσε, καθώς οι περισσότεροι κάτοικοί του κατέβηκαν στο
Ντόλνο Πόζαρ (Κάτω Λουτράκι), ενώ αρκετοί άλλοι κατέφυγαν, σαν πολιτικοί
πρόσφυγες, στη Γιουγκοσλαβία.
Γκόρνο Πορόι [Горно Порој / Άνω Πορόια] | Gorno Poroj, Gorni Poroi, Gornji Poroi. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Άνω Πορόγια, Άνω
Πορρόια και Άνω Πορόια (επίσημη ονομασία). Οικισμός
του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Τα τελευταία χρόνια της οθωμανικής
περιόδου, ζούσαν εδώ περίπου 1.050 Βλάχοι (πατριαρχικοί και ρουμανίζοντες), 450
μουσουλμάνοι Τούρκοι και 2.500 εξαρχικοί Μακεδόνες. Ο ελληνικός στρατός έκαψε
το χωριό στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο (στις 9 Ιουλίου 1913). Μεταξύ των ετών
1913-1915 εγκατέλειψαν το χωριό σχεδόν 1.500 Μακεδόνες (που έφυγαν για τη
Βουλγαρία) και 45 Τούρκοι. Από την άλλη, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν 85
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Τον Αύγουστο του 1915 είχε 2.833 κατοίκους:
1.050 Βλάχους, 1.000 Μακεδόνες, 405 μωαμεθανούς, και 378 πρόσφυγες. Τα επόμενα
χρόνια, έφυγαν και άλλοι Μακεδόνες για τη Βουλγαρία. Ο συνολικός αριθμός τους
(από το 1913) έφτασε τις 365 οικογένειες. Έφυγαν επίσης υποχρεωτικά και όλοι οι
μουσουλμάνοι για την Τουρκία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο χωριό και
άλλους πατριαρχικούς πρόσφυγες. Έτσι ο αριθμός των προσφύγων έφτασε τις 208
οικογένειες. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 2.173 άτομα, 837 εκ των οποίων ήταν
προσφυγικής καταγωγής.
Γκόρνο Σέλο ή Γκόρνο Σελ [Горно Село или Горно
Шел / Άνω Βέρμιο] | Gorno Selo, Gorno Šel, Drugo Selja. Και Άνω Σέλι στα ελληνικά. Οικισμός
του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ
περίπου 1.200 χριστιανοί Βλάχοι. Το 1926 μετονομάστηκε σε Άνω Βέρμιον και
το 1951 σε Βέρμιον.
Γκούγκοβο [Гугово / Βρυτά] | Guguvo. Και Γκούγκοβο(ν) στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 220 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ πολλοί κάτοικοι μετανάστευσαν στη Βουλγαρία.
Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν στο Γκούγκοβο δεκατέσσερις
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Βρυτά.
Γκούμεντζα ή Γκούμεντζε [Гкуменџе / Γουμένισσα] | Gumendže και Gumendža. Γουμέντσα, Γουμέντζα και Γουμένδζα στα
ελληνικά κείμενα. Οικισμός του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 5.000 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί
και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 286
εξαρχικές οικογένειες. Στα σπίτια τους, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 427
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων από τη Βουλγαρία, τη Μικρά Ασία και τον
Πόντο. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Γουμένισσα. Το 1928
απογράφηκαν εδώ 4.433 άτομα (1.328 εκ των οποίων ήταν πρόσφυγες).
Γκραντέσνιτσα ή Γκραέσνιτσα [Граешница] | Graešnica. Αναφέρεται στις πηγές και ως Gradešnica.
Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε σαν Γκραδέσνιτσα. Χριστιανικό
χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου (βρίσκεται δίπλα στο χωριό Dragoš).
Μεταξύ 1903-1913 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη
τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 48 άτομα. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 570 πατριαρχικοί Μακεδόνες.
Γκράντομπορ [Градобор / Πεντάλοφος] | Gradobor.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Γραδομπόρι, Γραδοβόρι, Γραδοβόρι,
Γραδιμπόριον, Γραδεμπόριον. Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 800 Μακεδόνες (εξαρχικοί και Πατριαρχικοί). Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη Βουλγαρία έξι οικογένειες. Το 1923-1924
εγκαταστάθηκαν στο χωριό λίγες χριστιανικές οικογένειες προσφύγων. Το 1928
ζούσαν εδώ περίπου 900 άτομα, από τα οποία 70 ήταν πρόσφυγες. Το 1953 ο
οικισμός μετονομάζεται σε Πεντάλοφος.
Γκράτσα [Граца] | Graca. Και Γκράτσα στα ελληνικά. Χωριό του
καζά Κορυτσάς. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 380 μουσουλμάνοι
Αλβανοί.
Γκράτσεν ή Γκράτσανι [Грачен или Грачани / Αγιοχώρι] | Gračen, Gračani, Gračan. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Γράτσανη, Γράτσιανη και Γράτζενη. Χωριό
του καζά Ζίχνας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 370
πατριαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 15 οικογένειες από το χωριό
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (σε Sveti Vrač, Nevrokop και Plovdiv). Το 1928 απογράφηκαν 478 άτομα, 17 εκ των οποίων
ήταν προσφυγικής καταγωγής. Το ίδιο έτος, ο οικισμός μετονομάστηκε Αγιοχώριον.
Γκρέντσι ή Γκράτσε [Граче / Πτελέα, Φτελιά] | Grače. Το
βρίσκουμε επίσης ως Gr’če, Groče, Gratče, Granč. Πρόκειται
για το Γκρέντσι ή Γκρέντση ή Γορέντσι των
ελληνικών πηγών. Χριστιανικό χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 320
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1928 μετονομάστηκε Φτελιά και
το 1940 Πτελέα. Ο πληθυσμός του χωριού αυξήθηκε μέχρι το 1940
σε 460 άτομα. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, οι περισσότεροι κάτοικοι του
έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Γκρίτζαλι ή Γκρίσελ [Гриџали или Грисел / Αγκαθιά] | Gridžali, Grisel, Grizul, Grical.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρονται ως Γκριζάλι, Γκριζιάλι, Γκριτζάλη, Γκριτζιάλη.
Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι κάτοικοι του ήταν
πατριαρχικοί χριστιανοί, υπάρχουν ωστόσο αντιφατικές πληροφορίες για το αν ήταν
Ρωμιοί ή Μακεδόνες. Το 1912 ο πληθυσμός του ήταν περίπου 550 άτομα. Το 1926
μετονομάστηκε Αγκαθιά.
Γράμμοστα ή Γκράμουστα [Грамушта, Γράμμος] | Gramušta. Αναφέρεται και ως Gramošte Gramos, Gramosti,
Gramosta. Η Γράμμοστα των
ελληνικών πηγών. Xωριό της περιοχής
Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Πρόκειται για ένα μεγάλο χριστιανικό
βλάχικο οικισμό (τόπος θερινής διαμονής), που σταδιακά εγκαταλείφθηκε από τους
κατοίκους του και τελικά ερήμωσε. Την τελευταία περίοδο της οθωμανικής
διοίκησης ο πληθυσμός του πρέπει να ήταν γύρω στα 500 άτομα.
Μετονομάστηκε Γράμμος το 1927 και Γράμος το 1951.
Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου ζούσαν εδώ 300 περίπου Βλάχοι, όλοι δηλωμένων
ρουμανικών φρονημάτων.
Δοϊράνης [Стар Дојран] | Dojran, Pulin, Poleni, Poljanin. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Δοϊράνη, Δοηράνη, Δοβιράνη και Πολυανή.
Έδρα του ομώνυμου καζά. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους είχε πληθυσμό 7.000
περίπου άτομα. Από αυτούς περίπου 3.000 ήταν Τούρκοι και άλλοι τόσοι χριστιανοί
Μακεδόνες (εξαρχικοί, πατριαρχικοί, προτεστάντες και σερβίζοντες). Κατοικούσαν
επίσης εδώ αρκετοί Εβραίοί και Τσιγγάνοι. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε
πληθυσμό 4.032 άτομα.
Δράμα [Драма] | Drama και Δράμα στα ελληνικά. Έδρα
του ομώνυμου καζά (Драмска). Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου
15.000 άτομα. Οι μουσουλμάνοι Τούρκοι και οι πατριαρχικοί Ρωμιοί ήταν οι δυο
μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες της πόλης. Στη Δράμα κατοικούσαν επίσης
Εβραίοι, Μακεδόνες, Βλάχοι, Τσερκέζοι και Τσιγγάνοι. Με τις ανταλλαγές των
πληθυσμών, όλοι οι μουσουλμάνοι (περίπου 10.000) μετανάστευσαν στην Τουρκία.
Μετανάστευσαν επίσης 61 εξαρχικές οικογένειες στη Βουλγαρία. Η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στην πόλη, χιλιάδες πατριαρχικούς πρόσφυγες (από την Μικρά
Ασία, τον Πόντο, την Ανατολική Θράκη, τη Βουλγαρία, τον Καύκασο). Το 1928 απογράφηκαν
εδώ 29.339 άτομα (εκ των οποίων 16.664 ήταν πρόσφυγες που ήλθαν στη Δράμα μετά
το 1922).
Δρεμιγκλάβα ή Ντρεμίγκλαβα [Дремиглава / Δρυμός] | Dremiglava ή Dremi Glava. Αναφέρεται ακόμα σαν Dirmil και Darmos. Στις ελληνικές
πηγές το βρίσκουμε ως Δερμίλ, Δριμύλ, Δρυμίγκλαβα,
Δρυμιγκλάβα, Δριμύγλαβα. Χριστιανικό χωριό του καζά
Θεσσαλονίκης. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 2.200 πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το
1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Σιδηροκέφαλο και το 1927 Δρυμός.
Δριάνοβο ή Ντριάνοβο [Дрјаново / Δρυόβουνο] | Drjanovo. Δριάνοβο(ν) και Δρυάνοβο(ν)
στις ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά του καζά Ανασελίτσας. Οι κάτοικοί του ήταν
πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 660 άτομα. Το 1927 ο οικισμός
μετονομάζεται Δρυόβουνο και το 1940 Δρυόβουνον.
Έγκρι Ντερέ [Егри Дере / Καλλιθέα] | Egri Dere,
Krivodol. Και Εγρί Δερέ στις
ελληνικές πηγές. Μικτός οικισμός του καζά Ζίχνας. Οι περισσότεροι κάτοικοί του
(πάνω από 1.000) ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Υπήρχαν επίσης 120 χριστιανοί Τούρκοι (Γκαγκαούζηδες), 120 μουσουλμάνοι Τούρκοι
και 70 χριστιανοί Βλάχοι. Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, αρκετοί εξαρχικοί
κάτοικοί του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (σε Nevrokop, Pazardžik, Plovdiv). Όλοι
επίσης οι μουσουλμάνοι έφυγαν στην Τουρκία. Από την άλλη, ήρθαν και
εγκαταστάθηκαν εδώ 246 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1921 ο οικισμός
μετονομάστηκε Καλλιθέα.
Έζερετς [Езерец / Πετροπουλάκιον ή Πετροπουλάκι] | Ezerec.
Το Έζερετς ή Εζερέτσι των ελληνικών κειμένων.
Χριστιανικό χωριό της περιοχής Καστανοχωρίων (Kostenarija) του καζά Καστοριάς. Το 1912 υπήρχαν εδώ περίπου 210
εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 μετονομάστηκε Πετροπουλάκι και το
1928 Πετροπουλάκιον. Στο του εμφυλίου πολέμου, οι περισσότεροι
κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Ελέσνιτσα [Елешница / Φαιά Πέτρα] | Elešnica. Αναφέρεται και ως Jelešnica. Στα
ελληνικά κείμενα το συναντάμε σαν Ελέσνιτσα ή Λέσνιτσα.
Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ (ή Δεμίρ Ισσάρ). Το 1913 ζούσαν εδώ περίπου 380
εξαρχικοί Μακεδόνες. Τον Αύγουστο του 1915, ο πληθυσμός του χωριού ανερχόταν σε
400 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 34 οικογένειες,
που εγκαταστάθηκαν στις πόλεις Sveti Vrač (Sandanski),
στα χωριά Kulata και Ploski (της περιφέρειας Petrič) και στο χωριό Sklave (της περιφέρειας Sandanki). Από την άλλη η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ
δέκα οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Φαιά
Πέτρα. Το 1928 απογράφηκαν 279 άτομα, 41 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής
καταγωγής. Στη ελληνική απογραφή του 1940 και τη βουλγάρικη στατιστική του
1941, το χωριό είχε 325 κατοίκους.
Ελέσνιτσα [Елешница] | Elešnica. Και Ελέσνιτσα στα ελληνικά.
Χωριό του καζά Πετριτσίου [Петричка].
Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 230 μουσουλμάνοι Τούρκοι και
600 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1960 ο οικισμός μετονομάστηκε Беласица (Belasica).
Έλσανη ή Έλσεν [Елшани или Елшен / Καρπερή] | Elšen, Elisan, Elšani, Elšan. Έλσανη, Έλσιανη και Έλσιανι,
στις ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.100
χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και 200 μουσουλμάνοι
(γλωσσικά απροσδιόριστοι). Οι τελευταίοι, υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν στην
Τουρκία, με τη συνθήκη της Λοζάνης. Επίσης, με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 100
εξαρχικοί κάτοικοι του χωριού μετανάστευσαν στη Βουλγαρία, στις
πόλεις Petrič και Gorna Džumaja (Blagoevgrad). Στο χωριό
εγκαταστάθηκαν, από την άλλη, 89 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Καρπερή. Το 1928 απογράφηκαν στο χωριό 1.133
άτομα, 251 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Εμπόριο ή Έμπορε [Емборе / Εμπόριο] | Embore, Embori, Emboria.
Στα ελληνικά Εμπόριο(ν). Χωριό του καζά Καϊλαρίων. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 1.200 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και
170 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 143 οικογένειες εξαρχικών
μετανάστευσαν στην Βουλγαρία. Επίσης μεταξύ 1923-1924 όλοι οι μουσουλμάνοι κάτοικοί
του αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Από την άλλη, ή ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό 45 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Έξι Σου ή Γκόρνο Βέρμπενι [Екси Су или Горно Врбени /
Ξυνό Νερό]
| Eksi Su ή Gorno Vrbeni. Το βρίσκουμε και ως Ekšisu ή Vrbeni. Στις
ελληνικές πηγές συνήθως το συναντάμε σαν Εξί-Σου ή Εξή-Σου ή Εξίσου.
Χωριό του ναχιγιέ Ρούντνικ (Rudnik) του καζά Λέριν ή
Φλώρινας. Λίγες μέρες πριν το Ίλιντεν, η ομάδα του καπετάν Βαγγέλη (μισθοφόροι
του μητροπολίτη Καστοριάς), μαζί με το στρατιωτικό απόσπασμα από το χωριό
Νέγκοβαν, έστησαν ενέδρα κοντά στο Ντόλνο Κότορι και σκότωσαν πέντε άντρες του
βοεβόδα Λέκο από το Έξι Σου. Την πρώτη ημέρα της επανάστασης του Ίλιντεν, στις
20 Ιουλίου 1903, οι κάτοικοι Έξι Σου χτύπησαν τη στρατιωτική φρουρά που
βρισκόταν στο χωριό. Στις 29 Ιουλίου διεξήχθη νέα μάχη, κοντά στο χωριό, μεταξύ
των εξεγερμένων κατοίκων του και ενός οθωμανικού αποσπάσματος. Στις 31
Αυγούστου τέσσερα τάγματα του στρατού από Σόροβιτς, με τέσσερα κανόνια,
κύκλωσαν το Έξι Σου και επιτέθηκαν σε αυτό. Έκαψαν ένα σπίτι, τρεις αχυρώνες
και λεηλάτησαν το χωριό για πολλές ώρες. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.600
εξαρχικοί Μακεδόνες και 100 χριστιανοί Τσιγγάνοι. Μεταξύ 1904-1922 μετανάστευσαν
από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 60 άτομα. Το 1926 το Έξι Σου μετονομάστηκε
σε Ξυνό Νερό και το 1940 σε Ξινόν Νερόν. Στο τέλος
του εμφυλίου 60 οικογένειες από το χωριό κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία.
Έρνι Κιόι [Ерни Ќој / Ποντισμένο] | Erni Kjoj και Ernikjoj. Ερνί Κιόι ή Ερνή Κιόι
ή Ερνίκιοϊ στα ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Σερρών. Πριν
τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 1.100 άτομα: μουσουλμάνοι (Τούρκοι
και Τσερκέζοι), χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και
Τσιγγάνοι. Στη συνέχεια, με τις ανταλλαγές των πληθυσμών, 160 εξαρχικοί έφυγαν
για τη Βουλγαρία (στους οικισμούς Petrič και Sveti Vrač) και 200
μουσουλμάνοι για την Τουρκία. Από την άλλη, εγκαταστάθηκαν στο Έρνικιοϊ 188
πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1927 το χωριό μετονομάστηκε Ποντισμένος και
το 1940 Ποντισμένον.
Ζαγορίτσανη ή
Ζαγκορίτσανη [Загоричани / Βασιλειάδα] | Zagoričani. Και Ζαγοριτσάνη ή Ζαγορίτσανη στις
ελληνικές πηγές. Μεγάλο χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς. Πριν το Ίλιντεν τα 2/3 του
χωριού είχαν προσχωρήσει στην εξαρχία. Οι κάτοικοί του πρωτοστάτησαν στην
αυτονομιστική επανάσταση. Τα αντίποινα των Οθωμανών υπήρξαν σκληρά. Στις 15 Αυγούστου
1903 η Ζαγκορίτσανη κάηκε από το στρατό και αρκετοί χωρικοί σκοτώθηκαν. Στις 25
Μαρτίου 1905 το χωριό δέχτηκε τη μεγαλύτερη επίθεση που πραγματοποίησαν τα
ελληνικά σώματα, κατά τη διάρκεια του αντιμακεδονικού αγώνα. Σχεδόν 200
μισθοφόροι, υπό την ηγεσία ελλήνων αξιωματικών, σκότωσαν περισσότερα από
πενήντα άτομα (μεταξύ των οποίων υπήρχαν γέροι, γυναίκες και παιδιά) και έκαψαν
όσα σπίτια και αποθήκες είχαν απομείνει όρθια από το Ίλιντεν. Τα σώματα
αναχώρησαν μόνο όταν πλησίασε ο οθωμανικός στρατός. Η σφαγή στη Ζαγκορίτσανη
σκόρπισε φρίκη σε όλη την Ευρώπη και αποκάλυψε τις αληθινές προθέσεις της
ελληνικής εμπλοκής στο μακεδονικό ζήτημα. Μεταξύ 1906-1913 μετανάστευσαν από το
χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές «εθνικά Μακεδόνες» έντεκα άτομα.
Το 1912 υπήρχαν στη Ζαγκορίτσανη περίπου 2.300 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ,
πολλές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε
στα σπίτια τους 32 οικογένειες χριστιανών προσφύγων από τον Πόντο. Το 1928
μετονομάστηκε Βασιλειάς. Το 1928 ζούσαν στη Ζαγκορίτσανη περίπου
700 Μακεδόνες και 100 πρόσφυγες. Κατά τον εμφύλιο πόλεμο σκοτώθηκαν 62 κάτοικοι
του χωριού. Με τη λήξη των εχθροπραξιών 242 άτομα κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία
και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Ζαμπάρντενι [Забрдени / Λόφοι] | Zabrdeni και Zabardeni. Στις ελληνικές πηγές το
συναντάμε σαν Ζαμπέρδανι ή Ζαμπέρδανη ή Ζαπύρδανη. Χριστιανικό
χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Οι κάτοικοι του χωριού συμμετείχαν στην
επανάσταση του Ίλιντεν και τις πρώτες μέρες της επανάστασης πήραν τα βουνά. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 400 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ 1905-1915 μετανάστευσαν
από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» δεκατρία άτομα. Το 1926 το χωριό μετονομάστηκε Λόφοι.
Ζάντσικο [Занцико / Ζώνη] | Zansko και Zanciko. Ζάνσκο και Ζάντσικον στις
ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά του καζά Ανασελίτσας. Οι κάτοικοί του ήταν
πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 560 άτομα. Το 1927 ο οικισμός
μετονομάζεται Γερακοχώριον και το 1928 Ζώνη.
Ζάροβο [Зарово / Νικόπολη] | Zarovo, Žarovo, Zarova.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Ζάροβα και Ζάροβο(ν).
Χωριό του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε 98 σπίτια χριστιανών. Το 1910 ζούσαν εδώ
996 χριστιανοί Μακεδόνες: 964 εξαρχικοί και 32 πατριαρχικοί. Μετά τους
βαλκανικούς πολέμους, οι κάτοικοί του εγκατέλειψαν το χωριό και μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα σπίτια τους 89 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Νικόπολις.
Ζέλενιτς [Зеленич / Σκλήθρο] | Želenič. Στις ελληνικές πηγές αναγράφεται Ζέλενιτς
ή Ζελενίτσι(ον). Χωριό του ναχιγιέ Νέβεσκα, του καζά Λέριν ή Φλώρινας.
Στα τέλη της οθωμανικής περιόδου είχε περίπου 2.000 κατοίκους. Οι μισοί από αυτούς
ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί) και οι άλλοι μισοί
μουσουλμάνοι Τούρκοι. Στις 30 Ιουνίου 1903, ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός
Καραβαγγέλης μπήκε στο Ζέλενιτς συνοδευόμενος από στρατιωτικό απόσπασμα και
έλληνες μισθοφόρους. Τρομοκράτησε τους κατοίκους, έβαλε τον Καούδη να δείρει το
Μουχτάρη (προκειμένου να παραδώσει τα κλειδιά της εξαρχικής εκκλησίας) και
οδήγησε τους χωρικούς με το ζόρι στη λειτουργία που έκανε. Τις μέρες του
Ίλιντεν, πολλοί χωρικοί βγήκαν στο βουνό. Το χωριό επισκέφτηκε στρατιωτικό
απόσπασμα και συνέλαβε έντεκα άοπλους αυτονομιστές, που είχαν βρει καταφύγιο
στο σπίτι ενός Τούρκου. Το Ζέλενιτς δέχτηκε, στις 13 Νοεμβρίου 1904, μία από
τις μεγαλύτερες επιθέσεις που πραγματοποίησαν οι Έλληνες εναντίον μακεδονικού
χωριού. Το σώμα του ανθυπολοχαγού Γιώργου Κατεχάκη (Ρούβα) σκότωσε 47 άτομα που
διασκέδαζαν σε γάμο στο σπίτι μιας εξαρχικής οικογένειας. Εκείνο το βράδυ,
βρισκόταν στο Ζέλενιτς, χωρίς να κάνει τίποτα, ο οθωμανός Καϊμακάμης με έναν
αξιωματικό και δεκαπέντε στρατιώτες. Μεταξύ 1907-1915 μετανάστευσαν από το
χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
έντεκα άτομα. Το 1923-1924 όλοι οι μουσουλμάνοι του χωριού υποχρεώθηκαν να
μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν σχεδόν 90
χριστιανικές οικογένειες (κυρίως από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη). Το 1927 το
χωριό μετονομάστηκε Σκλήθρον. Μετά το τέλος του εμφυλίου, 200
περίπου Μακεδόνες από το χωριό έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Ζέλοβο ή Ζέλεβο [ Желево / Ανταρτικό] | Želevo ή Želovo. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Ζέλοβο(ν). Ήταν ένα από τα χωριά
της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 1.500 χριστιανοί Μακεδόνες (πατριαρχικοί και εξαρχικοί). Μεταξύ
1904-1922 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές
πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» έντεκα άτομα. Το 1927 το χωριό
μετονομάστηκε Ανταρτικόν. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, σχεδόν
250 κάτοικοί του εγκατέλειψαν τη χώρα.
Ζέρβενι [Жервени / Άγιος Αντώνιος] | Žerveni. Στα
ελληνικά κείμενα της βρίσκουμε σαν Ζέρβενη, Ζέρβενι, Ζέρβαινη,
Ζιέρβενι. Μουσουλμανικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του
καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου Μακεδόνες. Το 1923-1924 οι
κάτοικοι του χωριού υποχρεώθηκαν να φύγουν (ως μουσουλμάνοι) στην Τουρκία. Στα
σπίτια τους η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 180 χριστιανούς πρόσφυγες (οι
περισσότεροι των οποίων ήταν τουρκόφωνοι) από την περιοχή του Πόντου. Το 1928
το χωριό μετονομάστηκε Άγιος Αντώνιος.
Ζέρβη [Жерви] | Žervi. Ζέρβι και Ζέρβη (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 240 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Ζερβοχώρι [Жербохор] | Staro
Žervohor, Crvor, Servohor.
Στα ελληνικά αναφέρεται σαν Ζερβοχώρι(ον). Χριστιανικός
οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 240
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν στον
οικισμό και 65 προσφυγικές οικογένειες (κυρίως από τον Πόντο). Το 1949
μετονομάζεται Παλαιόν Ζερβοχώριον.
Ζιβόινο [Живојно] | Zivojno. Το βρίσκουμε και ως Zivojna ή Zivina. Στις
ελληνικές πηγές το συναντάμε σαν Ζιβόνια ή Ζηβόνια.
Χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Στα τέλη της οθωμανικής περιόδου, το χωριό
είχε περίπου 800 κατοίκους. Από αυτούς οι μισοί σχεδόν ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες
και οι άλλοι μισοί μουσουλμάνοι Τούρκοι. Μεταξύ 1905-1907, εννέα άτομα από το
χωριό που μετανάστευσαν στις ΗΠΑ, δήλωσαν πως είναι εθνικά Μακεδόνες.
Ζιλιάχοβο [Зилјахово / Νέα
Ζίχνη]
| Ziljahovo, Zeljahovo, Zihna.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Ζηλιάχοβα και Ζηλιάχωβα.
Έδρα του καζά Ζίχνας. Οι περισσότεροι κάτοικοί του οικισμού, γύρω στα 1.700
άτομα, ήταν χριστιανοί Τούρκοι (Γκαγκαούζηδες). Υπήρχαν επίσης περίπου 800
μουσουλμάνοι Τούρκοι και 250 άλλοι χριστιανοί (Μακεδόνες, Ρωμιοί και Αλβανοί).
Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, όλοι οι μουσουλμάνοι, έφυγαν σταδιακά για την
Τουρκία. Στα σπίτια τους, εγκαταστάθηκαν 229 οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Ζήλεια και το
1927 Νέα Ζίχνη. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 3.135 άτομα, 922 εκ των
οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Ζίρνοβο [Зрново /
Κάτω Νευροκόπι] | Zernovo, Zrnovo, Zirnovo. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Ζίρνοβο(ν), Ζύρνοβο(ν), Ζέρνοβο(ν).
Μικτός οικισμός του καζά Νευροκοπίου, αποτελούμενος από χριστιανούς Μακεδόνες
(οι περισσότεροι εξαρχικοί) και (200-300) μουσουλμάνους Τούρκους. Υπήρχαν
επίσης λίγοι Βλάχοι και Τσιγγάνοι. Στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, ο ελληνικός
στρατός έκαψε δέκα μακεδονικά σπίτια του χωριού. Στην απαρίθμηση του 1913,
ζούσαν εδώ 2.105 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 234 εξαρχικές οικογένειες
μετανάστευσαν από το χωριό στη Βουλγαρία (και εγκαταστάθηκαν σε Nevrokop, Plovdiv, Pažardžik, Jambol). Με τη συνθήκη της Λοζάνης, όλοι οι
μουσουλμάνοι κάτοικοί του υποχρεώθηκαν να φύγουν στην Τουρκία. Από την άλλη,
εγκαταστάθηκαν στο Ζίρνοβο 99 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Κάτω Νευροκόπιον. Το 1928 απογράφηκαν εδώ
2.268 άτομα, 506 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Ζίχοβο ή Ζίβοβο [Живово] | Živovo. Αναφέρεται και ως Živo. Στα
ελληνικά κείμενα το συναντάμε σαν Ζίχοβο(ν), Ζίοβο(ν)
και Ζήοβο(ν). Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη
σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 173 άτομα.
Ζορμπάτοβο [Зорбатово / Μικρό Μοναστήρι] | Zorbatovo, Zorbat. Και Ζορμπάς στα ελληνικά.
Χωριό της περιοχής Ρουμλουκίου (Urumluk) του καζά Θεσσαλονίκης. Το 1912 ζούσαν
εδώ 230 περίπου χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και 60
Τσιγγάνοι. Μετά το δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, 47 εξαρχικοί κάτοικοί του μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία. Από την άλλη, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ 79 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1928 απογράφηκαν 607 άτομα, 303 εκ των οποίων ήτα
προσφυγικής καταγωγής. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Μικρό Μοναστήρι και
το 1940 Μικρόν Μοναστήριον.
Ζούζελτσι [Жужелци / Σπήλαια] | Žuželci ή Žuželce. Στα ελληνικά έγγραφα το βρίσουμε ως Ζούζελτσι,
Ζούζελτση, Ζουζέλτσι, Ζούζιλτση. Χριστιανικό χωριό της περιοχής
Καστανοχωρίων (Kostenarija) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 500 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1928 μετονομάστηκε σε Σπήλαια.
Την περίοδο του μεσοπολέμου μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 326 κάτοικοί του. Το
1928 ο πληθυσμός του ήταν 240 γηγενείς Μακεδόνες. Στο τέλος του εμφυλίου
πολέμου, οι μισοί από το χωριό έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Ζουπάνιστα [Жупаништа / Άνω Λεύκη] | Županišta. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Ζουπάνιστα και Ζιουπάνιστα. Το
1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Άνω Λεύκη. Χριστιανικό μακεδονικό
χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Η
Ζουπάνιστα συμμετείχε στην επανάσταση του Ίλιντεν και κάηκε γι αυτό από τον
οθωμανικό στρατό. Τότε κάηκαν τα 120 σπίτια του χωριού και σκοτώθηκαν δώδεκα
άτομα. Το 1912 και το 1928 ζούσαν αντίστοιχα εδώ περίπου 550 και 500 άτομα.
Πολλοί κάτοικοι του χωριού κατέφυγαν στο τέλος του εμφυλίου στη Γιουγκοσλαβία
και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Μεταπολεμικά το χωριό ερήμωσε, όταν όσοι
απέμειναν στη Ζουπάνιστα μετοίκησαν κυρίως στο Όρμαν και την Καστοριά.
Θεσσαλονίκη [Солун] | Saloniki, Solun, Selanik, Thesaloniki.
Στα Ρωμαίικα Σαλονίκη και στα ελληνικά Θεσσαλονίκη (επίσημη
ονομασία). Έδρα του ομώνυμου καζά και βιλαετίου. Ο πληθυσμός της πρωτεύουσας
της Μακεδονίας είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Σύμφωνα πάντως με
τις πηγές, πριν τους βαλκανικούς πολέμους φαίνεται πως ζούσαν στη Θεσσαλονίκη,
σε στρογγυλούς αριθμούς και με κάθε επιφύλαξη, 60.000 ισπανόφωνοι Εβραίοι,
35.000 μουσουλμάνοι (οι περισσότεροι Τούρκοι, δευτερευόντως εξισλαμισμένοι
Εβραίοι ή Ντονμέδες, καθώς επίσης και ένας αριθμός Τσιγγάνων), 16.000
χριστιανοί Ρωμιοί, 8.000 χριστιανοί Μακεδόνες, 2.000 χριστιανοί Βλάχοι και
μερικές χιλιάδες άτομα από διάφορες άλλες γλωσσο-θρησκευτικές ομάδες. Μετά τις
υποχρεωτικές και «εθελούσιες» ανταλλαγές των πληθυσμών, η εικόνα που
παρουσιάζεται στην απογραφή του 1928 είναι η εξής: Στην πόλη απογράφονται
244.680 άτομα, μεταξύ των οποίων 117.041 πρόσφυγες. Περίπου 20.000 άτομα έχουν
γεννηθεί σε κάποιο οικισμό της Μακεδονίας, εκτός της πόλης. Άλλα 20.000 περίπου
άτομα έχουν γεννηθεί σε κάποιο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας, εκτός της
Μακεδονίας (προφανώς τα περισσότερα από τα τελευταία στελεχώνουν τον κρατικό
μηχανισμό). Επίσημα απογράφονται 54.196 ισπανόφωνοι Εβραίοι, στην πλειοψηφία
τους παλαιοί κάτοικοι της πόλης. Την τουρκική έχουν για μητρική γλώσσα 6.452
χριστιανοί (οι πιο πολλοί πρόσφυγες) και 364 μουσουλμάνοι (εξαιρεθέντες της
υποχρεωτικής ανταλλαγής). Μεγάλη ομάδα αποτελούν οι 5.109 χριστιανοί Αρμένιοι
(σχεδόν όλοι πρόσφυγες). Από τους αλβανόφωνους, εμφανίζονται μόνο οι 486
εξαιρεθέντες της ανταλλαγής μουσουλμάνοι, αλλά όχι και οι χριστιανοί. Η
στατιστική υπηρεσία μειώνει τα νούμερα, αλλά καταγράφει την ύπαρξη κατοίκων της
πόλης που έχουν ως μητρική γλώσσα την «μακεδονοσλαυϊκή» (:
μακεδονική), την «κουτσοβλαχική» (: βλαχική ή αρουμάνικη),
την αλβανική, την «αθιγγανική» (: τσιγγάνικα). Χωριστά
εμφανίζονται 602 καθολικοί Ιταλοί και 340 ορθόδοξοι Ρώσοι.
Ίβεν [Ивен] | Iven. Αναφέρεται και ως Iveni. Ίβεν και Ίβενι στις
ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν
χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή του
1914 είχε πληθυσμό 161 άτομα.
Ίζβορ [Извор / Ανάβρα] | Izvor.
Ίσβορ και Ίσβορο(ν)
στις ελληνικές πηγές. Χωριό της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Γιανιτσών και στη συνέχεια του καζά Καρατζά
Αμπάτ ή Καρατζόβας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 100
εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη συνέχεια το Ίζβορ ερήμωσε. Ο έρημος οικισμός μετονομάστηκε
το 1919 Ανάβρα. Το 1926 ο έρημος οικισμός μετονομάστηκε Ανάβρα.
Ίζβορ [Извор / Πηγή] | Izvor. Και Ίσβορ(ον) στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Γευγελής. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 150 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Το 1921 ο οικισμός μετονομάστηκε Πηγή. Με τη συνθήκη της
Νεϊγύ οι κάτοικοι του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Στα σπίτια τους, η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε 47 πατριαρχικές οικογένειες (από τον Πόντο και τον
Καύκασο).
Ίζγκλιμπε [Изглибе / Πορειά] | Izglibe και Izglibi. To Ίζγκλιμπι,
Ίσγλιμπι και Ίζγλιμπι των ελληνικών κειμένων.
Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Μερικοί κάτοικοί του συμμετείχαν
στο Ίλιντεν. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 170 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926
μετονομάστηκε Ποριά και το 1940 Πορειά. Κατά τη
διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, μερίδα του πληθυσμού προσχώρησε στην Αριστερά.
Αρκετοί κάτοικοί του κατέφυγαν το 1949 σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Μεταπολεμικά το κράτος εγκατέστησε στο χωριό Πόντιους και τουρκόφωνους
πρόσφυγες από τα χωριά Νίκη και Μελάνθιο, στους
οποίους και έδωσε τις περιουσίες των μακεδόνων πολιτικών προσφύγων. Εδώ
εγκαταστάθηκαν επίσης Βλάχοι και Κατσαούνηδες από τα Γραμοχώρια.
Ιλιτζίεβο ή Γιαλιτζίκ [Илиџиево или Јалиџик /
Χαλκηδόα]
| Ilidžievo ή Ilindžievo ή Jalidžik ή Jajladžik.
Και στις ελληνικές πηγές Γιαλιατζίκ ή Γιαλιντζίκ ή Γιαϊλατζήκ.
Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 280
εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάζεται Χαλκηδών και
το 1928 Νέα Χαλκηδών. Το 1928 το χωριό είχε πληθυσμό 1.191 άτομα,
εκ των οποίων 976 ήταν πρόσφυγες που ήρθαν μετά το 1922-1923.
Ίνγκλις [Ингкиш / Αγχίαλος] | Ingliz, Inglizovo και Inglis Čiflik. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Ίγγλις και
Ιγγλίζ Τσιφλίκ. Οικισμός της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά
Θεσσαλονίκης. Μέχρι τους βαλκανικούς πολέμους, ήταν ιδιοκτησία
μουσουλμάνου τσιφλικά και ζούσαν εδώ περίπου 90 εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη
συνέχεια ο οικισμός ερήμωσε. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ, μέχρι το
1924, πατριαρχικούς πρόσφυγες από τη Βουλγαρία. Το 1927 μετονομάστηκε Αγχίαλος.
Ίσβορ [Извор /
Στρατονίκη] | Izvor. Ίζβορο(ν) και Ίσβορος στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Κασσάνδρας ή Πολύγυρου. Οι κάτοικοί του
ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1913 ζούσαν εδώ 1.235 άτομα. Το 1924 ο οικισμός
μετονομάστηκε Στρατονίκη.
Καβακλή Γκόρνο [Кавакли Горно / Άγιος
Αθανάσιος]
| Gorno Kavakli.
Αναφέρεται ακόμα ως Gorno Kavakliovo και Gorno Kavaklijevo.
Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε σαν Άνω Καβακλί ή Άνω
Καβακλή. Χωριό της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά
Θεσσαλονίκης. Το 1912 ήταν ένα τσιφλίκι στο οποίο ζούσαν 80
πατριαρχικοί Μακεδόνες και 30 μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι. Μετά τους βαλκανικούς
πολέμους, εγκατέλειψαν τον οικισμό οι χριστιανοί κάτοικοί του. Τους ακολούθησαν
οι μουσουλμάνοι, μέχρι το 1924. Το ελληνικό κράτος εγκατέστησε στα σπίτια τους,
πρόσφυγες Ρωμιούς από διάφορα χωριά της Μικράς Ασίας και της Θράκης. Το 1928
κατοικούσαν εδώ περίπου 2.100 πρόσφυγες. Το 1928 ο οικισμός μετονομάζεται
σε Άγιος Αθανάσιος.
Καβάλα [Кавала] | Kavala. Και Καβάλ(λ)α στα
ελληνικά κείμενα. Έδρα του ομώνυμου καζά. Το 1912 ο πληθυσμός της πόλης ήταν
κυρίως Πατριαρχικοί Ρωμιοί (9.000), μουσουλμάνοι Τούρκοι (7.000), Ισπανόφωνοι
Εβραίοι και Τσιγγάνοι. Το 1913 είχε 23.278 κατοίκους. Το 1923-1924 οι
μουσουλμάνοι κάτοικοί της υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Από την
άλλη εγκαταστάθηκαν εδώ χιλιάδες πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1928 στο δήμο
Καβάλλας απογράφηκαν 50.852 άτομα. Από αυτά, 28.927 ήταν πρόσφυγες. Μεταξύ των
απογραφέντων του 1928, υπήρχαν 1.893 χριστιανοί Τούρκοι, 1.991 ισπανόφωνοι
Εβραίοι και 1.016 χριστιανοί Αρμένιοι.
Καβάνταρτσι [Кавадарци] | Kavadarci ή Kafadarci. Καφαντάρ ή Καφαδάρ ή Τίκφες στα
ελληνικά κείμενα. Έδρα του καζά Τίκφες ή Τίκφεσι (Тиквеш). Οι κάτοικοί του ήταν
κυρίως εξαρχικοί Μακεδόνες και μουσουλμάνοι Τούρκοι. Υπήρχαν επίσης λίγοι Βλάχοι
και Τσιγγάνοι. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 5.861 άτομα.
Κάζαντολ [Казандол] | Kazandol, Kazandoli, Kizil Doganli, Kazal Duali. Και Κιζίλ Δογανλή στις ελληνικές πηγές. Χωριό του
καζά Δοϊράνης. Το 1910 ζούσαν εδώ 905 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Στη σερβική
απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 864 άτομα.
Κάλαποτ [Калапот / Πανόραμα] | Kalapot.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Καλαπότι, Καλαπόδι, Καλαπόδιον, Παλαιόν Καλαπότι.
Χωριό του καζά Ζίχνας. Οι 1.500 περίπου κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες.
Το χωριό κάηκε στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο από τον ελληνικό στρατό. Μέχρι το
1918, το σύνολο του πληθυσμού του μετανάστευσε στη Βουλγαρία, στις
πόλεις Nevrokop (Goče Delčev) και Stanimaka (Asenovgrad). Η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε στο Κάλαποτ 46 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1953 ο
οικισμός μετονομάστηκε Πανόραμα.
Κάλεν [Кален] | Kalen. Στις
ελληνικές πηγές το συναντάμε ως Κάλιανη ή Κάλεν.
Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Πριν του
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 380 άτομα.
Καλουγκέριτσα [Калугерица / Καλογερίτσα] | Kalugerica. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Καλογερίτσα. Ήταν καλύβια του
χριστιανικού μακεδονικού χωριού Τίρσιε / Trsje. Οικισμός
του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν περίπου 130 άτομα.
Κάμενικ [Каменик / Πετραία] | Kamenik.
Στα ελληνικά το συναντάμε ως Κάμενικ, Καμενίκι και Καμενίκη.
Χωριό του καζά Βοδενών. Οι μισοί κάτοικοί του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και οι άλλοι μισοί Τσιγγάνοι. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 110 άτομα. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε, μεταξύ 1923-1924, στο
Κάμενικ και 89 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Πετριάς και το 1940 Πετραία.
Καμπάσνιτσα [Кабасница] | Kabasnica. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε συνήθως σαν Καμπάσνιτσα. Χωριό
του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 650 πατριαρχικοί
Μακεδόνες. Μεταξύ 1904-1915 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και
δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» δέκα άτομα. Το 1928
μετονομάστηκε Πρώτη.
Καντίνοβο [Кадиново / Γαλατάδες] | Kadinovo. Το βρίσκουμε ακόμα σαν Kadino Selo, Sujukli, Sukjutli, Sigidli. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Σουγιουκλή, Σουκιουτζή, Καδίνοβο(ν).
Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν Μακεδόνες
(εξαρχικοί και Πατριαρχικοί). Φαίνεται πως υπήρχαν στο χωριό και κάποιοι
Τσιγγάνοι. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 350 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ έφυγαν
για τη Βουλγαρία εννέα εξαρχικές οικογένειες. Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν
στο Καντίνοβο 98 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (από την
Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία). Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε σε Γαλατάδες.
Το 1928 απογράφηκαν 828 άτομα, 389 εκ των οποίων ήταν πρόσφυγες.
Καρά Κιόι ή Μαναστίρ [Кара Ќој или Манастир / Κατάφυτο] | Kara Kjoj ή Manastir. Και Καρά Κιόι ή Καράκιοϊ στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Νευροκοπίου. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί
Μακεδόνες. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.300 άτομα. Στο δεύτερο βαλκανικό
πόλεμο, ο ελληνικός στρατός έκαψε 40 σπίτια του χωριού. Στη συνέχεια, όλοι οι
κάτοικοί του εγκατέλειψαν το Καρά Κιόι και μετανάστευσαν στη Βουλγαρία
(σε Sveti Vrač, Nevrokop, Blatska, Korniča, Kričim, Banja). Στα σπίτια τους, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε
124 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κατάφυτον.
Καρατζά Κιόι [Караџа Ќој / Καρτεραί] | Karadža
Kjoj, Karadžakjoj, Karadzia. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Καρατζά Κιόι, Καραδζά Κιόι, Καρατζάκιοϊ.
Χωριό του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε 105 σπίτια μουσουλμάνων. Το 1910 ζούσαν
εδώ 920 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, οι κάτοικοί του
έφυγαν για την Τουρκία. Στη θέση τους εγκαταστάθηκαν 78 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων (από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία). Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Καρτερά και το 1940 Καρτεραί.
Καριότιτσα [Кариотица / Καρυώτισσα] | Karjotica. Και Καρυώτισσα στα ελληνικά
κείμενα. Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν
χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και Πατριαρχικοί) και μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι.
Το 1913 ζούσαν εδώ περίπου 300 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 71 εξαρχικοί από
το χωριό έφυγαν στη Βουλγαρία. Έφυγαν επίσης αναγκαστικά όλοι οι μουσουλμάνοι
για την Τουρκία. Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ 244
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (κυρίως από την Ανατολική Θράκη). Το 1928
απογράφηκαν στον οικισμό 1.009 (εκ των οποίων 869 ήταν πρόσφυγες)
Καρλίκοβο [ Карликово / Μικρόπολη] | Karlikovo, Karlukovo, Kirlikova.
Και Καρλίκοβα στα ελληνικά. Χωριό του καζά Ζίχνας. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 2.000 άτομα. Οι μισοί κάτοικοί του ήταν
χριστανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και οι άλλοι μισοί
μουσουλμάνοι Τούρκοι. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ 106 εξαρχικές οικογένειες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία, στις πόλεις Nevrokop (Goče Delčev) και Stanimaka (Asenovgrad) και στο χωριό Kuklen. Με τη συνθήκη της Λοζάνης, όλοι οι μουσουλμάνοι
υποχρεώθηκαν να φύγουν στην Τουρκία. Στα σπίτια των φυγάδων εγκαταστάθηκαν
1.117 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1927 οι οικισμός μετονομάστηκε Μικρόπολις.
Το 1.928 στο χωριό απογράφηκαν συνολικά 2.176 άτομα.
Καστοριά [Костур, Касторија] | Kostur, Kastoria, Kesrije, Kastorja.
Η Καστοριά ή Καστορία των ελληνικών κειμένων.
Έδρα του ομώνυμου καζά. Το 1912 είχε πληθυσμό περίπου 7.400 άτομα. Οι χριστιανοί
Ρωμιοί και οι μουσουλμάνοι Τούρκοι ήταν οι μεγαλύτερες κοινότητες της
Καστοριάς. Ακολουθούσαν οι ισπανόφωνοι Εβραίοι. Μικρότερες πληθυσμιακές ομάδες
της πόλης είχαν ως μητρική γλώσσα τη μακεδονική, την αλβανική, τη βλάχικη και
την τσιγγάνικη.
Κατερίνη [Катерина] | Katerini και Katerina. Κατερίνα και Κατερίνη (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Έδρα του ομώνυμου καζά. Οι κάτοικοί της ήταν
πατριαρχικοί χριστιανοί (Ρωμιοί και Βλάχοι) και μουσουλμάνοι (Τούρκοι,
Τσερκέζοι, Ρωμιοί). Το 1913 απογράφηκαν εδώ 7.393 άτομα.
Κατράνιτσα [Катраница / Πύργοι] | Katranica.
Και Κατράνιτσα στα ελληνικά. Χωριό του καζά Καϊλαρίων. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 1.000 πατριαρχικοί Μακεδόνες και 1.100 μουσουλμάνοι Τούρκοι.
Μεταξύ 1923-1924, όλοι οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του οικισμού υποχρεώθηκαν να
μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Στη θέση τους, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 500
πατριαρχικούς πρόσφυγες (από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία). Το 1927 η Κατράνιτσα μετονομάστηκε
σε Πύργοι.
Κάτω Σέλι [Долно Шел] | Dolno Šel, Dolno Selo, Selja. Στα
ελληνικά αναφέρεται ως Κάτω Σέλι. Χριστιανικό χωριό του καζά Βέροιας.
Πριν το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 3.000 Βλάχοι. Το 1926 μετονομάστηκε Κάτω
Βέρμιον.
Κεραμίδι [Керамиди / Παλαιό
Κεραμίδι]
| Keramidhi. Κεραμύδι, Κεραμίδιο(ν) στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Κατερίνης. Το 1913 ζούσαν εδώ 242 πατριαρχικοί Ρωμιοί.
Κέρπενι [Крпени / Κρεπενή] | Krpeni
ή Karpeni. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Κρεπενή.
Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 70
πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το χωριό εμφανίζεται έρημο στις ελληνικές απογραφές
πληθυσμού που ακολουθούν. Αναφέρεται ξανά μετά το 1961.
Κέσετζι Τσιφλίκ [Кесеџи Чифлик / Σιδηροχώρι] | Kesidži Čiflik ή Kesedži Čiflik. Και στα ελληνικά Κεσετζή Τσιφλίκ ή Κεσιτζή
Τσιφλίκ. Χριστιανικό χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ (ή Δεμίρ Ισσάρ). Το 1912
ζούσαν εδώ 240 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, οι κάτοικοί του
(59 οικογένειες) μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε
στα σπίτια τους 159 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1923 ο οικισμός
μετονομάστηκε Σιδηροχώριον.
Κιουπ Κιόι [Ќуп Ќој / Πρώτη] | Kjup kjoj, Kjupkjoj. Κιούπκιοϊ και Κιουπ
Κιόι στα ελληνικά. Χωριό του καζά Ζίχνας. Οι περισσότεροι κάτοικοι του
ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Υπήρχαν επίσης και περίπου 300 μουσουλμάνοι Τούρκοι.
Το 1913 ζούσαν εδώ 2.363 άτομα. Με τις ανταλλαγές των πληθυσμών, όλοι οι
μουσουλμάνοι έφυγαν για την Τουρκία. Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν 31
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Πρώτη.
Το 1928 απογράφηκαν 2.871 άτομα, 151 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Κιούπρι [Ќупри /
Γεφυρούδι]
| Kjupri ή Kjuprija. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Κιπρή και
Κιουπρή. Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ (ή Δεμίρ Ισσάρ). Οι κάτοικοί του ήταν
χριστιανοί Μακεδόνες (οι περισσότεροι πατριαρχικοί) και μουσουλμάνοι (Τούρκοι
και λίγοι Τσιγγάνοι). Το 1913 ο πληθυσμός του ήταν 482 άτομα. Στη συνέχεια
εγκατέλειψαν το χωριό όλοι οι μουσουλμάνοι και 30 εξαρχικοί Μακεδόνες. Οι
τελευταίοι εγκαταστάθηκαν στις πόλεις Petrič, Plovdiv και Gorna
Džumaja (Blagoevgrad). Το 1915 ζούσαν στο χωριό 320 Μακεδόνες και 98
πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1923-1924, η ελληνική διοίκηση έφερε και εγκατέστησε
και άλλους πρόσφυγες. Έτσι ο συνολικός αριθμός τους έφτασε τα 172 άτομα. Το
1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Γεφυρούδι και το 1940 Γεφυρούδιον.
Κίρκλινο [Крклино] | K’rklino και Kirklino. Κύρκλινο στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 420 χριστιανοί Μακεδόνες.
Κίσαβα [Кишава] | Kišava. Και Κισσάβα στα ελληνικά
κείμενα. Χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το 1912 κατοικούσαν εδώ
περίπου 700 μουσουλμάνοι Αλβανοί.
Κλαντόρομπι [Кладороби / Κλαδορράχη] | Kladorobi. Το
βρίσκουμε και σαν Kladorabi ή Kladorabi ή Kladorabi. Στις
ελληνικές πηγές το συναντάμε ως Κλαδοράπι, Κλαδοράπη, Κλάδεροπ και Κλαδοράπ.
Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Μεταξύ 1904-1912 μετανάστευσαν από
το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» δεκαοκτώ άτομα. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 350 χριστιανοί
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Μετονομάστηκε σε Κλαδοράχη το
1926 και στη συνέχεια σε Κλαδορράχη το 1940.
Κλεισούρα [Клисура] | Klisura και Vlahoklisura. Η Κλεισούρα (επίσημη ονομασία) ή Βλαχοκλεισούρα των
ελληνικών πηγών. Έδρα του ομώνυμου ναχιγιέ του καζά Καστοριάς. Μεγάλο βλάχικο
χριστιανικό χωριό. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 3.000 πατριαρχικοί και 100
ρουμανίζοντες Βλάχοι.
Κλέπουσνα [Клепушна / Αγριανή] | Klepušna. Κλεπούσνα στις
ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά Ζίχνας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν
εδώ περίπου 800 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ, 38 εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία
(σε Nevrokop, Kornica, Plovdiv, Peruštica, Pazardžik). Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Αγριανή.
Το 1928 απογράφηκαν 716 άτομα, 9 εκ των οποίων ήταν πατριαρχικοί πρόσφυγες που
ήρθαν στο χωριό μετά το 1922.
Κλίσαλι [Клисали / Προφήτης] | Klisali και Kliseli. Στα
ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε σαν Κλήσσαλι, Κλείσαλι, Κλείσαλη, Κλείσελι.
Οικισμός του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε ένα σπίτι μουσουλμάνων και 55 σπίτια
χριστιανών. Το 1910 κατοικούσαν εδώ 486 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1923
εγκαταστάθηκαν στο Κλίσαλι και τρεις οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων. Το 1927 το χωριό μετονομάστηκε Προφήτης. Το 1928
απογράφηκαν 784 άτομα, 13 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Κόβαντσι ή Κόβανετς [Кованци или Кованеч] | Kovanci. Αναφέρεται επίσης ως Kovanec. Στις
ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Κοβάντσι και Κοβάντσα.
Χριστιανικό χωριό της περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής.
Οι κάτοικοι του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε
πληθυσμό 484 άτομα.
Κολέσινο [Колешино] | Kolešino,
Kolešin, Kulešino. Κολέσινο(ν) στα ελληνικά.
Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Το 1910 ζούσαν εδώ 768 χριστιανοί Μακεδόνες (κυρίως
πατριαρχικοί).
Κονίκοβο [ Кониково /
Δυτικό]
| Konikovo. Και Κονίκοβο(ν) στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 120 εξαρχικοί Μακεδόνες. Όλοι οι κάτοικοί του μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία, με τη συνθήκη της Νεϊγύ. Στα σπίτια τους, η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε 402 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Στίβα,
το 1940 Στοίβα και το 1950 Δυτικόν.
Κονομλάντι [Кономлади / Μακροχώρι] | Konomladi. Το
συναντάμε και σαν Konomlati. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε
ως Κονομπλάτι, Κονομπλάτη, Κονομπλάτ. Χριστιανικό μακεδονικό
χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Οι
περισσότεροι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί. Κατά την επανάσταση του Ίλιντεν
σκοτώθηκαν οκτώ αυτονομιστές κάτοικοί του, σε μάχες με το στρατό. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 1.200 άτομα. Μεταξύ 1905-1922 μετανάστευσαν από το χωριό
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
δεκαοκτώ άτομα.Το 1928 ο πληθυσμός είχε μειωθεί στα 800 άτομα. Το 1928
μετονομάστηκε σε Μακροχώρι και το 1940 σε Μακροχώριον. Το
μεσοπόλεμο, πολλοί κάτοικοί του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Κατά τη διάρκεια
του εμφυλίου πολέμου, αρκετοί από το χωριό σκοτώθηκαν. Το 1949 μεγάλο μέρος του
πληθυσμού κατέφυγε στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Κόνσκο [Конско] | Konsko. Το βρίσκουμε επίσης ως Konjsko και Konjska. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται σαν Κόνσκο.
Χωριό της περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Οι πηγές
είναι αντιφατικές ως προς τη σύνθεση του πληθυσμού. Άλλες εμφανίζουν τους
κατοίκους τους ως χριστιανούς Βλάχους και άλλες ως Μακεδόνες (εξαρχικούς και
πατριαρχικούς). Στη σερβική απογραφή του 1914 το Κόνσκο είχε πληθυσμό 484
άτομα.
Κοντόρομπι [Кондороби / Μεταμόρφωση] | Kondorobi και Klandorop. Το Κλαντορόπι ή Κονδορ(ρ)όπη των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς. Το χωριό συμμετέχει το 1903 στην
επανάσταση του Ίλιντεν και ο οθωμανικός στρατός, προχωρώντας σε αντίποινα,
λεηλατεί και στη συνέχεια καίει όλα τα σπίτια του. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
200 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μερικοί από τους κατοίκους εντάσσονται κατά τον
εμφύλιο στις αριστερές οργανώσεις και καταφεύγουν το 1949, ως πολιτικοί
πρόσφυγες, σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Το 1950 ο οικισμός
μετονομάζεται Μεταμόρφωσις.
Κοντσικό ή Κόνσκο [Конско / Γαλατινή] | Konsko. Κόνσκο, Κοντσικό(ν)
και Κωντσικό(ν). στις ελληνικές πηγές. Χωριό του ναχιγιέ Σιάτιστα ή
Σάτιστα (Šatista) του καζά Ανασελίτσας. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί
Ρωμιοί. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.000 άτομα. Το 1927 ο οικισμός
μετονομάζεται Γαλατινή.
Κοστούρινο [Костурино] | Kosturino, Kostrum, Kastrino. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Κωστούρινο ή Κουστούρινο.
Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Το 1910 ζούσαν εδώ 660 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Κότσιστε [Кочиште] | Kočište και Kočišta. Και Κότσιστα στα
ελληνικά. Χωριό του ναχιγιέ Ντεμίρ Χισάρ του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι
κάτοικοί του ήταν μουσουλμάνοι Αλβανοί και εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή
του 1914 είχε πληθυσμό 202 άτομα.
Κούκλις [Куклиш] | Kukliš και Kuklič. Στα ελληνικά κείμενα
αναφέρεται σαν Κουκλίς ή Κουκλίτς. Χωριό του καζά Στρούμιτσας.
Το 1910 ζούσαν εδώ 548 εξαρχικοί Μακεδόνες
Κούλα [Кула / Παλαιόκαστρο] | Kula ή Kulata. Και Κούλα στα ελληνικά. Χριστιανικό
χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 300 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με
τη συνθήκη της Νεϋγύ 13 οικογένειες από το χωριό μετανάστευσαν στη Βουλγαρία
(στους οικισμούς Petrič, Damjanica και Pernik). Η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στην Κούλα 46 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927
ο οικισμός μετονομάστηκε Παλαιόκαστρον. Το 1928 απογράφηκαν 462
άτομα, 182 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Κουμανίτσεβο ή Κομανίτσεβο [Куманичево / Λιθιά] | Kumaničevo και Komaničevo. Στα ελληνικά έγγραφα το βρίσκουμε σαν Κουμανίτσοβο(ν)
και Κομανίτσοβο(ν). Χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς. Χωριζόταν σε Πάνω και Κάτω
Μαχαλά (Gorno και Dolno). Στο Γκόρνο Κουμανίτσεβο κατοικούσαν εξαρχικοί
Μακεδόνες. Στο Ντόλνο Κουμανίτσεβο κατοικούσαν χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί
και Πατριαρχικοί) και μουσουλμάνοι Τούρκοι. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.250
άτομα. Οι 260 μουσουλμάνοι του χωριού υποχρεώθηκαν, το 1923-1924, να
εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στη θέση τους 23 οικογένειες χριστιανών προσφύγων (οι
περισσότεροί τους ήταν Ρωμιοί που μιλούσαν την ποντιακή διάλεκτο). Το 1926 ο
οικισμός μετονομάστηκε Λιθιά. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου,
περισσότεροι από εκατό κάτοικοι του χωριού έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Κουμλί [Кумли / Αμμουδιά] | Kumli. Αναφέρεται επίσης σαν Kušli. Και Κουμλή στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ (ή Δεμίρ Ισσάρ). Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 900 άτομα. Από αυτά περίπου 700 ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (κυρίως
εξαρχικοί) και 200 μουσουλμάνοι (Τούρκοι και λίγοι Τσιγγάνοι). Με τη συνθήκη
της Νεϊγύ, μετανάστευσαν στη Βουλγαρία οκτώ εξαρχικές οικογένειες (που εγκαταστάθηκαν
στα χωριά Kulata, Čučuligovo και Marino Pole της
περιφέρειας Petričko). Επίσης, όλοι οι μουσουλμάνοι του χωριού
υποχρεώθηκαν, με τη συνθήκη της Λοζάνης, να εγκαταλείψουν το χωριό και να
φύγουν για την Τουρκία. Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ 30
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 το Κουμλή μετονομάστηκε
σε Αμμουδιά. Το 1928 απογράφηκαν στον οικισμό 820 άτομα, 161 εκ των
οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Κούπα [Купа] | Kupa. Και Κούπα στα ελληνικά. Χωριό της περιοχής
Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
ζούσαν εδώ 116 οικογένειες Βλάχων (78 πατριαρχικές και 38 ρουμανίζουσες). Το
1913 απογράφηκαν στην Κούπα 626 άτομα.
Κουσίνοβο ή Ίκιζλερ [Кушиново или Икизлер / Πολύπετρο] | Kušinovo, Košinovo, Ikizler. Κοσίνοβο(ν) και Κασίνοβο(ν)
στις ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 240 Μακεδόνες (εξαρχικοί και Πατριαρχικοί). Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ, μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 137 εξαρχικοί. Από την άλλη, η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό 168 πατριαρχικούς πρόσφυγες από τη
Μικρά Ασία (που μιλούσαν μια τουρκική διάλεκτο με πολλές σλαβικές λέξεις). Το
1927 το Κουσίνοβο μετονομάστηκε Πολύπετρον.
Κουτσκόβενι [Кучковени / Πέρασμα] | Kučkoveni. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρετε ως Κουτσκόβαινι ή Κουτσκοβαίνη ή Κοτσκόβιανι ή Κουτσκόβιανι. Χριστιανικό
χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Οι κάτοικοι του χωριού συμμετείχαν στο Ίλιντεν
και γι’ αυτό γνώρισαν την εκδίκηση του οθωμανικού στρατού, που έκαψε πολλά
σπίτια του στα τέλη Αυγούστου 1903. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 550 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Το χωριό μετονομάστηκε σε Πέραμα το 1926 και
σε Πέρασμα το 1928.
Κούτσος [Куцос / Ευκαρπία] | Kucos. Κούτσος, Κούτσιους και Κούτσιος στα
ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Νιγρίτας, του καζά Καστοριάς.
Το 1912 ζούσαν στον Κούτσο περίπου 450 πατριαρχικοί Ρωμιοί.
Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν εδώ και 51 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το
1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Ευκαρπία. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 752
άτομα, 205 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Κραπέστινα [Крапештина / Ατραπός] | Krapeština. Το
βρίσκουμε και σαν Krapešino. Στις ελληνικές πηγές αναγράφεται
ως Κραπέστινα. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το
χωριό συμμετείχε στο αυτονομιστικό κίνημα και γι αυτό το λόγο, γνώρισε τα
αντίποινα του οθωμανικού στρατού, που στις 18 Απριλίου 1903 σκότωσε εδώ 28
άτομα. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 450 μακεδόνες (οι περισσότεροι
εξαρχικοί). Το 1926 μετονομάστηκε Ατραπός. Στο τέλος του εμφυλίου
πολέμου σχεδόν 150 κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Κρέστιλτσι [Кръстилци] | Krestilci και Krastilici. Κριτσίλτσα στα ελληνικά. Χριστιανικό
χωριό του καζά Πετριτσίου. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου
500 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Κρέστοαρ ή Χριστόφορος [Крстоар] | Krstoar. Το βρίσκουμε επίσης με τις ονομασίες Kr’stevo, Kr’stofor, Krestofor, Kristofor. Στα
ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Χριστόφορο(ς). Χριστιανικό
χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το 1912 ο πληθυσμός του ήταν περίπου
280 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Κρίβα [Крива / Γρίβα] | Kriva. Και Κρίβα ή Κρύβα στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 1.000 Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί). Με τη συνθήκη
της Νεϊγύ, 94 εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη,
η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ 16 πατριαρχικές οικογένειες. Το 1926 ο
οικισμός μετονομάστηκε σε Γρίβα. Το 1928 απογράφηκαν 877 άτομα, εκ των οποίων
154 ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Κροντσέλοβο [Кронцелово /
Κερασιές]
| Kroncelevo και Kruncelevo. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Κροντσέλεβο(ν), Κροντέλοβο(ν)
και Κρουτσέλοβο(ν). Μακεδονικό χωριό της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και στη συνέχεια του καζά Καρατζά
Αμπάτ ή Καρατζόβας. Το 1912 είχε περίπου 310 κατοίκους. Σχεδόν οι μισοί από
αυτούς ήταν εξαρχικοί χριστιανοί και οι άλλοι μισοί μουσουλμάνοι. Μεταξύ
1923-1924, οι μουσουλμάνοι Μακεδόνες του χωριού υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν
στην Τουρκία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα σπίτια τους 39 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Κερασιές και
το 1940 Κερασέαι.
Κρούσεβο [Крушево] | Kruševo ή Krušovo. Και Κρούσοβο(ν)
στα ελληνικά. Έδρα του ομώνυμου ναχιγιέ του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου.
Υπήρξε κέντρο των αυτονομιστών στην επανάσταση του Ίλιντεν. Η πόλη κάηκε και λεηλατήθηκε
από τον οθωμανικό στρατό στα μέσα Αυγούστου του 1903. Στη σερβική απογραφή του
1914 είχε πληθυσμό 7.941 άτομα. Οι κάτοικοι του ήταν όλοι χριστιανοί, κυρίως
Βλάχοι και Μακεδόνες και δευτερευόντως Αλβανοί και Τσιγγάνοι.
Κωσταράζι ή Κωσταράντζα [Костараџа] | Kostaradža. Το βρίσκουμε επίσης σαν Kosterjak, Koščerjak, Kostourač, Kosterac. Το Κωσταράζι(ον) των ελληνικών
κειμένων. Χριστιανικό χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 880
πατριαρχικοί Ρωμιοί.
Κωστενέτσι ή Κόσινετς [Косинец / Ιεροπηγή] | Kosinec. Αναφέρεται επίσης ως Kosenec και Kostenec. Το Κωστενέτσι(ον) των ελληνικών πηγών. Χριστιανικό
μακεδονικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς.
Οι κάτοικοί του συμμετείχαν στην επανάσταση του Ίλιντεν για γνώρισαν τα
αντίποινα του οθωμανικού στρατού, στις 4 και στις 27 Αυγούστου 1903. Συνολικά
κάηκαν τότε τα 205 από τα 206 σπίτια του χωριού και σκοτώθηκαν 46 άτομα. Μεταξύ
των ετών 1910-1912, μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές
πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» δεκαέξι άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
1.000 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), αρκετές
οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη, το 1923-1924, η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στο Κωστενέτσι, έντεκα χριστιανικές οικογένειες από τον
Πόντο. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Ιεροπηγή. Το 1928 ο
πληθυσμός ανερχόταν σε 500 άτομα (450 Μακεδόνες και 50 Ρωμιοί). Οι κάτοικοι του
χωριού συμμετείχαν στον εμφύλιο πόλεμο και το 1949 αναγκάστηκαν να περάσουν τα
σύνορα και να γίνουν πολιτικοί πρόσφυγες. Ο τόπος ερήμωσε. Μεταπολεμικά η
κυβέρνηση εγκατέστησε στον έρημο οικισμό, εβδομήντα οικογένειες ελληνιζόντων
Βλάχων από την Ήπειρο.
Λάβτσι [Лавци] | Lavci και Lahci. Λάχτσι και Λάχτση στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοι του
ήταν πατριαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ 1905-1914 μετανάστευσαν από το χωριό στις
ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 20 άτομα. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 608 άτομα.
Λαγκαδά [Лагадина] | Langadhas, Langaza, Lagadina. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Λαγκαδάς (επίσημη ονομασία), Λαγκαδά, Λαγκαζά.
Έδρα του ομώνυμου καζά. Το 1862 είχε 32 σπίτια μουσουλμάνων και 108 σπίτια
χριστιανών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.000 μουσουλμάνοι (Τούρκοι και
Τσιγγάνοι), 1.300 πατριαρχικοί (Μακεδόνες και Ρωμιοί) και 150 Εβραίοι. Στη
συνέχεια εγκαταστάθηκαν στο Λαγκαδά και 538 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Λάγκενι ή Λάγκινο [Лагени или Лагино / Τριανταφυλλιά] | Lagen. Το συναντάμε και σαν Lajen ή Lageni ή Lajeni. Στις ελληνικές
πηγές το βρίσκουμε με τις ονομασίες Λάγενι, Λαγένι, Λάγενη, Λαγένη, Λάγκεν.
Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Οι κάτοικοι του χωριού συμμετείχαν
στο Ίλιντεν. Σε αντίποινα ένα οθωμανικό στρατιωτικό απόσπασμα πλιατσικολόγησε
την εκκλησία του χωριού, στις 27 Αυγούστου 1903. Μεταξύ 1905-1910 μετανάστευσαν
από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» έντεκα άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 550 Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1927 το χωριό μετονομάστηκε Τριανταφυλλιά και
το 1940 Τριανταφυλλέα. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, αρκετοί
κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Λάκκος [Лакос / Λάκκος] | Lakos. Και Λάκκος στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 300 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Μετά το δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, το χωριό σταδιακά εγκαταλείφθηκε
από τους κατοίκους του. Συνολικά και οι 57 οικογένειές του χωριού μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία και εγκαταστάθηκαν στους οικισμούς Nevrokop (Goče Delčev), Musomišta, Varvara, Vatreč, Plovdiv,
Stanimaka (Asenovgrad), Haskovo.
Έτσι στην απογραφή του 1928 ο Λάκκος είχε ερημώσει. Τα επόμενα χώρια, κατά τη
θερινή περίοδο, βοσκοί Σαρακατσάνοι έβοσκαν τα κοπάδια τους, στα λιβάδια της
περιοχής.
Λαμπάνιτσα [Лабимица / Μικρολίβαδο] | Labanica.
Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Λαμπανίτσα, Λαβάνιτσα και Λαβανίτζα.
Χωριό του καζά Γρεβενών. Οι κάτοικοι του ήταν χριστιανοί Βλάχοι. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 100 άτομα. Το 1926 μετονομάστηκε Μικρολείβαδον και
το 1940 Μικρολίβαδον.
Λαμπάνιτσα [ Лабаница / Άγιος
Δημήτριος] | Gorna Labanica και Gorna Lobanista. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται σαν Άνω
Λαμπάνιτσα. Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Κορεστίων
(Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Η Λαμπάνιτσα συμμετείχε στην επανάσταση
του Ίλιντεν και γι αυτό κάηκε στις 27 Αυγούστου 1903 από τον οθωμανικό στρατό.
Τότε κάηκαν ογδόντα σπίτια και σκοτώθηκαν δεκατρία άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 450 εξαρχικοί Μακεδόνες. Αρκετές οικογένειες μετανάστευσαν κατά το
μεσοπόλεμο στη Βουλγαρία. Το 1928 μετονομάστηκε σε Άγιος Δημήτριος. Το
1928 ο πληθυσμός είχε μειωθεί στο μισό. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου οι
κάτοικοι πέρασαν στο αριστερό στρατόπεδο. Μεταπολεμικά το χωριό ερήμωσε, καθώς
οι περισσότερες οικογένειες κατέφυγαν ως πολιτικοί πρόσφυγες στη Γιουγκοσλαβία
και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Λάνγκα [Лјанга, Л’ка] | Langa ή Ljanga ή L’ka. Η Λάγγα ή Λάγκα (επίσημη
ονομασία) των ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Χρούπιστα
(Hrupišta) του кαζά Καστοριάς. Το
1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 510 πατριαρχικοί Ρωμιοί (Κατσαούνηδες).
Λάψιστα ή Ανασελίτσα [Лапшишта или Населица / Νεάπολη] | Lapsista, Lapšišta, Naselica, Naselič. Στα ελληνικά κείμενα
αναφέρεται ως Λάψιστα, Λαψίστη, Λιαψίστι, Ανασελίτσα. Έδρα
του ομώνυμου καζά. Οι περισσότεροι κάτοικοι της ήταν μουσουλμάνοι Ρωμιοί
(Βαλαάδες) και πατριαρχικοί Ρωμιοί. Υπήρχαν και μερικοί Τσιγγάνοι. Το 1912
κατοικούσαν εδώ περίπου 1.000 άτομα. Την περίοδο 1923-1924 οι Βαλαάδες
υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Στα σπίτια τους η ελληνική
κυβέρνηση εγκατέστησε 239 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (οι περισσότερες
των οποίων ήταν από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο). Το 1928 ο οικισμός
μετονομάστηκε Νεάπολις.
Λέμπετ [Лембет / Σταυρούπολη] | Lembet και Lembeto.
Λέμπετ και Λεμπέτ στα ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του
καζά Θεσσαλονίκης. Ήταν τσιφλίκι στο οποίο ζούσαν και δούλευαν 100 περίπου
πατριαρχικοί Μακεδόνες. Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, ο οικισμός ερήμωσε. Στη
συνέχεια η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 146 χριστιανικές προσφυγικές
οικογένειες. Το 1934 ο οικισμός μετονομάζεται Σταυρούπολις.
Λέσκοβετς [Лесковец / Λεπτοκαρυές] | Leskovec.
Στα ελληνικά κείμενα ονομάζεται ως Λέσκοβετς, Λεσκοβέτς, Λεσκοβίτσι,
Λεσκοβίτσα και Λεσκοβίτση. Χριστιανικό χωριό του καζά
Λέριν ή Φλώρινας. Μεταξύ 1905-1910 μετανάστευσαν από το χωριό
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
επτά άτομα. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν περίπου 250 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το
1916 μετονομάστηκε Λεπτοκαρυές και στο 1940 Λεπτοκαρυαί.
Λέσκοβο [Лесково / Τρία Έλατα] | Leskovo. Και Λέσκοβο στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό της περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 600 Μακεδόνες (οι περισσότεροι των οποίων ήταν
εξαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, μετανάστευσε στη Βουλγαρία το μεγαλύτερο
μέρος του πληθυσμού. Στο Λέσκοβο παρέμειναν δέκα πατριαρχικές οικογένειες. Η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό και 23 οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων. Το 1925 το Λέσκοβο μετονομάστηκε σε Τρία Έλατα. Το 1928
απογράφηκαν στο χωριό 162 άτομα, 117 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Λέχοβο [Лехово / Κρασοχώρι] | Lehovo.
Αναφέρεται και σαν Liahovo.
Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε ως Λέχοβο(ν). Χωριό
του καζά Ντεμίρ Ισάρ (ή Δεμίρ Ισσάρ). Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες.
Το 1913 απογράφηκαν στο χωριό 1.117 άτομα. Τον Αύγουστο του 1915 ο πληθυσμός
του είχε μειωθεί στα 800 άτομα (396 άρρενες και 404 θήλεις). Συνολικά
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία, με τη συνθήκη της Νεϊγύ 74 οικογένειες, οι οποίες
εγκαταστάθηκαν στο νέο χωριό Lehovo (που έφτιαξαν
κοντά στα σύνορα), στην πόλη Sandanski και στο χωριό Katunci. Το 1927 το Λέχοβο μετονομάστηκε Κρασοχώρι και το
1940 Κρασοχώριον. Το 1940 ζούσαν εδώ 450 Μακεδόνες. Το χωριό ερήμωσε μετά τον
πόλεμο.
Λέχοβο [Лехово] | Lehovo. Το βρίσκουμε και με τις ονομασίες Eleovo, Elehovo.
Στα ελληνικά κείμενα αναγράφεται πάντα ως Λέχοβο(ν). Μέχρι
το 1906 ανήκε διοικητικά στον καζά Φλώρινας και μετά στον καζά Καστοριάς. Το
1912 είχε περίπου 1.650 κατοίκους. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν πατριαρχικοί
Αλβανοί. Υπήρχαν ωστόσο και σχεδόν 100 πατριαρχικοί Βλάχοι.
Λικόβιστα [Ликовишта / Λυκογιάννης] | Likovišta, Stara Lukovišta, Lukovica, Lekovičišča, Lakovišta.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Λυκοβίστα, Λυκόβιστα,
και Λυκοβίτσα. Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το
1912 ζούσαν εδώ 100 περίπου χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν στη Λικόβιστα και 65 οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων. Το 1926 το χωριό μετονομάστηκε Λυκογιάννης, το
1940 Παλαιός Λυκογιάννης και το 1951 Παλαιά Λυκόγιαννη.
Λίμπαβο ή Λιμπάχοβο [Либаво или
Либахово / Φιλυριά] | Libaovo, Libahovo, Libahova, Libavo, Libihovo. Στα ελληνικά κείμενα
αναφέρεται ως Λιμπάχοβο(ν) και Λιμπόνοβο(ν).
Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 120 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, οι κάτοικοι του (24
οικογένειες) μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Στα σπίτια τους η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε 234 πατριαρχικούς πρόσφυγες από την ανατολική Θράκη, το Πόντο και
τη Μικρά Ασία (οι τελευταίοι μιλούσαν μια τουρκική διάλεκτο με πολλές σλαβικές
λέξεις). Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Φιλλυριά και το
1940 Φιλυριά.
Λιμπιάχοβο [Либјахово] | Libjahovo. Και Либяхово (επίσημη βουλγαρική
γραφή). Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Λιμπάχοβο(ν)
και Λιμπεχόβο(ν). Χριστιανικό χωριό του καζά Νευροκοπίου. Οι
κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες (υπήρχαν και λίγοι Τσιγγάνοι). Στα
τελευταία χρόνια τις οθωμανικής διοίκησης ζούσαν εδώ περίπου 1.700 άτομα. Το
1951 ο οικισμός μετονομάστηκε σε Илинден.
Λιμπίσεβο ή Λιμπίσοβο [Либишево / Άγιος Ηλίας] | Libiševo και Libišovo. Λιμπίσοβο(ν)
και Λιμπίστοβον στις ελληνικές πηγές. Χριστιανικό μακεδονικό χωριό του καζά
Καστοριάς (περιοχή Καστανοχωρίων) και στη συνέχεια του καζά Ανασελίτσας. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 320 άτομα. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Αϊλιάς και
το 1949 Άγιος Ηλίας.
Λιούμνιτσα [Лјумница / Σκρα] | Ljumnica. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Λιούμνιτσα,
Λούμνιτσα και Λουμνίτσα. Χωριό της περιοχής Καρατζόβας ή
Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.400 Βλάχοι (οι
περισσότεροι των οποίων ήταν ρουμανιστές). Το 1926 το χωριό μετονομάστηκε
σε Σκρα.
Λιουμπέτινο [Љубетино / Πεδινό] | Ljubetino και Ljubetina. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Λιουμπέτινο(ν)
ή Λιουμπέτινα. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Ρούντνικ (Rudnik) του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το χωριό συμμετείχε στο
Ίλιντεν και κάηκε από τον οθωμανικό στρατό, στις αρχές Σεπτεμβρίου 1903. Οι
Οθωμανοί πήραν μαζί τους τριάντα αιχμαλώτους. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 270
εξαρχικοί (Μακεδόνες και Τσιγγάνοι). Το 1926 μετονομάστηκε Πεδινό και
το 1928 Πεδινόν.
Λιπαρίνοβο [Липариново / Λιπαρό] | Liparinovo και Lipara. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται σαν Λιπαρίνοβο(ν)
και Λιπαρά. Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί
του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και λίγοι Τσιγγάνοι.
Το 1912 αριθμούσε περίπου 140 άτομα. Το 1928 απογράφηκαν στο χωριό 188 άτομα,
18 εκ των οποίων ήταν πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν εδώ μετά το 1922. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Λιπαρό και
το 1940 Λιπαρόν.
Λίσολαϊ [Лисолај] | Lisolaj. Λισολάι και Λυσολάι στα
ελληνικά.. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοι του
ήταν Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε
πληθυσμό 402 άτομα.
Λιτόβοϊ [Литовој / Λεπτοκαρυά] | Litovoj. Και στα ελληνικά Λιτοβόι(ον).
Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ 210
περίπου εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ όλοι οι κάτοικοί του μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα σπίτια τους 471
πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1954 ο οικισμός μετονομάστηκε Λεπτοκαρυά.
Λοπάτιτσα [Лопатица] | Lopatica. Λοπάτνιτσα και Λοπατνίτσα στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι
κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε
πληθυσμό 231 άτομα.
Λόσνιτσα [Лошница / Γέρμας] | Lošnica. Και Λόσνιτσα στα ελληνικά έγγραφα.
Πατριαρχικό χωριό του ναχιγιέ Κλεισούρας του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 870 πατριαρχικοί Ρωμιού. Το 1928 μετονομάστηκε Γέρμας.
Λουβράδες ή Ολόβραντε [Оловраде / Σκιερό] | Olovrade. Αναφέρεται ακόμα ως Luvrada, Lavaradi, Longrad, Lovradi, Lovaradi, Golovrade.
Στις ελληνικές πηγές εμφανίζεται σαν Λουβράδες ή Λοβράδες. Χριστιανικό
μακεδονικό χωριό της περιοχής Καστανοχωρίων (Kostenarija) του καζά Καστοριάς. Οι κάτοικοί του συμμετείχαν το
1903 στην επανάσταση του Ίλιντεν. Σε αντίποινα ο οθωμανικός στρατός έκαψε το
χωριό. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 170 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της
Νεϊγύ (Neuilly), επτά οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1928 ο
οικισμός μετονομάστηκε Σκιερόν. Στην απογραφή του ίδιου έτους,
είχαν απομείνει εδώ 22 άτομα. Τα επόμενα χρόνια ο τόπος ερήμωσε.
Λούγκουντσι ή Λούντσι [Лугунци или Лунци / Λαγκαδιά] | Lugunci, Lugonci, Lunci. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Λούγκουντσα, Λούγγουστα Λούγγουντσα και Λουγκούντσι. Χωριό
της περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 600 Βλάχοι, οι περισσότεροι των οποίων ήταν ρουμανιστές. Το χωριό κάηκε
από τον ελληνικό στρατό στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο. Το 1923-1924 η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό 65 πατριαρχικούς πρόσφυγες (από τον Πόντο).
Το 1925 έφυγαν για τη Ρουμανία 70 οικογένειες Βλάχων. Το 1926 το χωριό
μετονομάστηκε Λαγκαδιά. Το 1947 ο πληθυσμούς του ήταν 563 άτομα
(480 Βλάχοι και 83 πρόσφυγες Ρωμιοί).
Λούκοβετς [Луковец / Σωτήρα] | Lukovec ή Staro
Lukovec. Αναφέρεται και ως Lukovic. Στις ελληνικές πηγές το
βρίσκουμε σαν Λούκοβιτς ή Λούκοβετς. Χριστιανικό
χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 210 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το
1923-1924, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό και 22 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 μετονομάζεται σε Σωτήρα. Το 1928
απογράφονται 384 άτομα (από τα οποία 80 ήταν πρόσφυγες). Το 1961 η ονομασία του
αλλάζει ξανά σε Παλαιά Σωτήρα.
Λουτρός [Лутрос] | Lutros. Και Λουτρός στα ελληνικά.
Χριστιανικός οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι κάτοικοί του
ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 460 άτομα. Το 1923-1924
εγκαταστάθηκαν στο χωριό και τέσσερις οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Μαγκάρεβο [Магарево] | Magarevo. Και
Μεγάροβο(ν) στα ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή
Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί του ήταν Βλάχοι, που ήρθαν εδώ μετά την καταστροφή της
Μοσχόπολης (Moskopole). Πριν τους βαλκανικούς πολέμους κατοικούσαν εδώ
περίπου 2.500 Βλάχοι. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε 1.492 άτομα.
Μαλόβιστε [Маловиште] | Malovište και Malovišta. Στα ελληνικά τη
βρίσκουμε ως Μηλόβιστα. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή
Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί του ήταν Βλάχοι (πατριαρχικοί και ρουμανιστές). Στη
σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 1.629 άτομα.
Μανάστιρες [Манастирец] | Monastirec. Αναφέρεται
και ως Manastir. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Σέλο
Μοναστήρ, Σέλο Μονάστηρο και Σέλο Μονάστηρετς.
Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε 134 άτομα.
Μάνγκιλα ή Μόγκιλα [Мангила или Могила / Άνω Περιβόλι] | Mangila και Mogila. Μάνγκιλα. H Μαγγίλα και Μαγγέλα των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Καστανοχωρίων (Kostenarija) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 100
εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Άνω
Περιβόλι και το 1940 Άνω Περιβόλιον. Μεγάλο μέρος του
πληθυσμού του βρέθηκε κατά τον εμφύλιο πόλεμο στην αριστερή παράταξη και
αναγκάστηκε, με τον τερματισμό των εχθροπραξιών, να καταφύγει σε χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης.
Μάνιακ [Мањак / Μανιάκοι] | Manjak. Και Μανιάκοι στις ελληνικές πηγές.
Εξαρχικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Το 1912 και το 1928 ζούσαν
αντίστοιχα εδώ περίπου 100 και 150 Μακεδόνες. Αρκετοί κάτοικοί του προσχώρησαν
κατά τον εμφύλιο στην αριστερή παράταξη και το 1949 αναγκάστηκαν να καταφύγουν
στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Την περίοδο 1964-1980 ο
πληθυσμός του οικισμού πολλαπλασιάστηκε, με την εδώ μετεγκατάσταση Ρωμιών από
πέντε χωριά του Γράμμου.
Μάντρατζικ [Мандраџик / Μανδράκι] | Mandradžik και Mandražik.
Μανδρατζίκ και Μανδρατζίκι στις ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ (ή
Δεμίρ Ισσάρ). Το 1912 ζούσαν εδώ 65 μουσουλμάνοι Τούρκοι (ίσως υπήρχαν και λίγοι
Τσιγγάνοι). Με την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών, όλοι οι κάτοικοι του
χωριού μετανάστευσαν στην Τουρκία. Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν 67
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Μανδράκι και
το 1940 Μανδράκιον.
Μάρβιντσι [Марвинци] | Marvinci, Mravinci, Mravinca, Moravinci. Και στις ελληνικές
πηγές Μιραβάντσα ή Μραβέντσα. Χωριό του καζά
Δοϊράνης. Το 1910 ζούσαν εδώ 232 εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του
1914 είχε πληθυσμό 184 άτομα.
Μαρζέντσι [Мрзенци] | Mrzenci. Το βρίσκουμε και σαν Marzenci ή Mirzentzi.
Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Μαρζέντσα και Μαρζέντσι.
Χωριό του καζά Γευγελής. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ 264
εξαρχικοί Μακεδόνες και 504 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Στη σερβική απογραφή του 1914
απογράφηκαν στο χωριό 659 άτομα.
Μάρτσιστα [Марчишта / Κάτω Περιβόλι] | Marčišta. Μάρτσιστα και Μαρτσίστα στις
ελληνικές πηγές. Μικρό χωριό της περιοχής Καστανοχωρίων (Kostenarija) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 40
εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), κάποιοι κάτοικοί του
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Ο οικισμός μετονομάστηκε Κάτω Περιβόλι το
1926 και Κάτω Περιβόλιον το 1940. Το 1932 είχαν απομείνει στο
χωριό πέντε μακεδονικές οικογένειες.
Μαύροβο [Маврово / Μαυροχώρι] | Mavrovo.
Και Μαύροβο(ν) στα ελληνικά. Χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου
820 άτομα. Σχεδόν οι μισοί από αυτούς ήταν πατριαρχικοί χριστιανοί (Μακεδόνες
και Ρωμιοί) και οι άλλου μισοί μουσουλμάνοι Τούρκοι. Το 1923-1924 όλοι οι
μουσουλμάνοι κάτοικοι του χωριού (45 οικογένειες) μετανάστευσαν υποχρεωτικά
στην Τουρκία. Την ίδια περίοδο, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο Μαύροβο 55
πατριαρχικές οικογένειες προσφύγων από τη Μικρά Ασία και 19 από τον Πόντο. Το
1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Μαυροχώρι και το 1940 Μαυροχώριον.
Μαχαλά [Маала или Махала / Τροπαιούχος] | Maala ή Mahala ή Mala. Ο Μαχαλάς των
ελληνικών κειμένων. Μουσουλμανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 400 Τούρκοι και 100 Αλβανοί. Το σύνολο των μουσουλμάνων
κατοίκων του αναγκάστηκε το 1924 να εγκαταλείψει τη χώρα. Στη θέση τους, η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε χριστιανούς πρόσφυγες από τον Καύκασο, τη Θράκη
και τη Μικρά Ασία. Εγκαταστάθηκαν επίσης εδώ και Μακεδόνες από τα γύρω χωριά.
Το 1928 ζούσαν στο χωριό περίπου 240 πρόσφυγες και 200 Μακεδόνες. Το 1929
μετονομάστηκε σε Τροπαιούχος.
Μελίκη [Мелик] | Melik, Milik, Menlik, Maliki,
Melnik. Μελίκι(ον)
και Μελίκη (επίσημη ονομασία) στα ελληνικά. Οικισμός του καζά
Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.000 πατριαρχικοί
Ρωμιοί. Μεταξύ 1923-1924 εγκαταστάθηκαν στο χωριό και 43 προσφυγικές
οικογένειες.
Μέλνικιτς [Мелникич
/ Μελενικίτσι] | Melnikič. Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε σαν Μελιγκίτσι, Μελνικίτς και Μέλενκιτς. Χωριό
το καζά Σερρών. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 450 άτομα. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Μελενικίτσιον.
Μέλνιτσα [Мелница] | Melnica. Και Μέλνιτσα στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 70
εξαρχικοί Μακεδόνες.
Μέσιμερ [Месимер / Μεσιμέρι] | Mesimer ή Mesmer ή Mismer. Στα ελληνικά
αναφέρεται ως Μεσημέρι(ον). Χριστιανικό χωριό του καζά
Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 850 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Μικρογούζι [Микрогуш / Μακροχώρι] | Mikroguš, Mikroguše, Mikros, Makros. Μικρογούζι(ον) στα ελληνικά.
Χριστιανικός οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι περισσότεροι
κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Υπήρχαν ωστόσο εδώ και μερικές
οικογένειες Βλάχων. Το 1912 αριθμούσε περίπου 600 άτομα. Το 1923-1924
εγκαταστάθηκαν στο Μικρογούζι και 526 πατριαρχικοί πρόσφυγες.
Το 1940 μετονομάστηκε Μακροχώριον.
Μινόστιτσα [Миноштица /
Μονόσπιτα]
| Minoštica, Monopište, Minošpita. Στα ελληνικά αναφέρεται ως Μονόσπητο(ν), Μονόσπητα Μονόσπιτα και Μονόσπιτα (επίσημη
ονομασία). Χριστιανικός οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το
1912 αριθμούσε περίπου 260 Μακεδόνες (εξαρχικούς και πατριαρχικούς). Το 1924 η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο χωριό και πατριαρχικούς πρόσφυγες από τη
Βουλγαρία. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 541 άτομα, 157 εκ των οποίων ήταν
προσφυγικής καταγωγής.
Μόκρενη [Мокрени / Βαρικό] | Mokreni. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Μόκρενη,
Μόκραινη, Μοκραίνη, Μόκραινα, Μόκρενα. Χριστιανικό μακεδονικό
χωριό του ναχιγιέ Κλεισούρας του καζά Καστοριάς. Πρωτοστάτησε στην επανάσταση
του Ίλιντεν το 1903. Προχωρώντας σε αντίποινα οι Οθωμανοί έκαψαν το χωριό και
σκότωσαν περίπου 100 κατοίκους του. Το 1912 ζούσαν εδώ 700 περίπου εξαρχικοί
Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), δεκαπέντε οικογένειες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Βαρικό και
το 1940 Βαρικόν. Μεταξύ 1940-1949 σκοτώθηκαν 83 κάτοικοί του. Στο τέλος
του εμφυλίου περισσότερα από 200 άτομα κατέφυγαν ως πολιτικοί πρόσφυγες σε
χώρες τις Ανατολικής Ευρώπης.
Μοκρίεβο [Мокриево] | Mokrievo, Mokrijevo, Makrievo. Και στα ελληνικά Μακρύεβο(ν). Χωριό του
καζά Στρούμιτσας. Το 1910 ζούσαν εδώ 784 πατριαρχικοί Μακεδόνες και 925
μουσουλμάνοι Τούρκοι. Στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο ο ελληνικός στρατός έκαψε
δέκα σπίτια του χωριού.
Μοναχίτι [Монахит] | Monahit και Monahiti. Μοναχήτι(ον) και Μοναχίτι(ον)
στα ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Γρεβενών. Οι κάτοικοί του ήταν
Κουπατσαραίοι (χριστιανοί Βλάχοι που μιλούσαν πια ρωμαίικα). Το 1912 ζούσαν εδώ
500 περίπου άτομα.
Μονοσπίτοβο [Моноспитово] | Monospitovo και Monaspit. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Μονόσπητο(ν).
Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου
1.000 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και προτεστάντες).
Μούκλεν [Muklen / Μούχλιανη] | Muklen, Mukljani, Maklun, Miklen.
Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται σαν Μούχλιανη ή Μούκλιανη.
Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 250 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Ο ελληνικός στρατός έκαψε το χωριό στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο. Οι
κάτοικοί του το εγκατέλειψαν τότε και κατέφυγαν στη Βουλγαρία, στους οικισμούς Sveti Vrač (Sandanski )
Stanimaka (Asenovgrad) και Nevrokop (Goče Delčev). Στη συνέχεια το
χωριό ερήμωσε.
Μπαγιάλτσα [Бајалца / Πλατανιά] | Bajalca, Bajalci, Bajaldža.
Και Μπαγιάλτσα στα ελληνικά. Χωριό του καζά Γευγελής. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 250 εξαρχικοί Μακεδόνες. Η Μπαγιάλτσα κάηκε
από τον ελληνικό στρατό στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο. Οι περισσότεροι κάτοικοί
της κατέφυγαν στη Βουλγαρία και κάποιοι στη γειτονική Γευγελή. Η ελληνική
διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό 243 πατριαρχικούς πρόσφυγες, από τον Πόντο
και τον Καύκασο. Το 1928 η Μπαγιάλτσα μετονομάστηκε Πλατάνι και
το 1940 Πλατανιά.
Μπάλαβτσα [Балавча / Κολχικό] | Balavča, Balavca, Balavče, Balovca, Balovec, Balafca. Και Μπαλάφτσα στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε 3 σπίτια μουσουλμάνων και 66
σπίτια χριστιανών. Το 1910 ζούσαν εδώ 271 πατριαρχικοί Μακεδόνες και 29
μουσουλμάνοι (Τούρκοι ή Τσιγγάνοι). Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, οι
μουσουλμάνοι έφυγαν και στη θέση τους ήρθαν 66 οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων (από τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη). Το 1927 ο οικισμός
μετονομάστηκε Κολχικόν.
Μπάλιντσι [Балинци] | Balinci, Balince. Και Μπαλίντσα στις
ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά Δοϊράνης. Το 1910 κατοικούσαν εδώ 148 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 164 άτομα.
Μπάλτζα [Балџа / Μελίσσι] | Baldža και Balidža. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Μπαλίντζα, Μπαλίτζα, Μπαλίτσα.
Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν χριστιανοί
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί) και λίγοι Τσιγγάνοι. Το 1912 αριθμούσε
περίπου 100 άτομα. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν εδώ και τέσσερις οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Μελίσσι και
το 1940 Μελίσσιον.
Μπάμπτσορ [Бабчор / Βαψώρι και Ποιμενικό] | Babčor. Σημειώνεται και ως Babšar και Babšor. Το Μπαψόρι ή
Παπσόρι ή Βαψώρ ή Βαψώρι(ον) των ελληνικών
κειμένων. Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta)
του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Συμμετέχει στην επανάσταση του Ίλιντεν και
γνωρίζει τα αντίποινα του οθωμανικού στρατού τον Αύγουστο του 1903. Τότε
σκοτώνονται 19 κάτοικοί του και καίγονται 13 σπίτια. Εννέα άτομα από το χωριό,
που μεταναστεύουν στις ΗΠΑ μεταξύ 1907-1912, δηλώνουν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες». Το 1912 ζούνε εδώ περίπου 1.200 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), έντεκα οικογένειες μεταναστεύουν στη Βουλγαρία.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, το σύνολο του πληθυσμού εγκαταλείπει το χωριό
και περνάει τα σύνορα. Το 1955 ο έρημος οικισμός μετονομάζεται Ποιμενικόν.
Μπάνιτσα [Баница / Καρυές] | Banica. Και Μπάνιτσα στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες.
Στις αρχές του 20ου αιώνα ζούσαν εδώ 600 περίπου άτομα. Κοντά
στο χωριό, στις 4 Μαΐου 1903, σκοτώθηκε ο μακεδόνας επαναστάτης Goče Delčev, από οθωμανούς
χωροφύλακες. Οι κάτοικοι του χωριού πήραν μέρος στην επανάσταση του Ίλιντεν. Σε
αντίποινα, ο τουρκικός στρατός έκαψε 88 σπίτια στη Μπάνιτσα. Στο
δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, ο ελληνικός στρατός καίει και αυτός, 120 σπίτια του
χωριού. Το 1915 η Μπάνιτσα ήταν κατεστραμμένη και ακατοίκητη. Με τη συνθήκη της
Νεϊγύ αποζημιώθηκαν 34 οικογένειες, που μετανάστευσαν στη Βουλγαρία, στους
οικισμούς Sveti Vrač (Sandanski), Nevrokop (Goče Delčev), Mahomja (Razlog) και Bačevo. Το 1920 κατοικούσαν στο χωριό 107
άτομα. Το 1922 η Μπάνιτσα μετονομάστηκε Καρυαί. Το
1928 απογράφονται 95 άτομα (και κανένας πρόσφυγας). Στη συνέχεια το χωριό ερημώνει.
Μπάνσκο [Банско] | Bansko. Και Μπάνσκο στα ελληνικά.
Χριστιανικό οικισμός του καζά Ράζλογκ (Разлог). Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
ζούσαν εδώ 6.500 Μακεδόνες (εξαρχικοί και προτεστάντες).
Μπάνσκο [Банско] | Bansko, Banjsko.
Και Μπάνσκο στα ελληνικά. Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Το 1910
ζούσαν εδώ 425 μουσουλμάνοι τούρκοι και 160 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Μπαρακλί Τζουμαγιά [Баракли Џумаја / Ηράκλεια] | Dolna Džumaja, Serska Džumaja, Barakli Džumaja. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται
ως Τζουμαγιά ή Μπαρακλή Τζουμαγιά ή Μπαϊρακλή
Τζουμαγιά ή Κάτω Τζουμαγιά. Οικισμός του καζά Σερρών. Το
1912 είχε πληθυσμό περίπου 6.000 άτομα. Οι περισσότεροι από τους κατοίκους της
ήταν Μακεδόνες (κυρίως πατριαρχικοί). Υπήρχαν μεγάλες ομάδες χριστιανών Βλάχων
και μουσουλμάνων Τούρκων, καθώς επίσης λίγοι Τσιγγάνοι, Ρωμιοί και Αλβανοί.
Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, είκοσι εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία, στο Petrič και στο Sveti Vrač (Sandanski). Όλοι επίσης οι μουσουλμάνοι από τη Τζουμαγιά,
έφυγαν αναγκαστικά για την Τουρκία. Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε εδώ 112 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (από τη Μικρά Ασία, τον
Πόντο και την Ανατολική Θράκη). Το 1926 η Τζουμαγιά μετονομάστηκε Ηράκλεια.
Το 1928 απογράφηκαν στον οικισμό 2.266 άτομα, 464 εκ των οποίων ήταν
προσφυγικής καταγωγής.
Μπαρέσανι [Барешани] | Barešani.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Μπαρέσανι, Μπαρέσανη, Μπαρέσιανη, Μπαρέσιανη.
Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Μεταξύ 1903-1912
μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις
αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 22 άτομα. Το 1912 ο πληθυσμός του
ήταν περίπου 390 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Μπαρμπάρεβο [Барбарево] | Barbarevo. Και Μπαρμπαρίοβο(ν) στις
ελληνικές πηγές. Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Το 1910 ζούσαν εδώ 378 εξαρχικοί
Μακεδόνες.
Μπαρόβιτσα [Баровица / Καστανερή] | Barovica. Μπαρόβιτσα και Μπαροβίτσα στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή
Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 900 Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ 75 εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Καστανερή.
Μπάτεμ Τσίφλικ [Батем Чифлик /
Αμυγδαλεώνας] | Badem και Bademli. Μπαδεμλή και Μπατέμ
Τσιφλίκ στα ελληνικά κείμενα. Οικισμός του καζά Καβάλας. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ 30 μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι. Το 1923-1924 οι
κάτοικοί του αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Στη θέση τους ήρθαν
σχεδόν 400 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1926 το χωριό μετονομάστηκε Αμυγδαλιώνας και
το 1940 Αμυγδαλεών.
Μπατς [Бач] | Bač. Και Μπατς στις ελληνικές
πηγές. Χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 450
εξαρχικοί Μακεδόνες.
Μπάχοβο ή Μπάοβο [Баово / Πρόμαχοι] | Baovo και Bahovo. Και Μπάχοβο(ν)
στα ελληνικά. Χωριό της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και στη συνέχεια του καζά Καρατζά
Αμπάτ ή Καρατζόβας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.000 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το
1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Πρόμαχοι. Στο τέλος του εμφυλίου
πολέμου, μερικοί κάτοικοι κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία, σαν πολιτικοί πρόσφυγες.
Μπελκαμένη [Бел Камен / Δροσοπηγή] | Bel Kamen ή Belkamen. Στις ελληνικές πηγής αναφέρεται ως Μπελκαμένη.
Χωριό του ναχιγιέ Νέβεσκα, του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Ήταν ένα μικτό
χριστιανικό χωριό Αλβανών και Βλάχων. Το 1912 ο πληθυσμός του υπολογίζεται σε
1.300 άτομα. Μετονομάστηκε σε Δροσοπηγή το 1928.
Μπέσιστε [Бешиште] | Bešište. Αναφέρεται και σαν Bešišta. Η Μπέσιστα των
ελληνικών πηγών. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Φαίνεται ωστόσο ότι υπήρχαν επίσης εδώ μερικές οικογένειες Βλάχων και
Τσιγγάνων. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 1.043 άτομα.
Μπέσφινα [Бесфина / Σφήκα] | Besfina ή Besvina. Το βρίσκουμε επίσης και
ως Besvinja ή Bezvini. Στις ελληνικές πηγές το
συναντάμε σαν Μπέσφινα. Διοικητικά υπαγόταν στο ναχιγιέ της Ντόλνα
Πρέσπα (Dolna Prespa), στον καζά του
Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Οι κάτοικοι του συμμετείχαν το 1903 στην επανάσταση
του Ίλιντεν. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 430 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926
μετονομάστηκε σε Σφήκα. Έλαβε μέρος στον εμφύλιο και το 1949 σχεδόν
το σύνολο του πληθυσμού του, ζήτησε άσυλο στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης. Έκτοτε ο τόπος ερήμωσε.
Μπίρνικ [Брник] | Brnik. Αναφέρεται και ως Barnik. Το Μπίρνικ και Μπύρνικ των
ελληνικών κειμένων. Οι κάτοικοί του ήταν Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή του 1914 κατοικούσαν εδώ 247 άτομα.
Μπίτολα [Битола] | Bitola. Υπάρχει επίσης η γραφή Bitolja, Bitolj, Manastir, Monastir.
Στα ελληνικά αναφέρεται σαν Βιτώλια, Βιτόλια ή Μοναστήρι(ον).
Έδρα του ομώνυμου καζά και του ομώνυμου βιλαετίου της Μακεδονίας. Το 1886 είχε
23.379 χριστιανούς (κυρίως Μακεδόνες και Βλάχους), 17.255 μουσουλμάνους (κυρίως
Τούρκους και Αλβανούς) και 3.948 Εβραίους. Η πατριαρχική κοινότητα ήταν
πολυπληθής, ωστόσο οι Ρωμιοί δεν ξεπερνούσαν τα 100 άτομα. Στη σερβική απογραφή
του 1914 είχε 48.370 κατοίκους. Μεταξύ 1897-1915, μετανάστευσαν από την πόλη (ή
δήλωσαν Μπίτολα ή Μοναστήρι ως τόπο
καταγωγής) στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 717 άτομα.
Μπίτουσα [Битуша / Παρόρειο] | Bituša.
Αναγράφεται και ως Bitoša ή Bitoše. Στις ελληνικές πηγές
αναφέρεται σαν Μπίτουσα. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή
Μοναστηρίου. Το χωριό δέχτηκε επίθεση από τον οθωμανικό στρατό κατά την
επανάσταση του Ίλιντεν. Στις 2 Αυγούστου 1903, οι στρατιώτες και οι
βασιβουζούκοι έκαψαν σπίτια, σκότωσαν δυο παιδιά, δυο γυναίκες, τέσσερις άντρες
και έκλεψαν όλα τα ζώα. Μεταξύ 1903 -1912 μετανάστευσαν από το χωριό
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
36 άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 480 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 ο
οικισμός μετονομάστηκε Παρόρι και το 1940 Παρόρειον.
Μπλάτσα [Блаца / Βλάστη] | Vlaška Blaca ή Grcko Blaca. Βλάτση και Βλάστη στα ελληνικά
κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Καϊλαρίων. Οι κάτοικοί του μιλούσαν βλάχικα
και ρωμαίικα. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 3.700 άτομα.
Μπλάτσα [Блаца / Οξυά] | Blaca. Και Bu(l)garsko Blaca. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Μπλάτσι, Μπλάτση, Βουλγαρμπλάτσι. Χριστιανικό
μακεδονικό χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς.
Συμμετείχε στην επανάσταση του Ίλιντεν και γνώρισε τα αντίποινα του οθωμανικού
στρατού στα τέλη Αυγούστου 1903. Τότε σκοτώθηκαν δώδεκα κάτοικοι του χωριού και
κάηκαν εβδομήντα σπίτια. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 210 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με
τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), 22 οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το
1927 ο οικισμός μετονομάστηκε σε Οξυές και το 1940 Οξυά.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, 173 άτομα από το χωριό αναγκάστηκαν να περάσουν
τα σύνορα και να γίνουν πολιτικοί πρόσφυγες.
Μπογδάντσα ή Μπόγκνταντσι [Богданци] | Bogdanci. Και Μπογδάντσα και Βογδάντσα στα
ελληνικά κείμενα. Οικισμός του καζά Γευγελής. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
ζούσαν εδώ 557 οικογένειες χριστιανών Μακεδόνων (135 πατριαρχικών, 350
εξαρχικών, 50 ουνιτών, 22 σερβιζόντων) και 200 οικογένειες μουσουλμάνων (180
Τούρκων και 20 Τσιγγάνων). Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 3.190
άτομα.
Μπογκορόντιτσα [Богородица] | Bogorodica. Αναφέρεται και ως Bogoroč. Στις
ελληνικές πηγές τη βρίσκουμε σαν Μπογορόδιτσα, Βογορόδιτσα και Μπόρες.
Χωριό του καζά Γευγελής. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ 344
χριστιανοί Μακεδόνες (174 πατριαρχικοί και 170 εξαρχικοί) και 533 μουσουλμάνοι
Τούρκοι. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 756 άτομα.
Μπόζετς [Бозец / Άθυρα] | Bozec ή Bozeč. Και Μπόζετς στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 720 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ,
μεγάλος αριθμός από τους κατοίκους του Μπόζετς μετανάστευσε στη Βουλγαρία. Στα
σπίτια τους η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 1.130 πατριαρχικούς πρόσφυγες από
την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο. Το 1928 απογράφηκαν στο χωριό 1.404 άτομα,
1.133 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Αθύρας και
το 1940 Άθυρα.
Μποΐμιτσα [Бојмица / Αξιούπολη] | Bojmica και Bohemica. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Μποέμιτσα, Μποϊμίσσα, Μποέμισσα και Βοέμιτσα.
Οικισμός του καζά Γευγελής. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ 853
χριστιανοί Μακεδόνες (744 εξαρχικοί και 109 πατριαρχικοί) και 560 μουσουλμάνοι
Τούρκοι. Το 1913 ο πληθυσμός της ήταν 1.516 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 536
εξαρχικοί κάτοικοί της μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Επίσης όλοι οι μουσουλμάνοι
υποχρεώθηκαν να φύγουν στην Τουρκία, μεταξύ 1923-1924. Στη θέση τους, η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 901 πατριαρχικούς πρόσφυγες (από τη Μικρά Ασία,
τον Πόντο, την Ανατολική Θράκη και τον Καύκασο). Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Αξιούπολις.
Μπόμπιστα [Бобишта /
Βέργα]
| Bobišta ή Bobište. Και Μπόμπιστα στα ελληνικά.
Χριστιανικό μακεδονικό χωριό του ναχιγιέ Κλεισούρας του καζά Καστοριάς.
Συμμετέχει στην επανάσταση του Ίλιντεν και γνωρίζει τα αντίποινα του οθωμανικού
στρατού, στα τέλη Αυγούστου 1903. Τότε σκοτώνονται δεκαεπτά χωρικοί και
καίγονται όλα τα σπίτια του χωριού. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 240 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), 48 οικογένειες μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Βέργα. Στο τέλος του
εμφυλίου πολέμου, σχεδόν πενήντα κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Μπόμποκι [Бомбоки /
Σταυροπόταμος] | Bomboki, Bombik, Bambuk, Bombaki. Στις ελληνικές πηγές σημειώνεται ως Μπομπόκι, Μπόμποκη, Μπομπόκη.
Χριστιανικό χωριό της περιοχής Πόπολε του καζά Καστοριάς. Οι κάτοικοί του ήταν
εξαρχικοί Μακεδόνες. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους είχε πληθυσμό περίπου
250 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, μετανάστευσαν στη Βουλγαρία πέντε
οικογένειες. Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Μακροχώρι και
λίγο μετά Σταυροπόταμος. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, πολλοί
κάτοικοί του αναγκάστηκαν να γίνουν πολιτικοί πρόσφυγες.
Μπόριεβο [Бориево] | Borievo, Borihovo, Borijovo. Και Μπορίοβο(ν) στα ελληνικά.
Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Το 1910 ζούσαν εδώ 248 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Μπούκοβικ [Буковик / Οξυά] | Bukovik. Και Μπούκοβικ στις ελληνικές πηγές.
Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ της Ντόλνα Πρέσπα (Dolna Prespa), του καζά Μπιτολίων
ή Μοναστηρίου. Το 1903 συμμετέχει στην επανάσταση του Ίλιντεν. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 160 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μετονομάστηκε σε Οξυά το
1927. Στο τέλος του εμφυλίου το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του υποχρεώθηκε
να εγκαταλείψει τη χώρα. Μεταπολεμικά η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ
έποικους ελληνόφρονες Βλάχους.
Μπούκοβο [Букобо] | Bukovo. Και Μπούκοβο(ν)
στις ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το
1912 ο πληθυσμός του ήταν περίπου 1.500 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ
1903-1913 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους
δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 54 άτομα.
Μπουντίμιρτσι [Будимирци] | Budimirci. Αναφέρεται επίσης σαν Budimerci. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε ως Μπουδίμερτσι, Μπουδιμέρτσι και Βουδίμερτσι.
Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Μακεδόνες.
Φαίνεται ωστόσο ότι υπήρχαν επίσης εδώ μερικές οικογένειες Βλάχων και
Τσιγγάνων. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 553 άτομα.
Μπούτιμ [Бутим / Κριθαράς] | Butim. Και Μπούτιμ στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Νευροκοπίου. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί
Μακεδόνες. Το 1912 ζούσαν εδώ 361 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ όλοι οι
κάτοικοί του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (και εγκαταστάθηκαν στα
χωριά Guljanci, Šijakovo, Singartija, Germen) Η ελληνική διοίκηση έφερε
στο Μπούτιμ δέκα οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων, οι οποίες
όμως εγκατέλειψαν και αυτές αργότερα το χωριό. Ο έρημος οικισμός μετονομάστηκε
το 1927 σε Κριθαράς.
Μπουφ [Буф / Ακρίτας] | Buf. Το βρίσκουμε και ως Buh. Στις ελληνικές πηγές του συναντάμε σαν Μπουφ ή Μπούφι(ον).
Χριστιανικό μακεδονικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το Μπουφ πρωτοστάτησε
στην επανάσταση του Ίλιντεν. Ο στρατός σε αντίποινα το έκαψε στις 2 Αυγούστου
1903 και σκότωσε πολλούς κατοίκους του. Μόνο δύο από τα 250 σπίτια του χωριού
δεν κάηκαν. Στις 7 Σεπτεμβρίου 1903, χωρικοί από το Μπουφ κατήγγειλαν στον
άγγλο πρόξενο Μοναστηρίου, το βιασμό δεκαπέντε κοριτσιών από το χωριό, από
οθωμανούς στρατιώτες. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 2.200 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Μεταξύ 1902-1920 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και
δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 96 άτομα. Στο τέλος του
εμφυλίου πολέμου, σχεδόν 1.000 κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες. Το 1955
το Μπούφ(ιον) μετονομάστηκε Ακρίτας.
Μπρατίνιστα [Братиништа / Χαράδρα] | Bratiništa, Bratenešte, Brajnat. Στα ελληνικά Μπρατίνιστα.
Χριστιανικός οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι κάτοικοί του
μάλλον ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί (υπάρχουν πηγές που εμφανίζουν τον πληθυσμό του
χωριού ως μακεδονικό). Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 80 άτομα. Το 1927 η Μπρατίνιστα μετονομάστηκε Χάραδρος και
το 1940 Χαράδρα.
Μπρέζνιτσα [Брезница / Βατοχώρι] | Breznica. Στις ελληνικές
πηγές αναγράφεται Μπρέσνιτσα ή και Μπρέζνιτσα. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Το χωριό
συμμετέχει στην επανάσταση του Ίλιντεν. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 650
χριστιανοί Μακεδόνες, οι περισσότεροι των οποίων ήταν εξαρχικοί. Μεταξύ
1909-1914 μετανάστευσαν από τη Μπρέζνιτσα στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις
αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» οκτώ άτομα. Το χωριό μετονομάστηκε
σε Βατοχώρι το 1927 και Βατοχώριον το 1940.
Στο τέλος του εμφυλίου, οι περισσότεροι κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί
πρόσφυγες.
Μπρέζοβο [Брезово] | Brezovo. Και
Μπρέζοβο στα ελληνικά. χριστιανικό. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Ντεμίρ Χισάρ
(Demir Hisar), του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοι του ήταν εξαρχικοί
Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 620 άτομα.
Μπρέστενι [Брештени / Αυγή] | Brešteni. Το βρίσκουμε επίσης ως Brestani, Breščeni, Breščani. Στις ελληνικές πηγές το συναντάμε σαν Μπρέστενη,
Μπρέστανι, Μπρέστανη, Μπρέστιανι, Πρέστανι. Χωριό της περιοχής
Καστανοχωρίων (Kostenarija) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 300 άτομα. Τα μισά από αυτά ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί) και τα άλλα μισά μουσουλμάνοι Τούρκοι. Το 1923-1924 υποχρεώθηκαν
να μεταναστεύσουν στην Τουρκία όλοι οι μουσουλμάνοι του χωριού (40
οικογένειες). Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν, από την ελληνική διοίκηση, 38
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (οι περισσότερες των οποίων ήταν από των
Καύκασο). Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Κρύα Νερά και το
1929 Αυγή. Προπολεμικά το χωριό είχε 400 περίπου κατοίκους, μισούς
Μακεδόνες και μισούς πρόσφυγες. Δεκαεπτά από αυτούς σκοτώθηκαν στον εμφύλιο
πόλεμο και 127 πέρασαν τα σύνορα και έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Μπρούσνικ [Брусник] | Brusnik. Και Μπρούσνικ στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί του ήταν
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Μεταξύ 1904-1913 μετανάστευσαν από το
Μπρούσνικ στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 59 άτομα. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 1.000 άτομα.
Νάουσα [Негуш] | Neguš, Njegoš, Njahusta, Njausta, Agustos, Augusta. Στα ελληνικά Νιάουστα και Νάουσα (επίσημη
ονομασία). Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Πριν τους βαλκανικούς
πολέμους, οι κάτοικοί της ήταν περίπου 9.000 πατριαρχικοί χριστιανοί (Ρωμιοί,
Μακεδόνες και Βλάχοι) και 1.000 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Με τη συνθήκη της
Λοζάνης, οι μουσουλμάνοι υποχρεώθηκαν να φύγουν στην Τουρκία. Από την άλλη, η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ 211 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (από
τη Μικρά Ασία, τον Πόντο, τον Καύκασο, την Ανατολική Θράκη και τη Βουλγαρία).
Νάρες [Нареш / Φιλαδελφιανά και Νέα Φιλαδέλφεια] | Nareš.
Αναφέρεται επίσης σαν Nariš και Nariše. Νάρες στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 150 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μετά τους βαλκανικούς πολέμους οι περισσότεροι
από αυτούς εγκατέλειψαν τα σπίτια τους. Μέχρι το 1924 η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε εδώ πρόσφυγες, κυρίως από τη Μικρά Ασία. Οι περισσότεροι από τους
πρόσφυγες ήταν χριστιανοί Τούρκοι. Η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων
χαρακτήρισε τον οικισμό ως καθαρά προσφυγικό. Το 1926 οι οικισμός
μετονομάζεται Φιλαδελφειανά και το 1928 Νέα
Φιλαδέλφεια. Το 1928 κατοικούσαν στο χωριό σχεδόν 550 άτομα.
Νέβεσκα [Невеска / Νυμφαίο] | Neveska. Νέβεσκα ή Νεβέσκα στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό Χωριό του ομώνυμου ναχιγιέ, του καζά Λέριν ή
Φλώρινας. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν περίπου 1.900 χριστιανοί Βλάχοι (κυρίως
πατριαρχικοί, αλλά υπήρχε και μια μερίδα ρουμανιζόντων). Το 1926
μετονομάστηκε Νυμφαίον.
Νέγκοβαν ή Λίγκοβαν [Негован или Лигован / Ξυλόπολη] | Negavan, Ligovan, Likovan. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Λυγκοβάνη, Λιγκοβάνη, Λιγκοβάνι, Λιγγοβάνη.
Χωριό του καζά Λαγκαδά. Το 1862 είχε 25 σπίτια μουσουλμάνων και 149 σπίτια
χριστιανών. Το 1910 ζούσαν εδώ 985 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί) και 235 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 92
εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Όλοι επίσης οι μουσουλμάνοι,
υποχρεώθηκαν να φύγουν στην Τουρκία. Από την άλλη, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο
χωριό 27 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Ξυλόπολις.
Νεγκοβάνη [Негован / Φλάμπουρο] | Negovan και Negovani. Στα
ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Νεγκοβάνη ή Νεγοβάνη. Χριστιανικό
χωριό του ναχιγιέ Νέβεσκα, του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 είχε σχεδόν 1.100
κατοίκους. (οι περισσότεροι ήταν Αλβανοί, αλλά υπήρχαν και λίγοι Βλάχοι). Το
1928 μετονομάστηκε σε Φλάμπουρον.
Νέγκορτσι [Негорци] | Negorci. Νέγκορτσα και Νεγκόρτσα στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Γευγελής. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους,
ζούσαν εδώ 92 οικογένειες χριστιανών Μακεδόνων (εξαρχικών και πατριαρχικών) και
95 οικογένειες μουσουλμάνων τούρκων. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε
πληθυσμό 1.133 άτομα.
Νέγκοτιν ή Γκνεότινο [Гнеотино] | Gneotino. Το συναντάμε και ως Negotin. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Νεγοτίν ή Νεγότινο(ν).
Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Πριν τους βαλκανικούς
πολέμους είχε πληθυσμό περίπου 300 πατριαρχικούς Μακεδόνες. Στη σερβική
απογραφή του 1914 κατοικούσαν εδώ 128 άτομα.
Νέρετ ή Νέρεντ [Нерет или Неред
/ Πολυπόταμο] | Nered. Το βρίσκουμε και με τη γραφή Neret. Το Νερέτ, Νερέτι ή Νερέτη των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Κάτοικοι του
χωριού συμμετείχαν το 1903 στην επανάσταση του Ίλιντεν και γνώρισαν τα
αντίποινα του οθωμανικού στρατού. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 2.000 Μακεδόνες
(οι περισσότεροι εξαρχικοί). Μεταξύ 1903-1920 μετανάστευσαν από το Νέρεντ
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
68 άτομα. Το 1927 το χωριό μετονομάστηκε σε Πολυπόταμον. Στο τέλος
του εμφυλίου πολέμου αρκετοί κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Νέστραμ ή Νεστράμι [Нестрам / Νεστόριο] | Nestram και Nestram. Στα ελληνικά αναφέρεται ως Νεστράμι(ον).
Κεφαλοχώρι της ομώνυμης περιοχής του καζά Καστοριάς. Ήταν χωρισμένο σε Πάνω και Κάτω μαχαλά
(Gorno και Dolno). Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 2.700 χριστιανοί
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), 20
οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Άγιος
Νέστωρ και το 1928 Νεστόριον. Την περίοδο 1940-1949 σκοτώθηκαν
130 κάτοικοι του χωριού. Σχεδόν άλλοι 300 αναγκάστηκαν να γίνουν πολιτικοί
πρόσφυγες, στο τέλος του εμφυλίου πολέμου.
Νησί [Ниси] | Nisi.
Στα ελληνικά Νησί και Νησίον (επίσημη
ονομασία). Χριστιανικός οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 400 πατριαρχικοί Ρωμιοί. Τα επόμενα χρόνια εγκαταστάθηκαν
στο Νησί και 43 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Νιγρίτα [Нигрита] | Nigrita. Νιγρήτα ή Νιγρίτα (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Έδρα του ομώνυμου ναχιγιέ του καζά Σερρών. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 4.300 πατριαρχικοί Ρωμιοί. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών
εγκαταστάθηκαν εδώ και αρκετοί πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1928 απογράφηκαν στον
οικισμό 7.199 άτομα, 1.026 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Νιζόπολη [Нижеполе] | Nižepole. Συναντάτε και ως Nižo Polje ή Džindžo Polje.
Η Νιζόπολις των ελληνικών κειμένων. Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή
Μοναστηρίου. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους, είχε περίπου 2.000 κατοίκους (οι περισσότεροι
ήταν Βλάχοι και δευτερευόντως Αλβανοί και Μακεδόνες). Στη σερβική απογραφή του
1914 ο πληθυσμός της ήταν 1.028 άτομα.
Νιοχωρούδα ή Νιοχώρι [Неохор / Νεοχώρι] | Nihor και Neohori. To Νεοχώρι, Νηχώρι και Νεοχώριον (επίσημη
ονομασία) των ελληνικών κειμένων. Χωριό της περιοχής Ρουμλουκίου (Urumluk) του καζά Θεσσαλονίκης. Ήταν ένα τσιφλίκι στο οποίο
ζούσαν και δούλευαν 270 περίπου χριστιανοί Ρωμιοί. Η σύνθεση του πληθυσμού δεν
άλλαξε μετά τους βαλκανικούς πολέμους.
Νισέλ [Нишел / Νησελούδι] | Malko Nišel ή Kjučuk Ajnisel. Στα ελληνικά Νησελούδι και Νησελούδιον (επίσημη
ονομασία). Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ 60
περίπου πατριαρχικοί χριστιανοί (μάλλον Ρωμιοί). Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν
εδώ και 13 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Νίσιγια [Нисија / Νησί] | Nisija και Nisja.
Και Νήσια στα ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά
Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 350 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Το 1913 καταγράφεται ως Νησίον (επίσημη ονομασία).
Νόβο Σέλο ή Γενί Κιόι ή Νεοχωρούδα [Ново Село или Ени
Ќој или Неохоруда] | Jenikjoi ή Eni Kjoj ή Novo Selo. Και Νεοχωρούδα στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν
εδώ περίπου 800 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Οκτώ οικογένειες έφυγαν
με τη συνθήκη της Νεϊγύ για τη Βουλγαρία. Το 1928 ο οικισμός είχε περίπου 900
κατοίκους.
Νόσπαλ [Ношпал] | Nospal. Και Νοσπάλ στα ελληνικά
κείμενα. Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί
του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 ο πληθυσμός του
ήταν 342 άτομα.
Ντάμιαν ή Σούλουκλι [Дамјан
или Сулукли / Δαμιανό] | Damjan ή Sulukli. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Δάμιανη, Δάμνιανη και Σουλουκλή.
Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 120 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ όλοι οι κάτοικοι του
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό
100 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων, από τον πόντο και τη Μικρά Ασία. Το
1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Δαμιανόν.
Νταούτ Μπαλή [Даут Бали / Ωραιόκαστρο] | Dautbali ή Daoutbal ή Davut Bali. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Νταούτ
Μπαλή και Δαούτ Μπαλή. Χριστιανικό χωριό του καζά
Θεσσαλονίκης. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 250 Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Μέχρι το 1924 η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό και
πρόσφυγες από διάφορα μέρη του Πόντου και του Καυκάσου. Από αυτούς άλλοι
μιλούσαν την ποντιακή διάλεκτο και άλλοι την τουρκική γλώσσα. Το 1928 ζούσαν
εδώ σχεδόν 780 άτομα, εκ των οποίων 300 ήταν προσφυγικής καταγωγής. Το 1926 ο
οικισμός μετονομάζεται σε Ωραιόκαστρον.
Ντελή Χασάν Μαχαλέ [Дели Хасан Махале / Μοναστηράκι] | Deli Hasan Mahale. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Ντελή
Χασάν Μαχαλέ ή Δελή Χασάν. Χωριό του καζά Σερρών. Οι
κάτοικοί του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες και μουσουλμάνοι (Τούρκοι και
Τσιγγάνοι). Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 500 άτομα. Τα επόμενα χρόνια, οι
περισσότεροι εξαρχικοί του χωριού (222 άτομα) μετανάστευσαν στη Βουλγαρία
(στο Petrič). Επίσης, όλοι οι μουσουλμάνοι (200 άτομα), έφυγαν στην Τουρκία.
Από την άλλη, 79 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων εγκαταστάθηκαν στο Ντελή
Χασάν. Το 1928 απογράφηκαν 322 άτομα, 300 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής
καταγωγής. Το 1923 ο οικισμός μετονομάστηκε Μοναστηράκι και το
1940 Μοναστηράκιον.
Ντέμπενι [Д’мбени / Δενδροχώρι] | D’mbeni.
Επίσης αναφέρεται και σαν Dembeni, Dambeni, Dombeni. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε ως Ντάμπενι,
Ντύμπενι, Ντέμπενι, Δέμπενη, Δύμπενι. Χριστιανικό
μακεδονικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς.
Συμμετέχει στην επανάσταση του Ίλιντεν και γνωρίζει τα αντίποινα του οθωμανικού
στρατού, στα τέλη Αυγούστου 1903. Τότε σκοτώνονται 31 χωρικοί και καίγονται 247
(από τα 250) σπίτια του χωριού. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.200 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Μεταξύ 1905-1915 μεταναστεύουν στις ΗΠΑ και δηλώνουν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 34 άτομα από το χωριό. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), 36
οικογένειες μεταναστεύουν στη Βουλγαρία. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Δενδροχώρι και
το 1940 Δενδροχώριον. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, οι κάτοικοι
του χωριού πέρασαν τα σύνορα και έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες. Ο τόπος σχεδόν
ερήμωσε. Μεταπολεμικά η ελληνική κυβέρνηση εγκατέστησε εδώ ελληνόφρονες Βλάχους
από την Ήπειρο.
Ντόλενι [Долени / Ζευγοστάσι] | Doleni και Doljani. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Ντόλιανι, Δόλιανι και Δόλιανη. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Καστανοχωρίων (Kostenarija)
του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 300 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), πέντε οικογένειες μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Δενδροχώρι και το
1940 Δενδροχώριον. Είκοσι κάτοικοι του χωριού σκοτώθηκαν μεταξύ
1940-1949. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου κάποιοι αναγκάστηκαν να γίνουν
πολιτικοί πρόσφυγες.
Ντόλιανη [Долјани / Κουμαριά] | Doljani. Και Δόλιανη στα ελληνικά. Οικισμός
του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 600 χριστιανοί
Βλάχοι. Τα επόμενα χρόνια η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ και 130
πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Κουμαριά.
Ντόλνα Νούσκα [Долна Нуска / Δαφνούδι] | Dolna Nuška, Dolna Nuska, Dolna Nuskja. Και Κάτω Νούσκα στα ελληνικά κείμενα.
Χωριό του καζά Ζίχνας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους κατοικούσαν εδώ
χριστιανοί Μακεδόνες, χριστιανοί Τούρκοι (Γκαγκαούζηδες) και μουσουλμάνοι
Τούρκοι. Το 1913 απογράφηκαν 546 άτομα. Τα επόμενα χρόνια, οι 115 μουσουλμάνοι
του χωριού μετανάστευσαν στην Τουρκία. Στα σπίτια τους ήρθα και εγκαταστάθηκαν
36 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1928 απογράφηκαν 1.147 άτομα, 332 εκ
των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Δαφνούδι και
το 1940 Δαφνούδιον.
Ντόλνι Πόροϊ [Долни Порој / Κάτω Πορόια] | Dolno Poroj, Dolni Poroi, Dolnji Poroi. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Κάτω
Πορόγια, Κάτω Πορρόια και Κάτω Πορόια (επίσημη
ονομασία). Οικισμός του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ (Демир-Хисарска или
Валовишка). Τα τελευταία χρόνια της οθωμανικής περιόδου, ζούσαν εδώ περίπου
1.400 μουσουλμάνοι Τούρκοι και 1.000 εξαρχικοί Μακεδόνες. Ο ελληνικός στρατός
έκαψε το χωριό στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο (στις 9 Ιουλίου 1913). Τα επόμενα
χρόνια έφυγαν για τη Βουλγαρία, με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 186 εξαρχικές
οικογένειες. Επίσης, έφυγαν υποχρεωτικά για την Τουρκία όλοι οι μουσουλμάνοι.
Στα σπίτια των φυγάδων κατοίκων του, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 777
πατριαρχικούς πρόσφυγες.
Ντόλνο Άγκλαρτσι [Долно Агларци] | Dolno Aglarci. Και Κάτω
Αγλάρτσι στις ελληνικές πηγές. Οικισμός του καζά Μπιτολίων ή
Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Φαίνεται πως στον
οικισμό κατοικούσαν και λίγοι μουσουλμάνοι Τούρκοι. Στη σερβική απογραφή του
1914 ο πληθυσμός του ήταν 292 άτομα.
Ντόλνο Βλάσι [Долно Власи / Εξώβαλτα] | Dolno Vlasi ή Golemo Vlase ή Dišari Vlah ή Dišari Vulah. Στα ελληνικά κείμενα
αναφέρεται σαν Δισαρή Βλαχ, Κάτω Βλάσι, Έξω
Βλαχ ή Κάτω Βλαχ. Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή
Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Μακεδόνες και μουσουλμάνοι
Τσιγγάνοι. Το 1912 αριθμούσε περίπου 180 άτομα. Στη συνέχεια οι κάτοικοί του
εγκατέλειψαν το χωριό (σε μια εθελουσία ή αναγκαστική προσφυγιά). Το 1926
οικισμός μετονομάστηκε Εξώβαλτα. Το 1928 απογράφηκαν εδώ μόνο πέντε
πρόσφυγες.
Ντόλνο Καράτζοβο [Долно Караџово / Βαρικό] | Dolno Karadžovo. Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε σαν Κάτω
Καρατζάκιοϊ ή Μικρό Καρατζάκιοϊ. Χριστιανικό χωριό
του καζά Σερρών, Την τελευταία περίοδο της οθωμανικής διοίκησης ζούσαν εδώ
περίπου 150 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Βαρικόν.
Το 1928 απογράφηκαν στον οικισμό 90 άτομα, εκ των οποίων 9 ήταν προσφυγικής
καταγωγής.
Ντόλνο Κότορι [Долно Котори / Υδρούσα] | Dolno Kotori.
Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε ως Κάτω Κότ(τ)ρι. Χωριό του καζά Λέριν ή
Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 650 χριστιανοί Μακεδόνες και 200
χριστιανοί Αλβανοί. Μεταξύ 1903 -1913 μετανάστευσαν από το Κότορι (χωρίς
διευκρίνιση από Ντόλνο ή Γκόρνο) στις ΗΠΑ και
δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 32 άτομα. Το 1928 το
χωριό μετονομάστηκε Υδρούσα και το 1940 Άνω Υδρούσσα.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, αρκετοί κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί
πρόσφυγες.
Ντόλνο Κουφάλοβο [Долно Куфалово / Κάτω Κουφάλια] | Dolno Kufalovo. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται
ως Κάτω Κουρφάλι, Κάτω Κουφάλοβο(ν), Κάτω
Κοφάλοβο(ν), Κάτω Κουφάλια (επίσημη ονομασία). Χωριό της
περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά Θεσσαλονίκης. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 340 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη
της Νεϊγύ, το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του μετανάστευσε στη Βουλγαρία. Η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα σπίτια τους πατριαρχικούς πρόσφυγες (κυρίως
από τη Βουλγαρία).
Ντόλνο Ορίζαρι / Долно Оризари] | Dolno Orizari. Και Κάτω
Οριζάρι στις ελληνικές πηγές. Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων
ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή
του 1914 ο πληθυσμός του ήταν 324 άτομα.
Ντόλνο Φράστανι [Долно Фраштани / Ορεινή] | Dolno Fraštani, Dolno Fraštan, Dolno Fraštene. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε ως Κάτω
Φράστανη, Κάτω Φράστανι και Κάτω Φράσταινα.
Χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 750 χριστιανοί Μακεδόνες
(κυρίως εξαρχικοί). Στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, ο ελληνικός στρατός έκαψε
το Ντόλνο Φράστανι. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 35 εξαρχικές
οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία
(σε Nevrokop, Plovdiv και Sliven). Το 1927 ο οικσμός
μετονομάστηκε Ορεινή. Το 1928 απογράφηκαν στο χωριό 632 άτομα.
Ντόλνο Χόμοντος [Долно Хомондос / Κάτω Μητρούσι] | Dolno Homondos ή Hristian Kamila. Χομόνδος ή Χριστιάν
Καμήλα στα ελληνικά κείμενα. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ
350 χριστιανοί Μακεδόνες (κυρίως πατριαρχικοί), 300 μουσουλμάνοι (Τούρκοι και
Τσερκέζοι), καθώς επίσης λίγοι Βλάχοι και Τσιγγάνοι. Στη συνέχεια, κάποιες
εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (στο Petrič) και όλοι οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του χωριού έφυγαν
αναγκάστηκα για την Τουρκία. Από την άλλη, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ 119
πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κάτω Μητρούσης και
το 1940 Κάτω Μητρούσιον.
Ντομπρόβενι [Добровени] | Dobroveni. Το συναντάμε και ως Dobrojani. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Ντομπροβένι. Χωριό του καζά
Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 250 πατριαρχικοί Μακεδόνες.
Ντομπρόμιρι [Добромири] | Dobromiri και Dobromir. Και Ντομπρομίρ στα
ελληνικά κείμενα. Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι
κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 ο
πληθυσμός του ήταν 214 άτομα.
Ντούντουλαρ [Дудулар / Διαβατά] | Dudular. Και Ντουντουλάρ ή Δουδουλάρ στα
ελληνικά. Χωριό της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά Θεσσαλονίκης. Πριν
τους βαλκανικούς πολέμους ήταν τσιφλίκι του Σκεντέρ Πασά. Ο πληθυσμός του ήταν
περίπου 160 εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη συνέχεια το ένα τρίτο από αυτούς
μετανάστευσε στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ χριστιανούς
πρόσφυγες (Τούρκους και Αρμένιους). Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε σε Διαβατά.
Το 1928 ο οικισμός αριθμούσε γύρω στα 600 άτομα (εκ των οποίων οι 436 ήταν
πρόσφυγες).
Ντούτλιγια [Дутлија / Ελαιώνας] | Dutli ή Dutlija ή Goren. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Ντουτλί, Ντουτλή, Δαουτλί.
Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν εδώ 450 εξαρχικοί Μακεδόνες Ο
ελληνικός στρατός έκαψε τα 100 σπίτια του χωριού, στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο.
Τότε πολλοί κάτοικοί του έφυγαν για τη Βουλγαρία και εγκαταστάθηκαν στην
πόλη Nevrokopκαι στα χωριά Musomišta,
Hadžidimovo και Koprivlen. Από την άλλη, μέχρι τον Αύγουστο του 1915
έχουν έρθει στο χωριό 108 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Σε αυτούς θα προστεθούν
αργότερα μερικές ακόμα δεκάδες προσφύγων από τον Πόντο. Το 1922 ο οικισμός
μετονομάστηκε Ελαιών.
Ντράγκος [Драгош] | Dragoš. Και Δράγος στα ελληνικά κείμενα.
Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
680 Μακεδόνες (οι περισσότεροι πατριαρχικοί). Μεταξύ 1903-1915 μετανάστευσαν
από το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι
«εθνικά Μακεδόνες» 67 άτομα.
Ντρανίτσι η Ντρανίτσεβο [Драничево / Κρανοχώρι] | Draničevo ή Dreničevo.
Και Δρανίτσι(ον) στις ελληνικές πηγές. Χωριό της περιοχής
Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 280 άτομα. Από αυτά τα περισσότερα ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Υπήρχαν
ωστόσο και τέσσερις μουσουλμανικές οικογένειες. Οι μουσουλμάνοι αυτοί
αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία, το 1923-1924. Έφυγαν επίσης
τέσσερις οικογένειες για τη Βουλγαρία, με την συνθήκη της Νεϊγύ. Στο χωριό η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε έξι προσφυγικές χριστιανικές οικογένειες από τον
Πόντο. Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Κρανοχώρι και το
1940 Κρανοχώριον. Την περίοδο του εμφυλίου πολέμου σκοτώθηκαν 37
κάτοικοί του. Άλλοι 131 αναγκάστηκαν να γίνουν πολιτικοί πρόσφυγες το 1949.
Ντρένοβο [Дреново / Δράνοβον] | Drenovo ή Drjanovo ή Dovišta. Στις ελληνικές πηγές
αναφέρεται σαν Δριάνοβα, Δράνοβο(ν) και Δράνοβα.
Χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 400 εξαρχικοί μακεδόνες και
20 μουσουλμάνοι Τσερκέζοι. Ο ελληνικός στρατός έκαψε το χωριό στο δεύτερο
βαλκανικό πόλεμο. Τον Αύγουστο του 1915 το χωριό ήταν εγκαταλειμμένο. Οι
περισσότεροι εξαρχικοί κάτοικοί του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία, κυρίως στη
Stanimaka (Asenovgrad). Όλοι οι μουσουλμάνοι έφυγαν υποχρεωτικά στην Τουρκία.
Το 1928 απογράφηκαν 78 άτομα, 12 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής. Στη
συνέχεια ο οικισμός ερήμωσε.
Ξηρολίβαδο [Ксироливадо] | Ksirolivado, Kserolivado.
Στα ελληνικά Ξηρολείβαδο(ν) και Ξηρολίβαδον (επίσημη
ονομασία). Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Πριν τους βαλκανικούς
πολέμους, τη θερινή περίοδο, κατοικούσαν εδώ περίπου 1.200 χριστιανοί Βλάχοι.
Οπτίτσαρι [Оптичари] | Optičari. Αναφέρεται και ως Optičar. Στα ελληνικά
το βρίσκουμε σαν Οπτίτσαρι. Χριστιανικό χωριό του καζά Μπιτολίων ή
Μοναστηρίου. Το 1912 ο πληθυσμός του ήταν περίπου 360 Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί).
Ορέχοβο [Орехово / Μαρμαράς] | Orehovo, Orjahovica, Orehovec, Rahovica, Rjahovo, Tahtali Kjoj. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Ραχοβίτσα ή Ραχωβίτσα.
Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 450 εξαρχικοί
Μακεδόνες και 50 Βλάχοι. Στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, ο ελληνικός στρατός
έκαψε 130 σπίτια του χωριού. Τον Αύγουστο του 1915 είχαν φύγει για τη Βουλγαρία
395 εξαρχικοί κάτοικοί του. Οι τελευταίοι εγκαταστάθηκαν στους
οικισμούς Nevrokop (Goče Delčev), Musomišta Ognjanovo και Kričim. Στην
απογραφή του 1920 είχαν απομείνει 36 άτομα. Το 1927 το χωριό
μετονομάστηκε Μαρμαράς.
Ορέχοβο [Орехово] | Orehovo. Και Ορέχοβο(ν) στα ελληνικά. Χριστιανικό
χωριό του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Μεταξύ 1905-1910 μετανάστευσαν από το
χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 16 άτομα. Το 1912 ο πληθυσμός του ήταν περίπου 220 πατριαρχικοί
Μακεδόνες.
Ορίζαρτσι ή Τσέλτικ [Оризарци или Челтик / Ρύζια] | Orizarci ή Čeltik. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται
σαν Ορυζάρτσι, Οριζάρτσι και Τσερτίκ.
Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 460 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Μετά τους βαλκανικούς
πολέμους, αρκετοί κάτοικοί του έφυγαν στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε στο Τσέλτικ 106 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων,
από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία. Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Ρίζια και το 1940 Ρύζια. Το 1928
απογράφηκαν στο χωριό 658 άτομα, 491 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Όρλε [Орле] | Orle. Και Όρλε στα ελληνικά. Χωριό
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Μακεδόνες. Στη
σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 97 άτομα.
Ορμύλια [Ормилија] | Ormilija, Rumilja, Rumiljan, Sermili. Και Ορμύλια στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Κασσάνδρας ή Πολύγυρου. Οι κάτοικοί του
ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1913 ζούσαν εδώ 2.510 άτομα.
Όροβνικ [Оровник / Καρυές] | Orovnik και Όροβνικ στα ελληνικά
κείμενα. Διοικητικά υπαγόταν στο ναχιγιέ της Ντόλνα Πρέσπα (Dolna Prespa), στον καζά του
Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοι του χωριού συμμετείχαν στην επανάσταση του
Ίλιντεν. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν περίπου 200 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1929
μετονομάστηκε σε Καρυαί. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, το σύνολο
σχεδόν του πληθυσμού κατέφυγε στη Γιουγκοσλαβία. Στα σπίτια των Μακεδόνων
εγκαταστάθηκαν μεταπολεμικά, πρόσφυγες ποντιακής καταγωγής.
Όσιν [Ошин / Αρχάγγελος] | Ošin, Ošani, Hošan. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται
σαν Όσσιανη, Όσσανη και Οσάνη. Χωριό
της περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ 226 βλάχικες οικογένειες (106 πατριαρχικές και
110 ρουμανίζουσες). Το 1913 ο πληθυσμός της ήταν 1.219 άτομα. Το 1925 έφυγαν
για τη Ρουμανία 85 οικογένειες ρουμανιζόντων.
Οσνίτσανη [Осничани) / Καστανόφυτο] | Sničeni και Osničani. Στα ελληνικά Οσνίτσανη και Οσνίτσανι. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Καστανοχωρίων (Kostenarija)
του καζά Καστοριάς. Το 1903 συμμετείχε στην επανάσταση του Ίλιντεν. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 580 Μακεδόνες (εξαρχικοί και Πατριαρχικοί). Στη συνέχεια σαράντα
οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Καστανόφυτον.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, πολλοί κάτοικοι του αναγκάστηκαν να περάσουν τα
σύνορα και να γίνουν πολιτικοί πρόσφυγες.
Όστιμα ή Όστσιμα [Осчима / Τρίγωνο] | Osčima και Oštima.
Και στα ελληνικά κείμενα Όστιμα. Χριστιανικό χωριό της περιοχής
Κορεστίων (Korešta) του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
420 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1927 μετονομάστηκε Τρίγωνον. Στο τέλος
του εμφυλίου πολέμου 94 οικογένειες από το χωριό κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία
και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Όστροβο [Острово / Άρνισσα] | Ostrovo. Και Όστροβο(ν) στα ελληνικά.
Χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 600 μουσουλμάνοι Τούρκοι και
800 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1923-1924 οι
μουσουλμάνοι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Έξι
εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία με τη συνθήκη της Νεϊγύ. Από
την άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ 80 οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων (από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία). Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Άρνισσα. Το 1928 απογράφηκαν 1.289 άτομα (εκ των οποίων
357 ήταν πρόσφυγες).
Οψίρινα [Опсирина / Εθνικό] | Opsirino, Obsirino, Opsirina, Obsirina. Η Οψίρινα των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων.
Κάτοικοι από το χωριό συμμετείχαν στην επανάσταση του Ίλιντεν. Το 1912
κατοικούσαν εδώ περίπου 300 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ 1905-1915
μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι
«εθνικά Μακεδόνες» δώδεκα άτομα. Το 1927 το χωριό μετονομάστηκε Εθνικόν.
Πάλιορ [Палјор / Παλαιοχώρι, Φούφας] | Paljor, Paleor, Paleohor.
Το Παλαιοχώριο(ν) των ελληνικών πηγών. Χωριό του καζά
Καϊλαρίων. Το 1912 είχε περίπου 950 κατοίκους. Οι μισοί από αυτούς ήταν
χριστιανοί Μακεδόνες (κυρίως εξαρχικοί) και οι άλλοι μισοί μουσουλμάνοι Τούρκοι.
Το διάστημα 1923-1924, όλοι οι μουσουλμάνοι του χωριού αναγκάστηκαν να
μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Στη σπίτια τους εγκαταστάθηκαν 51 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων. Το 1932 ο οικισμός μετονομάστηκε Φούφας.
Παπάζανι [Папажани / Παππαγιάννης] | Papažani ή Popolžani ή Vakuf
Kjoj. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Παπαζάνη, Ποπόζιανη,
Βακούφ Κιόι. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Κάτοικοι του
χωριού είχαν προσχωρήσει τον Απρίλιο του 1903 στους αυτονομιστές. Τις μέρες του
Ίλιντεν, όλοι οι χωρικοί άφησαν τα σπίτια τους και ανέβηκαν στα βουνά. Μεταξύ
1903 -1912 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές
πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 21 άτομα. Το 1912 ο πληθυσμός του χωριού
ήταν περίπου 900 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1928 το χωριό μετονομάστηκε Παπαγιάννης και
το 1940 Παππαγιάννης.
Παπάντιγια [Пападија / Παπαδιά] | Papadija ή Stara Popadija. Η Παπαδιά ή Παππαδιά των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 50 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το χωριό ερήμωσε στο τέλος του εμφυλίου.
Αρκετοί κάτοικοί του κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία και λίγοι στη γειτονική Σέτινα (Σκοπός).
Πάτελι [Патели / Άγιος Παντελεήμονας] | Pateli ή Patele. Το Πάτελι, Πάτελη και Πάτελε των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό Χωριό του ναχιγιέ Ρούντνικ (Rudnik) του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το χωριό αντιστάθηκε για
πέντε μέρες, μεταξύ 15-20 Ιουλίου 1902, σε πολιορκία του οθωμανικού στρατού. Ο
λόγος της πολιορκίας, ήταν η άρνηση των κατοίκων να παραδώσουν τους άντρες της
τσέτας του βοεβόδα Μάρκοφ που βρισκόταν στο χωριό. Την άρνησή του, το χωριό την
πλήρωσε με 28 νεκρούς και 11 καμένα σπίτια. Τις μέρες του Ίλιντεν, οι κάτοικοί
του Πάτελε βγήκαν με τους άλλους επαναστάτες στα βουνό. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 1.800 Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί). Μεταξύ 1904-1916
μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» 80 άτομα. Το 1926 μετονομάστηκε Άγιος Παντελεήμων. Στο
τέλος του εμφυλίου πολέμου, 300 περίπου κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί
πρόσφυγες.
Πατέτσινα [Патечина / Πάτημα] | Patečina, Patičin, Patičino, Patečin.
Στα ελληνικά αναφέρεται ως Μπατατσίν, Μπατουσίν και Πάτοτσιν.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Στο τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας, ζούσαν
εδώ περίπου 100 εξαρχικοί Μακεδόνες και λίγοι Βλάχοι. Ο μακεδονικός πληθυσμός
εγκαταλείπει το χωριό, μετά τους βαλκανικούς πολέμους. Στη θέση του
εγκαθίστανται ρουμανίζοντες Βλάχοι. Το 1920 απογράφονται εδώ 325
άτομα. Το 1925 πολλοί Βλάχοι του χωριού φεύγουν για τη Ρουμανία. Το 1926
οικισμός μετονομάζεται σε Πάτημα.
Περιβόλι [Периволи] | Perivoli και Pirvoli. Και Περιβόλι(ον)
στα ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Γρεβενών. Οι κάτοικοι του ήταν χριστιανοί
Βλάχοι. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 2.300 άτομα.
Πεσόσνιτσα [Песочница / Αμμοχώρι] | Pesočnica ή Pešošnica. Η Πεσόσνιτσα των
ελληνικών κειμένων. Χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Στα τέλη της οθωμανικής
περιόδου ζούσαν εδώ περίπου 700 χριστιανοί Μακεδόνες (οι περισσότεροι
εξαρχικοί) και 150 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Οι χριστιανοί κάτοικοι του χωριού
συμμετέχουν το 1903 στην επανάσταση του Ίλιντεν. Μεταξύ 1905-1910 μετανάστευσαν
από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
οκτώ άτομα. Το 1923-1924 οι μουσουλμάνοι κάτοικοί του αναγκάστηκαν να
μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Στη θέση τους εγκαταστάθηκαν χριστιανοί πρόσφυγες
(κυρίως από τον Πόντο και τον Καύκασο). Το 1928 ο πληθυσμός του χωριού
υπολογίζεται σε 900 Μακεδόνες και 160 πρόσφυγες. Μετονομάστηκε σε Αμμοχώρι το
1927 και στη συνέχεια το 1940 σε Αμμοχώριον.
Πετάλινο [Петалино] | Petalino. και Πετάλινο(ν) στα ελληνικά.
Μικρό χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 50
πατριαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 29 άτομα.
Πέτορακ ή Πετόριτσα [Петорак или Петорица /
Τριπόταμος] | Petorak ή Petorica ή Petoraci. Το Πέτορακ ή Πετοράκι των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 150 εξαρχικοί Μακεδόνες. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο χωριό
χριστιανούς πρόσφυγες (κυρίως από τον Καύκασο). Το 1928 κατοικούσαν στο χωριό
160 γηγενείς Μακεδόνες και 160 πρόσφυγες. Το 1928 μετονομάστηκε Τριπόταμα και
το 1940 Τριπόταμος.
Πέτρινο [Петрино] | Petrino. Και Πέτρινα στα ελληνικά
κείμενα. Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί
του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 ο πληθυσμός του
ήταν 99 άτομα.
Πετρίτσι [Петрич] | Petrič. Και Πετρίτσι(ο)ν στα
ελληνικά. Έδρα του ομώνυμου καζά. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους είχε πληθυσμό
περίπου 8.000 άτομα. Από αυτούς, περισσότεροι από 5.000 ήταν μουσουλμάνοι
(κυρίως Τούρκοι και λίγοι Τσιγγάνοι) και σχεδόν 3.000 ήταν χριστιανοί,
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί), ενώ υπήρχαν και 150 Βλάχοι. Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ, πατριαρχικοί κάτοικοι της πόλης έφυγαν για την Ελλάδα, ενώ
αντίστροφα ήρθαν εδώ εξαρχικοί πρόσφυγες.
Πέτροβο [Петрово / Άγιος Πέτρος] | Petrovo ή Pedreli.
Και Πέτροβο(ν) και Μπεδρελή στα ελληνικά
κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 800 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της
Νεϊγύ, μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 233 εξαρχικοί κάτοικοι. Από την άλλη,
εγκαταστάθηκαν εδώ 434 πατριαρχικοί πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη. Το 1927
ο οικισμός μετονομάστηκε Άγιος Πέτρος. Το 1928 απογράφηκαν στο
χωριό 1.097 άτομα, 422 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Πιπίλιστα ή Πεπέλιστα [Пепелишта / Νάματα] | Pepelišta, Pepelišta, Pipelište. Και
στις ελληνικές πηγές Πεπέλιστα, Πιπιλίστα, Πιπίλιστα.
Χριστιανικό χωριό του καζά Ανασελίτσας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν
εδώ περίπου 500 Βλάχοι. Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Νάματα.
Πίραβα [Пирава] | Pirava. Πιράβα και Πυράβα στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Δοϊράνης. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
κατοικούσαν εδώ περίπου 450 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί, πατριαρχικοί και
ουνίτες) και 30ο μουσουλμάνοι (Τούρκοι και Τσιγγάνοι). Στη σερβική απογραφή του
1914 είχε πληθυσμό 785 άτομα.
Πίσοντερ [Писодер / Πισοδέρι] | Pisoder ή Pisoderi ή Psoderi. Το Πισοδέρι ή Πισοδέριον των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 750 Βλάχοι (οι περισσότεροι πατριαρχικοί).
Πλάκιε [Плаќе] | Plakje. Πλάκιε και Πλάκες στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Οχρίδας (Ohrid). Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη
σερβική απογραφή του 1914 είχε 216 κατοίκους.
Πλασνίτσεβο [Пласничево /
Κρύα Βρύση] | Plasničevo και Plasna. Στα ελληνικά Πλασνίτσεβο και Πλάσνα.
Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί
Μακεδόνες και μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι. Το 1912 αριθμούσε περίπου 280 άτομα. Στη
συνέχεια όλοι οι μουσουλμάνοι κάτοικοί του μετανάστευσαν στην Τουρκία και ένας
μεγάλος αριθμός από τους Μακεδόνες έφυγαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη, η
ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ 35 οικογένειες χριστιανών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κρύα Βρύση.
Πλεάζα ή Πλιάσα [Plasë] | Plasë στα αλβανικά. Και Πλιάσα (συνήθως)
στα ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Κορυτσάς. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 950 ρουμανιστές Βλάχοι.
Πλέβνα [Плевна / Πετρούσα] | Plevna, Plevnja. Και Πλεύνα στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Δράμας. Οι κάτοικοί του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1913 ο πληθυσμός του ανερχόταν σε 2.121 άτομα.
Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 27 εξαρχικές οικογένειες από την Πλεύνα μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία. Από τη άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο χωριό 17
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων (σε Nevrokop, Plovdiv, Kričim, Pažardžik). Το 1927 ο οικισμός
μετονομάστηκε Πετρούσα. Το 1928 απογράφηκαν 760 άτομα, εκ των
οποίων 77 ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Ποζντίβιστα [Поздивишта / Χάλαρα] | Pozdivišta και Pozdivište. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Μποσδίβιστα, Μποζδίβιστα,
Ποσδίβιστα, Ποδοβίστα. Χριστιανικό χωριό της περιοχής
Κορεστίων του καζά Καστοριάς. Συμμετείχε στην επανάσταση του Ίλιντεν και
γνώρισε τα αντίποινα του οθωμανικού στρατού, στις 16 Αυγούστου 1903. Τότε
σκοτώθηκαν 27 χωρικοί και κάηκαν 120 σπίτια του χωριού. Μεταξύ 1905-1912
μετανάστευσαν στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι εθνικά Μακεδόνες τρία
άτομα από το χωριό. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 810 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη Βουλγαρία τρεις οικογένειες. Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Χάλαρα. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου 62
οικογένειες πέρασαν τα σύνορα και κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης.
Πολόγκ [Полог] | Polog. Και Πόλοκ στα ελληνικά κείμενα
Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί του ήταν
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή του 1914 ο
πληθυσμός του ήταν 414 άτομα.
Πόλτσιστα [Полчишта] | Polčišta. Και Πόλτσιστα στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Μοριχόβου (Mariovo ή Moriovo)
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη
σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 650 άτομα.
Πολύγυρο [Полигирос] | Poligiros, Poligero, Palighero. Και Πολύγυρος στα ελληνικά.
Έδρα του καζά Κασσάνδρας ή Πολύγυρου. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί.
Το 1913 ζούσαν εδώ 1.590 άτομα.
Ποντ [Под / Φλαμουριά] | Pod, Podos, Pot. Και Πόδος στα
ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Οι κάτοικοί του ήταν
πατριαρχικοί Μακεδόνες. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 250
άτομα. Μετά το 1922 εγκαταστάθηκαν στο χωριό και 13 οικογένειες πατριαρχικών
προσφύγων (από τη Μικρά Ασία). Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Φλαμουριά. Το
ίδιο έτος απογράφηκαν εδώ 381 άτομα, 36 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής
καταγωγής.
Πόποβο [Попово / Μυριόφυτο] | Popovo. Και Πόποβο(ν) στα ελληνικά. Χωριό
του καζά Δοϊράνης. Το 1910 κατοικούσαν στο Πόποβο 256 εξαρχικοί Μακεδόνες και
80 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ οι περισσότεροι Μακεδόνες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Όλοι επίσης οι μουσουλμάνοι υποχρεώθηκαν να
εγκαταλείψουν το χωριό και να φύγουν για την Τουρκία. Από την άλλη, ήρθαν και
εγκαταστάθηκαν στο Πόποβο 429 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Μυριόφυτον. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 473 άτομα.
Πόπτσεβο [Попчево] | Popčevo.
Και Πόπτσεβο(ν) στα ελληνικά. Χωριό του καζά Στρούμιτσας. Το
1910 ζούσαν εδώ 165 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Πόστολ ή Σβέτι Άποστολ [Постол или Свети Апостол /
Πέλλα]
| Postol ή Sveti Apostol ή Ala Klise. Στις ελληνικές πηγές
αναφέρεται σαν Απόστολοι ή Άγιοι Απόστολοι ή Αλλάχ
Κλίσα. Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912
αριθμούσε 500 Μακεδόνες (εξαρχικούς και πατριαρχικούς). Με τη συνθήκη της
Νεϊγύ, μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 99 εξαρχικοί (19 οικογένειες). Από την άλλη,
εγκαταστάθηκαν εδώ 603 πατριαρχικοί πρόσφυγες (162 οικογένειες) από την
Ανατολική Θράκη. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Πέλλα. Το 1928
απογράφηκαν στο χωριό 1.437 άτομα, 675 από τα οποία ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Πότσεπ [Почеп / Μαργαρίτα] | Počep. Και Πότσεπ στα ελληνικά. Χωριό της
περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και στη συνέχεια του
καζά Καρατζά Αμπάτ ή Καρατζόβας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 160 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Το 1923-1924 εγκαταστάθηκαν στο Πότσεπ έξι πατριαρχικές προσφυγικές
οικογένειες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Μαργαρίτα.
Πούτουρους [Путурус] | Puturus. Αναφέρεται επίσης σαν Puturos ή Puturje. Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε ως Πουτουρός ή Πούτουρους.
Χωριό του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη
σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 198 άτομα.
Πρεκοπάνα [Прекопана / Περικοπή] | Prekopana. Η Πρεκοπάνα των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το Οι κάτοικοί
του συμμετείχαν στην επανάσταση του Ίλιντεν. Σε αντίποινα, στις 14 Αυγούστου
1903, λαφυραγωγήθηκε και κάηκε (εκτός από δέκα σπίτια) από τον οθωμανικό
στρατό. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 550 Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί).
Το 1928 μετονομάστηκε Περικοπή. Στο τέλος του εμφυλίου
πολέμου, οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού αναγκάστηκαν να γίνουν πολιτικοί
πρόσφυγες.
Πρίλεπ [Прилеп] | Prilep. Αναφέρεται επίσης ως Perlepe. Στις ελληνικές πηγές το συναντάμε σαν Πρίλαπο(ν), Πέρλεπε και Πίρλεπε.
Έδρα του ομώνυμου καζά. Το 1886 είχε 6.640 μουσουλμάνους και 12.760
χριστιανούς. Ο πληθυσμός του ήταν κυρίως Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί)
και μουσουλμάνοι Τούρκοι. Ζούσαν επίσης εδώ Βλάχοι, Τσιγγάνοι και μερικοί
Ρωμιοί. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 22.237 άτομα. Μεταξύ
1904-1913 μετανάστευσαν από την πόλη στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους
δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 71 άτομα.
Πρόδρομος [Продром] | Prodrom και Prodhromos. Και Πρόδρομος στα ελληνικά. Χριστιανικός
οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 360
πατριαρχικοί Ρωμιοί.
Πρόσοτσεν [Просочен / Προσοτσάνη] | Prosočen, Prosočani, Prosečen. Και Προσωτσάνη ή Προσοτσάνη (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Οικισμός του καζά Δράμας. Πριν τους βαλκανικούς
πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 4.200 άτομα: 1.800 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί
και πατριαρχικοί), 1.700 μουσουλμάνοι Τούρκοι, 300 Βλάχοι, καθώς επίσης λίγοι
Τσιγγάνοι, Ρωμιοί και Αλβανοί. Με τη συνθήκη της Νεϋγύ, 69 εξαρχικές
οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (σε Nevrokop, Plovdiv, Stanimaka, Pažardžik). Με τη συνθήκη
της Λοζάνης, όλοι οι μουσουλμάνοι του οικισμού υποχρεώθηκαν να φύγουν στην
Τουρκία. Στα σπίτια αυτών που έφυγαν, εγκαταστάθηκαν 2.588 πατριαρχικοί
πρόσφυγες.
Ραΐκοβτσι [Рајковци / Καπνότοπος] | Rajkovci, Rajkovca, Rajkovce. Ραΐκοφτσα και Ραϊκόφτσα στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Οι κάτοικοί του
ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 350
άτομα. Στη συνέχεια όλος σχεδόν ο πληθυσμός του μετανάστευσε στη Βουλγαρία. Το
1915 είχαν απομείνει στο χωριό μόνο 11 Μακεδόνες. Η ελληνική διοίκηση
εγκατέστησε στο χωριό συνολικά 142 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1927 ο οικισμός
μετονομάζεται Καπνότοπος. Το 1940 είχε 146 κατοίκους. Στη βουλγάρικη στατιστική
του 1941 καταμετρήθηκαν εδώ μόνο επτά κάτοικοι. Μεταπολεμικά το χωριό ερήμωσε.
Ράκοβο [Раково / Κρατερό] | Rakovo. Και Ράκοβο(ν) στις ελληνικές πηγές.
Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Το Ράκοβο συμμετείχε στη
επανάσταση του Ίλιντεν και στις 31 Ιουλίου 1903, ο οθωμανικός στρατός έκαψε σε
αντίποινα ολόκληρο το χωριό, εκτός από τρία σπίτια. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
1.000 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ 1903-1915 μετανάστευσαν από το χωριό
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
76 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ (Neuilly), πολλές οικογένειες επέλεξαν να
μεταναστεύσουν στη Βουλγαρία. Το 1928 ζούσαν στο Ράκοβο σχεδόν 700 Μακεδόνες. Ο
οικισμός μετονομάστηκε Κρατερό το 1926 και Κρατερόν το
1928.
Ρακότινσι [Ракотинци] | Rakotinci και Rakotince.Χριστιανικό χωριό του
καζά Σκοπίων (Скопска). Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Πριν
τους βαλκανικούς πολέμους είχε πληθυσμό περίπου 300 άτομα.
Ράμελ [Рамел / Ραχώνα] | Ramel, Remil, Remelj. Ράμελ, Ράμιλ, και Ράμελι στα
ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 210 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ,
πολλοί κάτοικοι του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη, ήρθαν και
εγκαταστάθηκαν στο χωριό 454 πατριαρχικοί πρόσφυγες, από τον Πόντο και τη Μικρά
Ασία. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Ραχώνα.
Ράμνα [Рамна / Ομαλό] | Ramna. Και Ράμνα στα ελληνικά. Χριστιανικό
χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 160
εξαρχικοί Μακεδόνες. Μετά τους βαλκανικούς πολέμους τρεις οικογένειες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στη
Ράμνα 44 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1926 το χωριό ονομάστηκε Ομαλό και
το 1940 Ομαλόν.
Ράμνα [Рамна / Ομαλό] | Ramna. Και Ράμνα στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Οι κάτοικοί του ήταν χριστιανοί
Βλάχοι. Ο πληθυσμός του ήταν 469 άτομα το 1913 και 350 άτομα το 1915. Το 1928 ο
οικισμός μετονομάστηκε Ομαλόν. Μεταπολεμικά είχε περίπου 300
κατοίκους.
Ραντίγκοζε [Радигоже /
Αγία Άννα]
| Radigože. Αναφέρεται και ως Radogoš ή Radogožd.
Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Ραδιγκόσδη, Ραδιγκόσδι, Ραδογκόζδι,
Ραδογκόσδι. Χωριό του ναχιγιέ Χρούπιστα (Hrupišta) του кαζά Καστοριάς.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 140 χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Αγία Άννα. Στο
τέλος του εμφυλίου πολέμου, πολλοί κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Ράντοβο [Радово / Χαροπό] | Radovo και Radevo. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Ράντοβο(ν)
ή Ράδοβο(ν). Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Οι
κάτοικοι του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (κυρίως εξαρχικοί). Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 500 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία τέσσερις εξαρχικές οικογένειες (στα χωριά Kulata και Čučuligovo της περιφέρειας Petrič).
Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο Ράντοβο 93 πατριαρχικούς
πρόσφυγες. Πριν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο κατοικούσαν στο χωριό περισσότερα
από 1.000 άτομα.
Ραντολίεβο [Радолиево / Ροδολίβος] | Rodulevo, Radolievo, Radolivos, Radholivos. Στις ελληνικές πηγές
αναφέρεται ως Ροδολείβος και Ροδολίβος (επίσημη
ονομασία, μετά το 1940). Χωριό του καζά Ζίχνας. Το 1912 ζούσαν εδώ 3.760
πατριαρχικοί Ρωμιοί και 350 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Μετά τους βαλκανικούς
πολέμους, οι μουσουλμάνοι κάτοικοί του έφυγαν στην Τουρκία. Στα σπίτια τους
εγκαταστάθηκαν 93 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1928 απογράφηκαν στον
οικισμό 4.391 άτομα, 722 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Ράπες [Рапеш] | Rapeš. Και Ράπες στα ελληνικά. Χωριό
του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Οι κάτοικοί του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί
και πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 437 άτομα.
Ράχοβο [Рахово / Μεσορράχη] | Rahovo, Rahova, Rjahovo. Ράχοβα και Ράχωβα στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Ζίχνας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους, ζούσαν εδώ
περίπου 350 χριστιανοί Τούρκοι (πατριαρχικοί Γκαγκαούζηδες) και 150
μουσουλμάνοι Τούρκοι. Τα επόμενα χρόνια όλοι οι μουσουλμάνοι μετανάστευσαν στην
Τουρκία. Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν 35 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Μεσορράχη. Το 1928 απογράφηκαν 677 άτομα, 198
εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Ρεσούλιανη [Ресулјани /
Βέλος]
| Resuljani και Resula. Ρεσούλια και Ρεσούλιανη στα
ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Ανασελίτσας. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 130 Ρωμιοί. Το 1929 ο οικισμός μετονομάστηκε Καλονέρι και
το 1959 Βέλος.
Ρίμπαρτσι [Рибарци] | Ribarci. Και Ριμπάρτσι στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Ζούσαν
εδώ περίπου 150 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Στη σερβική απογραφή
του 1914 ο πληθυσμός του ήταν 22 άτομα.
Ρόζντεν [Рожден] | Rožden. Στα
ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Ρόζντεν ή Ρόσδεν.
Έδρα του ομώνυμου ναχιγιέ, του καζά Τίκφες. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί
Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 720 άτομα.
Ρόσεν ή Ρόσνα [Росен или Росна / Σιταριά] | Rosen ή Rosna. Η Ρόσνα των ελληνικών κειμένων.
Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1903 οι κάτοικοί του
συμμετείχαν στο Ίλιντεν. Τις μέρες της επανάστασης εγκατέλειψαν τα σπίτια τους
και ανέβηκαν στα βουνά. Μεταξύ 1904-1912 μετανάστευσαν από το χωριό
στις ΗΠΑ και κατά δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
δεκατέσσερα άτομα. Το 1912 ζούσαν στη Ρόσνα περίπου 550 εξαρχικοί Μακεδόνες. Ο
οικισμός μετονομάστηκε Σιταργιά το 1926 και Σιταριά το
1940.
Ρούλια [Рулја / Κώτας] | Rulja. Η Ρούλια των ελληνικών κειμένων.
Χριστιανικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta), του καζά Κόστουρ ή
Καστοριάς. Το 1903 το χωριό συμμετέχει στην επανάσταση του Ίλιντεν. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 550 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ 1906-1915 μετανάστευσαν από
το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες» επτά άτομα. Ο οικισμός μετονομάστηκε Κατωχώρι το
1927 Κώτας το 1928. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, τα 2/3 των
κατοίκων του κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία.
Ρούπελ [Рупел / Κλειδί] | Rupel. Και Ρούπελ στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Πριν τους βαλκανικούς
πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 250 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία εννέα οικογένειες, στα χωριά Kulata (της περιφέρειας Petrič)
και Katunči (της περιφέρειας Sandanki). Από την άλλη, εγκαταστάθηκαν στο Ρούπελ τρεις
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Κλειδίον.
Στην απογραφή του 1928 είχε 217 κατοίκους, 11 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής
καταγωγής. Το χωριό ερήμωσε μετά τον πόλεμο.
Ρούπιστα ή Χρούπιστα [Рупишта / Άργος Ορεστικό] | Rupišta ή Hrupišta.
Αναφέρεται επίσης ως Rupište, Hurpešte, Krupišta. Η Χρούπιστα των
ελληνικών κειμένων. Έδρα του ομώνυμου ναχιγιέ του καζά Καστοριάς. Το 1912 είχε
περίπου 2.700 κατοίκους. Από αυτούς, σχεδόν 1.500 ήταν μουσουλμάνοι (Τούρκοι
και Τσιγγάνοι) και οι υπόλοιποι χριστιανοί (Μακεδόνες, Βλάχοι και Ρωμιοί). Με
τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη Βουλγαρία δεκαεπτά οικογένειες. Με τη
συνθήκη της Λοζάνης έφυγαν στην Τουρκία 200 οικογένειες
μουσουλμάνων και ήρθαν 212 οικογένειες χριστιανών προσφύγων (κυρίως
από τον Πόντο, τη Μικρά Ασία και τον Καύκασο). Το 1927 ο οικισμός
μετονομάστηκε Άργος Ορεστικόν.
Ρουσίλοβο [Русилово / Ξανθόγεια] | Rusilovo και Rusila. Ρουσίλα,
Ροσίλοβον Ρουσίλοβο(ν) και στα ελληνικά κείμενα.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 260 Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία δεκαεπτά εξαρχικές οικογένειες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε
Ξανθόγεια.
Σάβεκ [Савек / Βαμβακόφυτο] | Savek, Saviak, Savjak, Savijak.
Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Σάβιακο(ν),
Σαβιάγκο(ν) και Σαβιάκο(ν). Χωριό του καζά Ντεμίρ
Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 1.250
χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ
μετανάστευσαν από το χωριό στη Βουλγαρία 37 εξαρχικές οικογένειες (και
εγκαταστάθηκαν στις πόλεις Plovdiv, Sveti Vrač (Sandanski),
Petrič και στο χωριό Kulata). Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε
Βαμβακόφυτον. Πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είχε πληθυσμό 1.150 άτομα.
Σαρακίνοβο [Саракиново / Σαρακινοί] | Sarakinovo. Το βρίσκουμε και σαν Sarakjinovo ή Sarakin. Το Σαρακίνοβο(ν) των ελληνικών
κειμένων. Χωριό της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και στη
συνέχεια του καζά Καρατζά Αμπάτ ή Καρατζόβας. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν
περίπου 900 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ 37 οικογένειες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1925 το χωριό μετονομάζεται Σαρακηνοί.
Το 1928 ζούσαν στο χωριό 750 Μακεδόνες. Το 1949 πολλοί κάτοικοί του κατέφυγαν,
σαν πολιτικοί πρόσφυγες, στη Γιουγκοσλαβία.
Σάριτζα ή Σαράτσεβο [Сарачево / Βαλτοχώρι] | Šaridža και Saridža. Αναφέρεται ακόμα
ως Saridže, Saračevo, Saradža. Στις
ελληνικέ πηγές το βρίσκουμε σαν Σαρίτσα, Σαρίτσι, Σαριτζιά. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά Θεσσαλονίκης. Πριν τους βαλκανικούς
πολέμους ήταν ιδιοκτησία μουσουλμάνου τσιφλικά. Εδώ ζούσαν περίπου 230
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Βαλτοχώρι και
το 1940 Βαλτοχώριον.
Σαρμουσακλί [Сармусакли / Πεντάπολη] | Sarmusakli. Στα ελληνικά Σαρμουσακλή ή Σαρμουσακλί.
Χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 1.800 πατριαρχικοί
Ρωμιοί. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκαν εδώ και αρκετοί
πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1928 απογράφηκαν στο Σαρμουσακλή 3.102 άτομα, 317 εκ
των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής. Ο οικισμός μετονομάστηκε Πεντάπολις,
το 1928.
Σβέτα Μάρινα [Света Марина / Αγία Μαρίνα] | Sveta Marina, Marena, Ajos Marin. Και Αγία Μαρίνα στα ελληνικά. Χριστιανικός οικισμός
του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 200 Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Τα επόμενα χρόνια η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε
στο χωριό και 72 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων.
Σβέτα Πέτκα [Света Петка / Αγία Παρασκευή] | Sveta Petka. Η Σφέτα
Πέτκα ή Αγία Παρασκευή (επίσημη ελληνική ονομασία)
των ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων.
Μεταξύ 1903 -1910 μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν
στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 25 άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 500 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, μερικοί
κάτοικοι του οικισμού κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της Ανατολικής
Ευρώπης.
Σβέτι Τόντορ ή Τσερκέζ Κιόι [Цвети Тодор или Черкез Ќој / Λιμνοχώρι] | Sveti Todor ή Čerkez Kjoj. Στις ελληνικές πηγές
αναφέρεται ως Σφέτι Τούδωρ, Τσερκέζ Κιόι και Άγιοι
Θεόδωροι. Χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
150 μουσουλμάνων (οι περισσότεροι των οποίων ήταν Τσερκέζοι). Το 1923-1924 οι
κάτοικοί του υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Στα σπίτια τους
εγκαταστάθηκαν 32 οικογένειες χριστιανών προσφύγων (κυρίως από τον Καύκασο).
Σβέτι Τόντορi [Свети Тодори] | Sveti Todori. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Σφέτι
Τόδορ ή Σφέτι Τοδόρ ή Άγιοι Θεόδωροι.
Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί του ήταν
εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 ο πληθυσμός του ήταν 224
άτομα.
Σδράλτσι ή Ζντράλτσι [Здралци / Αμπελόκηποι] | Zdralci. Το βρίσκουμε και ως Zrelci, Zdrelca, Ždralci.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται συνήθως σαν Σδράλτσι ή Σδράλτση. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 250 Μακεδόνες (εξαρχικοί και Πατριαρχικοί). Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Αμπελόκηποι.
Σέλια [Горно и Долно Шел / Άνω και Κάτω Σέλι] | Gorno Šel, Gorno Selo, Drugo Selja. Και Άνω Σέλι στα ελληνικά. Οικισμός
του καζά Βέροιας. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 1.100
χριστιανοί Βλάχοι. Μετονομάστηκε Άνω Βέρμιον το 1926 και
σε Βέρμιον το 1951.
Σέλιτσα [Селица / Εράτυρα] | Selica, Selce, Selsko. Σέλιτσα, Σέλτζε και Σιέλτσα στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του ναχιγιέ Σιάτιστα ή Σάτιστα (Šatista) του καζά
Ανασελίτσας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 2.600 πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Κατωχώρι και το 1928 Εράτυρα.
Σέμολτος [Шемолтос /
Μικρό Σούλι] | Šemoltos. Και στα ελληνικά Σέμαλτο(ς).
Χωριό του καζά Ζίχνας. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1913 ζούσαν
εδώ 976 άτομα. Το 1928 απογράφηκαν στο χωριό 985 άτομα, 77 εκ των οποίων ήταν
πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Μικρόν Σούλι και
το 1940 Μικρόν Σούλιον.
Σεντέλτσεβο [Сенделчево / Σανδάλι] | Sendelčevo και Sendil. Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται σαν Σεντέλτσιοβον, Σενδάλτσεβο, Σιντέλ, Σινδέλ, Σενδέλ, Συνδέλ.
Χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί
Μακεδόνες και μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι. Το 1912 αριθμούσε περίπου 80 άτομα. Στη
συνέχεια όλοι οι κάτοικοί εγκατέλειψαν το χωριό και οδηγήθηκαν σε μια εθελουσία
ή αναγκαστική προσφυγιά. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα σπίτια τους 24
οικογένειες χριστιανών προσφύγων, από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία. Το
1928 απογράφηκαν εδώ 130 άτομα, όλα προσφυγικής καταγωγής. 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Σανδάλι και το 1940 Σανδάλιον.
Σέρμενιν [Серменин] | Sermenin. Αναφέρεται επίσης ως Sermenina, Sirminina, Sermanli.
Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε σαν Σερμενλή. Χωριό της περιοχής
Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Οι πηγές είναι αντιφατικές ως
προς τη σύνθεση του πληθυσμού. Άλλες εμφανίζουν τους κατοίκους τους ως
χριστιανούς Βλάχους και άλλες ως εξαρχικούς Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του
1914 είχε πληθυσμό 463 άτομα.
Σέρμπτσι [Српци] | Srpci. Και Σέρπτσι στα
ελληνικά. Χριστιανικός οικισμός του καζά Μπιτολίων ή Μοναστηρίου. Οι κάτοικοί
του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ 1907-1910, έντεκα άτομα μετανάστευσαν από
το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες». Στη σερβική απογραφή του 1914 κατοικούσαν εδώ 224 άτομα.
Σέρρες [Серес / Σέρρες] | Seres, Serez, Ser, Sjar.
Στα ελληνικά Σέρρες και Σέρραι (επίσημη
ονομασία). Έδρα του ομώνυμου καζά. Τα τελευταία χρόνια της οθωμανικής
κυριαρχίας, η πόλη είχε περίπου 28.000 κατοίκους. Οι μουσουλμάνοι Τούρκοι και
οι πατριαρχικοί Ρωμιοί ήταν οι μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες των Σερρών.
Ακολουθούσαν οι Εβραίοι, οι χριστιανοί Μακεδόνες και οι Βλάχοι. Υπήρχε επίσης
και ένας σημαντικός αριθμός Τσιγγάνων και μουσουλμάνων Τσερκέζων. Μετά τους
βαλκανικούς πολέμους, όλοι οι μουσουλμάνοι της πόλης (σχεδόν 14.000)
αναγκάστηκαν να φύγουν στην Τουρκία. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 26 εξαρχικές
οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη, εγκαταστάθηκαν στις
Σέρρες 1.263 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 29.640
άτομα. Από αυτά 25.583 ήταν δημότες, 3.813 ετεροδημότες και 244 αλλοδαποί. Την
ημέρα της απογραφής, 3.924 δημότες των Σερρών απογράφηκαν σε άλλους δήμους. Από
τους απογραφέντες, 14.950 άτομα ήταν προσφυγικής καταγωγής. Ως προς τον τόπο
καταγωγής, 7.214 άτομα είχαν γεννηθεί στη Μικρά Ασία, 4.301 στη Θράκη, 620 στον
Πόντο, 500 στη Βουλγαρία, 393 στην Κωνσταντινούπολη, 319 στην Αλβανία, 238 στη
Γιουγκοσλαβία, 299 στον Καύκασο, 71 στη Ρωσία. Ας σημειωθεί επίσης, ότι μεταξύ
των απογραφέντων του 1928 στο δήμο Σερρών, μεταξύ άλλων, 3.345 χαρακτηρίστηκαν
«ορθόδοξοι τουρκόφωνοι», 429 «ισραηλίτες ισπανόφωνοι», «266
ορθόδοξοι τσιγγανόφωνοι» και 245 «ορθόδοξοι αρμενόφωνοι».
Σεστέοβο [ Шештеово / Σιδηροχώρι] | Šešteovo. Αναφέρεται και σαν Šesteovo και Šestovo. Στις ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Σέστοβα, Σιέστοβον, Σιστέοβον,
Σιστέβο(ν), Σίτσεβον. Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής
Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς. Συμμετείχε στην επανάσταση του
Ίλιντεν και γνώρισε τα αντίποινα του οθωμανικού στρατού, στα μέσα Αυγούστου
1903. Τότε σκοτώθηκαν 27 χωρικοί και κάηκαν 180 σπίτια. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 660 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία δεκατέσσερις οικογένειες. Το 1928 ο οικισμός μετονομάστηκε Σιδηροχώρι και
το 1940 Σιδηροχώριον. Στον εμφύλιο πόλεμο σκοτώθηκαν 44 άτομα από
το χωριό. Το 1949, 462 κάτοικοί του πέρασαν τα σύνορα και έγιναν πολιτικοί
πρόσφυγες.
Σέτινα [Сетина / Σκοπός] | Setina. Τη συναντάμε και με τις ονομασίες Cetina ή Setinja. Η Σέτινα των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το χωριό
συμμετείχε το 1903 στην επανάσταση του Ίλιντεν και δώδεκα κάτοικοί του
φυλακίστηκαν για αυτονομιστική δράση. Μεταξύ 1904-1910 μετανάστευσαν από το
χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
32 άτομα. Το 1912 ζούσαν στη Σέτινα περίπου 700 Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Σκοπός. Στο τέλος
του εμφυλίου πολέμου, οι περισσότερες οικογένειες από το χωριό πέρασαν τα
σύνορα και κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία.
Σέχοβο ή Σέοβο [Сехово или Сеово / Ειδομένη] | Sehovo, Seovo, Ceovo, Džeohovo. Και στις
ελληνικές πηγές Σέχοβο(ν). Χωριό του καζά Γευγελής. Το 1910
ζούσαν εδώ 811 χριστιανοί Μακεδόνες (85 πατριαρχικοί, 586 εξαρχικοί, 45
σερβίζοντες και 95 ουνίτες). Το χωριό κάηκε από τον ελληνικό στρατό στο δεύτερο
βαλκανικό πόλεμο. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 28 εξαρχικές οικογένειες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Από την άλλη, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εδώ
49 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων, από την Ανατολική Θράκη. Το 1926
το Σέχοβο μετονομάστηκε Ειδομένη. Το 1928
απογράφηκαν στον οικισμό 532 άτομα, 227 εκ των οποίων ήταν προσφυγικής
καταγωγής.
Σιάτιστα [Шатиста] | Šatista, Satista, Sačišta. Και Σιάτιστα στα
ελληνικά. Έδρα του ομώνυμου ναχιγιέ, του καζά Ανασελίτσας. Οι κάτοικοί του
οικισμού ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 6.300 άτομα.
Σισάνι [Сисани] | Sisani ή Šišani. Και Σισάνι(ον)
στα ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Καϊλαρίων και στη συνέχεια του καζά
Ανασελίτσας. Οι κάτοικοί του μιλούσαν βλάχικα και ρωμαίικα. Το 1912 ζούσαν εδώ
400 περίπου άτομα.
Σκότσιβιρ [Скочивир] | Skočivir και Skoči Vir. Στα ελληνικά Σκότσιβιρ ή Σκότσιβηρ.
Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Πριν τους βαλκανικούς
πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 400 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή
του 1914 ο πληθυσμός ήταν 267 άτομα.
Σκρίζοβο [Скрижово / Σκοπιά] | Skrižovo, Serzova. Στις
ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Σκρίτζοβα, Σκρίτσοβα και Σκρίτζοβο(ν).
Χωριό του καζά Ζίχνας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.600 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το
χωριό κάηκε στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο από τον ελληνικό στρατό. Όλοι οι
κάτοικοί του μετανάστευσαν στη Βουλγαρία (σε Sveti Vrač, Nevrokop, Plovdiv).
Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν 120 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927
ο οικισμός μετονομάστηκε Σκοπιά.
Σλίβνιτσα [Сливница] | Slivnica. Και Σλίβνιτσα στα ελληνικά. Χωριό
του ναχιγιέ Ντόλνα Πρέσπα (Dolna Prespa) του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Οι περισσότεροι
κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί. Φαίνεται όμως πως ζούσαν εδώ και μια-δυο
οικογένειες μουσουλμάνων Μακεδόνων. Στη σερβική απογραφή του 1914 ο πληθυσμός
ήταν 265 άτομα.
Σλίμιτσα ή Σλίμιστα [Слимништа / Μηλίτσα] | Slimništa. Αναφέρεται επίσης ως Slimišta ή Slimnišča.
Στα ελληνικά έγγραφα το βρίσκουμε σαν Σλήμιτσα,
Σλήμιστα, Σλήμνιτσα. Χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του
καζά Καστοριάς. Στα τελευταία χρόνια της οθωμανικής περιόδου, ζούσαν
εδώ περίπου 300 πατριαρχικοί χριστιανοί. Οι πληροφορίες για τη μητρική γλώσσα
του πληθυσμού είναι αντιφατικές. Φαίνεται να συνυπήρχαν η ρωμαίικη και η
μακεδονική γλώσσα. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Μηλίτσα.
Σμάρδεσι ή Σμάρντες [Смрдеш / Κρυσταλοπηγή] | Smrdeš. Στις
ελληνικές πηγές το βρίσκουμε σαν Σμάρδεσι ή Σμαρδέσι.
Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta), του καζά Κόστουρ
ή Καστοριάς. Στις 8 Μαΐου 1903, ο οθωμανικός στρατός βομβάρδισε με κανόνια το
χωριό, που θεωρείται κέντρο των αυτονομιστών. Στη συνέχεια επιτέθηκε, έκαψε τα
184 από τα 250 σπίτια, δύο σχολεία και μία εκκλησία. Οι στρατιώτες έσφαξαν
αδιακρίτως άντρες, γυναίκες και παιδιά. Ο επίσημος απολογισμός ανεβάζει τον
αριθμό των νεκρών σε 81. Τραυματίστηκαν επίσης 21 άτομα. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 1.300 Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί). Μεταξύ 1905-1914
μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι
«εθνικά Μακεδόνες» 17 άτομα. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κρουσταλοπηγή και
το 1940 Κρυσταλλοπηγή. Το 1949 οι περισσότεροι κάτοικοί του
κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία και ο οικισμός ερήμωσε. Μεταπολεμικά η ελληνική
διοίκηση έκτισε στο χωριό ογδόντα καινούργια σπίτια και εγκατέστησε βοσκούς,
ελληνόφρονες Βλάχους από την Ήπειρο και τη Θεσσαλία.
Σμόλαρι [Смолари] | Smolari και Smolar. Σμόλαρι και Σμολάρι στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Πετριτσίου. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 600 χριστιανοί
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο το χωριό
κάηκε από τον ελληνικό στρατό.
Σμπόρσκο [Сборско или Зборско / Πευκωτό] | Sborsko και Zborsko. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Σμπόρτσκο(ν)
και Σμπόρσκο. Χωριό της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και στη συνέχεια του καζά Καρατζά
Αμπάτ ή Καρατζόβας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 1.100 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ 15 οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1926 ο
οικισμός μετονομάστηκε Πευκωτόν. Στη γερμανική κατοχή, το χωριό
έγινε ορμητήριο του ΕΛΑΣ. Μια μέρα, μεγάλη δύναμη Γερμανών με καμιόνια ανέβηκαν
στο χωριό, το έκαψαν και το ισοπέδωσαν. Πολλοί κάτοικοί του εγκαταστάθηκαν
δίπλα στο προσφυγικό χωριό Σεβέριανι (Βορεινό).
Σόβιτς [Сович] | Sovič. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Σόβιτς ή Σόφιτς.
Χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Μεταξύ 1905-1907 μετανάστευσαν από το χωριό
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 8
άτομα. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 300 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Σόροβιτς [Сорович / Αμύνταιο] | Sorovič ή Surovičevo. Το Σόροβιτς των ελληνικών
εγγράφων. Οικισμός του ναχιγιέ Ρούντνικ (Rudnik) του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Τα τελευταία χρόνια της
οθωμανικής περιόδου ζούσαν εδώ περίπου 900 χριστιανοί (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί) Μακεδόνες και 100 μουσουλμάνοι Τούρκοι (Τούρκοι και Τσιγγάνοι).
Μεταξύ 1903 -1910 μετανάστευσαν από τον οικισμό στις ΗΠΑ και δήλωσαν
στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 21 άτομα. Το 1913 ήρθαν και
εγκαταστάθηκαν ως πρόσφυγες, λίγοι πατριαρχικοί Μοναστηριώτες Βλάχοι. Το
1923-1924 όλοι οι μουσουλμάνοι έφυγαν υποχρεωτικά και τη θέση τους πήραν
χριστιανοί πρόσφυγες από την Τουρκία. Το 1928 ο νόμιμος πληθυσμός του οικισμού
υπολογίζεται σε 1.400 γηγενείς Μακεδόνες και 250 πρόσφυγες. Το 1928
μετονομάστηκε Αμύνταιον.
Σούγκοβο [ Шугово / Πλατανάκια] | Šugovo.
Στα ελληνικά κείμενα το βρίσκουμε ως Σούγκοβο(ν), Σιούγκοβο(ν)
και Σιούγκοβα. Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Οι
κάτοικοί του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες και μουσουλμάνοι Τούρκοι. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 600 χριστιανοί Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί) και 870
Τούρκοι. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη Βουλγαρία 535 εξαρχικοί. Με
τη συνθήκη της Λοζάνης, εγκατέλειψαν το Σούγκοβο όλοι οι μουσουλμάνοι και
κατέφυγαν στην Τουρκία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο χωριό 876
πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Πλατανάκια.
Σούμπας Κιόι [Субаш Ќои / Νέο
Σούλι]
| Subaš Kjoj ή Subaškjoj. Και Σουμπάσκιοϊ στα
ελληνικά. Χωριό του Καζά Σερρών. Το 1912 κατοικούσαν εδώ περίπου 1.200
πατριαρχικοί Ρωμιοί. Με την ανταλλαγή των προσφύγων, εγκαταστάθηκαν στο χωριό
και κάποιοι πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1927 ο οικσμός μετονομάστηκε Νέον
Σούλιον. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 1863 άτομα, 155 εκ των οποίων ήταν
προσφυγικής καταγωγής.
Σούμπουτσκο [Суботско / Αριδαία] | Subotsko ή Sabotsko ή S'botsko. Σούμποσκον και Σούμποσκον στις ελληνικές
πηγές. Οικισμός της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και στη συνέχεια έδρα του καζά
Καρατζά Αμπάτ ή Καρατζόβας. Ο πληθυσμός του το 1912 πρέπει να έφτανε περίπου τα
1.500 άτομα, εκ των οποίων 1.000 ήταν μουσουλμάνοι Μακεδόνες και 500 χριστιανοί
(Τσιγγάνοι, Μακεδόνες και Βλάχοι). Το 1922 μετονομάστηκε σε Αρδέα.
Το 1924 όλοι οι μουσουλμάνοι Μακεδόνες αναχώρησαν αναγκαστικά για την Τουρκία.
Στη θέση τους, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε χριστιανούς πρόσφυγες. Το 1928
υπολογίζεται πως υπήρχαν στον οικισμό 980 πρόσφυγες, 200 Παλαιοελλαδίτες που
στελέχωναν την κρατική διοίκηση και 720 γηγενείς. Ως επαρχιακή πρωτεύουσα, η
κωμόπολη γνώρισε στη συνέχεια δημογραφική ανάπτυξη, με μετεγκατάσταση εδώ
οικογενειών από τα γύρω χωριά. Το 1922 μετονομάστηκε σε Αριδαία.
Σπάτοβο [Спатово / Κοίμησις] | Spatovo. Και Σπάτοβο(ν) στα ελληνικά.
Χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Οι κάτοικοί του ήταν χριστιανοί
Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί). Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν περίπου
1.150 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 108 εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν
από το Σούγκοβο στη Βουλγαρία και εγκαταστάθηκαν στο Petrič και
το Sveti Vrač (Sandanski).
Από την άλλη, 483 πατριαρχικοί πρόσφυγες ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό. Το
1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κοίμησις. Το 1940 ζούσαν εδώ περίπου 1.700 άτομα.
Σπουρλίτα [Спурлита / Ελαφίνα] | Spurlita, Sporlita, Spolta, Sporla. Σπουρλίτα και Ασπόλτα στα
ελληνικά κείμενα. Χριστιανικός οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας.
Οι κάτοικοί του ήταν Ρωμιοί και λίγοι Βλάχοι Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 300
άτομα. Το 1926 μετονομάστηκε Ελαφίνα.
Σρέμπρενο ή Στρέμπενο [Сребрено / Ασπρόγεια] | Srebreno. Το
συναντάμε και σαν Strebreno, Strebren, Srebreni. To Στρέμπενο(ν)
ή Στρέμπρενο(ν) των ελληνικών πηγών. Χριστιανικό
χωριό του ναχιγιέ Νέβεσκα, του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Το 1903 κάτοικοι του
χωριού πήραν μέρος στην επανάσταση του Ίλιντεν. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 650
Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1926 μετονομάστηκε Ασπρώγεια και
το 1928 Ασπρόγεια. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, 150 σχεδόν
κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Σρέντνο Έγκρι [Средно Егри] | Sredno Egri. Sredni Egri. Το Μεσαίο(ν) Ίγκρι των
ελληνικών πηγών. Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 200 Μακεδόνες (οι περισσότεροι εξαρχικοί).
Σταρίτσανη [Старичани / Λακκώματα] | Staričani. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Σταρίτσανι και Σταρίτσανη. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Καστανοχωρίων (Kostenarija)
του καζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ 350 περίπου Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν στη Βουλγαρία οκτώ
οικογένειες. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε σε Λακκώματα. Ο
πληθυσμός του χωριού μειώθηκε στο μισό, στο τέλος του εμφυλίου πολέμου.
Στάρτσιστα [Старчишта / Περιθώριον] | Starčišta. Στάρτσιστα και Στάρτιστα στα
ελληνικά κείμενα. Μικτός οικισμός του καζά Νευροκοπίου, αποτελούμενος από
χριστιανούς Μακεδόνες (κυρίως εξαρχικούς) και μουσουλμάνους Τούρκους (περίπου
500). Υπήρχαν επίσης λίγες οικογένειες Βλάχων και Τσιγγάνων. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν στη Στάρτσιστα περισσότερα από 2.000 άτομα. Με τις
ανταλλαγές των πληθυσμών, το μεγαλύτερο μέρος του εξαρχικού πληθυσμού
μετανάστευσε στη Βουλγαρία, ενώ το σύνολο των μουσουλμάνων έφυγαν στην Τουρκία.
Από την άλλη, εγκαταστάθηκαν στο χωριό 811 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1927 ο
οικισμός μετονομάστηκε Περιθώριον.
Στάτιστα ή Στάτιτσα [Статица / Μελάς] | Statista ή Statica. Και Στάτιστα στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό μακεδονικό χωριό της περιοχής Κορεστίων (Korešta),
του καζά Καστοριάς. Είχε δυο μαχαλάδες, τον Πάνω (Gorna) και τον Κάτω (Dolna). Έγινε ευρύτερα γνωστό, γιατί το 1904 σκοτώθηκε εδώ
ο έλληνας αξιωματικός Παύλος Μελάς. Το 1912 ζούσαν στη Στάτιστα περίπου
600 Μακεδόνες. Μεταξύ 1910-1920 μετανάστευσαν από το χωριό
στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες»
εννέα άτομα. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Μελάς. Στο τέλος
του εμφυλίου πολέμου, τα 2/3 των κατοίκων κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία και σε
χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Στένιε [Стенје] | Stenje. Και Στένιε στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Ρέσεν ή Γκόρνα Πρέσπα (Gorna Prespa), του καζά
Μοναστηρίου ή Βιτολίων (Bitolska).
Οι κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 ζούσαν
εδώ 190 άτομα.
Στένσκο [Стенско / Στενά] | Stensko. Το Στένσκο(ν) και Στέντσκο(ν)
των ελληνικών πηγών. Χριστιανικό χωριό του ναχιγιέ Χρούπιστα (Hrupišta) του
кαζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 130 πατριαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926
ο οικισμός μετονομάστηκε Στενά. Προπολεμικά ζούσαν στο χωριό 18
μακεδονικές οικογένειες. Μεταξύ 1941-1949 σκοτώθηκαν 23 κάτοικοι του χωριού.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, 156 άτομα από το Στένσκο αναγκάστηκαν να
εγκαταλείψουν τη χώρα.
Στογιάκοβο [Стојаково] | Stojakovo. Και στα ελληνικά Στογιάκοβο(ν) Χωριό του
καζά Γευγελής. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ 1.397 χριστιανοί
Μακεδόνες (1.333 εξαρχικοί και 64 πατριαρχικοί) και 128 μουσουλμάνοι (Τούρκοι
και Τσιγγάνοι). Στη σερβική απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 1.396 άτομα.
Στρέντνο Κουφάλοβο [СредноКуфалово / Μεσαία Κουφάλια] | Sredno Kufalovo. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται
ως Μεσαίο Κουρφάλι, Μεσαίο Κουφάλοβο(ν), Μεσαίο(ν)
Κοφάλοβο(ν), Μεσαία Κουφάλια (επίσημη
ονομασία). Χωριό της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά
Θεσσαλονίκης. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους, ζούσαν εδώ περίπου
650 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ το μεγαλύτερο μέρος των
κατοίκων του μετανάστευσε στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα
σπίτια τους πατριαρχικούς πρόσφυγες (κυρίως από τη Βουλγαρία).
Στρούμιτσα [Струмица] | Strumica, Strumdža. τα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Στρούμνιτσα και Στρώμνιτζα.
Έδρα του ομώνυμου καζά. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους κατοικούσαν εδώ
περισσότερα από 10.000 άτομα. Οι χριστιανοί Μακεδόνες (πατριαρχικοί, εξαρχικοί,
προτεστάντες) και οι μουσουλμάνοι Τούρκοι ήταν οι μεγαλύτερες ομάδες του
πληθυσμού. Ακολουθούσαν οι Εβραίοι και οι Τσιγγάνοι. Η πόλη καταστράφηκε από
τον ελληνικό στρατό στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο (κάηκαν τότε 1.000 σπίτια και
καταστήματα).
Στρούπινο [Струпино / Λυκόστομο] | Strupino. Και Στρούπινο(ν) στα ελληνικά. Χωριό της
περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και στη συνέχεια του
καζά Καρατζά Αμπάτ ή Καρατζόβας. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν περίπου 650
Μακεδόνες, εκ των οποίων 280 μουσουλμάνοι και 370 χριστιανοί εξαρχικοί. Το 1924
οι μουσουλμάνοι μετανάστευσαν αναγκαστικά στην Τουρκία και στη θέση τους ήρθαν
χριστιανοί πρόσφυγες. Το 1926 μετονομάστηκε Λυκόστομον. Το 1928
υπήρχαν στο χωριό 430 Μακεδόνες και 240 πρόσφυγες. Στο τέλους του εμφυλίου
πολέμου πολλοί από το χωριό κατέφυγαν, σαν πολιτικοί πρόσφυγες, στη
Γιουγκοσλαβία.
Συκιά [Сиќа] | Sikja, Šikja. Και Συκιά στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Κασσάνδρας. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί.
Το 1913 ζούσαν εδώ 1.742 άτομα.
Σχοινά [Схина] | Shina, Skinat και Iskinat. Σχοινά και Σχοινάς (επίσημη
ονομασία) στα ελληνικά. Χωριό της περιοχής Ρουμλουκίου (Urumluk) του καζά
Θεσσαλονίκης. Ήταν ένα τσιφλίκι, στο οποίο κατοικούσαν το 1912 περίπου 230 γηγενείς
χριστιανοί Ρωμιοί. Μέχρι το 1924 εγκαταστάθηκαν στον οικισμό και 100 περίπου
πρόσφυγες. Το 1928 ο πληθυσμός του χωριού ήταν 400 άτομα. Το 1/5 από αυτά ήταν
προσφυγικής καταγωγής.
Τάρλις [Трлис / Βαθύτοπος] | Trlis και Tarlis. Τερλίς και Τερλίζ στα
ελληνικά κείμενα. Χωριό του καζά Νευροκοπίου. Μικτός οικισμός εξαρχικών
Μακεδόνων και μουσουλμάνων Τούρκων (περίπου 500). Υπήρχαν επίσης λίγοι Βλάχοι
και Τσιγγάνοι. Πριν τους Βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περισσότερα από 2.000
άτομα. Το 1913 ο ελληνικός στρατός έκαψε δέκα μακεδονικά σπίτια. Τον Ιούλιο του
1924, έλληνες στρατιώτες σκότωσαν στο Τέρλις δεκαεπτά μακεδόνες χωρικούς της
περιοχής. Όλοι οι μουσουλμάνοι του χωριού, αναγκάστηκαν να φύγουν για την
Τουρκία, με τη συνθήκη της Λοζάνης. Το μεγαλύτερο επίσης μέρος των Μακεδόνων,
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία με τη συνθήκη της Νεϊγύ. Από την άλλη,
εγκαταστάθηκαν εδώ 154 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Ο οικισμός
μετονομάστηκε Βαθύτοπος το 1927. Το 1928 απογράφηκαν 682
άτομα, 556 από τα οποία ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Τεκελίοβο ή Τεκελή [Текелиево или Текели / Σίνδος] | Tekeli και Tekeliovo. Τεκελί και Τεκελή στα
ελληνικά. Χωριό της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του καζά Θεσσαλονίκης. Ήταν
ιδιοκτησία μουσουλμάνου τσιφλικά. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους, ζούσαν εδώ
περίπου 300 πατριαρχικοί Μακεδόνες και 150 μουσουλμάνοι (Τούρκοι και
Τσιγγάνοι). Το 1923-1924 οι μουσουλμάνοι εγκατέλειψαν υποχρεωτικά στα σπίτια
τους πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, τη Μικρά Ασία και τη Βουλγαρία. Οι
περισσότεροι από αυτούς ήταν Ρωμιοί. Ανάμεσά τους υπήρχαν ωστόσο και 30
οικογένειες πατριαρχικών Τούρκων. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Σίνδος. Το
1928 ο πληθυσμός του χωριού ήταν 1.820 άτομα, εκ των οποίων 1.224 ήταν πρόσφυγες.
Τέοβο ή Τέχοβο [Теово / Καρυδιά] | Teovo και Tehovo. Τέχοβο(ν) στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 520 Μακεδόνες
(εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Καρυδιά.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου αρκετοί κάτοικοί του κατέφυγαν, σαν πολιτικοί
πρόσφυγες, στη Γιουγκοσλαβία.
Τερστένιτσα [Трстеница / Κρυοπηγή] | Trstenica, Trestenica, Tristenica.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται
σαν Τρεστενίτσα και Τριστινίτσα. Χωριό του καζά
Ζίχνας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 200 χριστιανοί Μακεδόνες (οι περισσότεροι
πατριαρχικοί). Λίγοι εξαρχικοί κάτοικοί του, μετανάστευσαν μετά το δεύτερο
βαλκανικό πόλεμο στη Βουλγαρία. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κρυοπηγή.
Το 1928 απογράφηκαν εδώ 182 άτομα, 7 εκ των οποίων ήταν πατριαρχικοί πρόσφυγες
που ήρθαν μετά το 1922.
Τέσοβο [Тешово] | Tešovo και Тешово (επίσημη βουλγαρική
γραφή). Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Τίσοβο(ν) και Τέσοβο(ν).
Μικτός οικισμός εξαρχικών Μακεδόνων και μουσουλμάνων Τούρκων. Υπήρχαν επίσης
και λίγοι Τσιγγάνοι. Το 1908 είχε 193 χριστιανικά σπίτια και 26 μουσουλμανικά.
Τίκφενι [Тиквени / Κολοκυνθού] | Tikveni. Στα
ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Τίκβενι, Τίκβενη, Τίκφενι και Τίκφενη. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Νέστραμ ή Νέσραμ (Nestram και Nesram) του καζά Καστοριάς.
Κάηκε τον Ιανουάριο του 1903 από τον οθωμανικό στρατό, για τα αυτονομιστικά
φρονήματα του. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 180 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 ο
οικισμός μετονομάστηκε Κολοκυθού και το 1928 Κολοκυνθού. Ο
πληθυσμός του χωριού μειώθηκε μετά τον εμφύλιο πόλεμο.
Τίρνοβο [Тирново или Трнаа / Πράσινο] | Trnovo ή Tirnovo ή Trnoo. Το Τύρνοβον και Τύρνοβον των
ελληνικών κειμένων. Χριστιανικό χωριό της περιοχής Κορεστίων
(Korešta), του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 400
εξαρχικοί Μακεδόνες. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, τα 3/4 των κατοίκων έγιναν
πολιτικοί πρόσφυγες. Το 1955 μετονομάστηκε Πράσινον.
Τίρνοβο [Трново / Αγκαθωτό] | Trnovo ή Trno
ή Tirnovo. Στα ελληνικά κείμενα τα βρίσκουμε με τις γραφές Τύρνοβο(ν), Τέρνοβο(ν), Τέρνα, Τέρνοβα,
Τέρβα. Μέχρι το 1906 ήταν χωριό του ναχιγιέ της Ντόλνα Πρέσπα (Dolna Prespa), του καζά
Μοναστηρίου ή Μπιτολίων και στη συνέχεια χωριό του καζά Κορυτσάς. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 100 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1927 μετονομάστηκε Αγκαθωτόν. Στο
τέλος του εμφυλίου πολέμου, το σύνολο των κατοίκων του κατέφυγε στη
Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Μεταπολεμικά το χωριό ερήμωσε.
Τίρνοβο [Трново] | Trnovo και Tirnovo. Και Τύρνοβο(ν) στα ελληνικά
κείμενα. Χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Οι περισσότεροι κάτοικοί του
ήταν χριστιανοί Βλάχοι. Ζούσαν ωστόσο εδώ και περίπου πενήντα μουσουλμάνοι
Αλβανοί. Στη σερβική απογραφή του 1914 ο πληθυσμός του ήταν 1.735 άτομα.
Τιχόλιστα ή Τιόλιστα [Тиолишта / Τοιχίο] | Tiolišta ή Tiholišta.
Αναφέρεται και σαν Tiovlišča ή Tiolišča.
Η Τειχόλιτσα ή Τιχόλιστα των ελληνικών πηγών.
Χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 400 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1926 ο οικισμός
μετονομάστηκε Τειχειό και το 1940 Τοιχίον. Στο
τέλος του εμφυλίου πολέμου αρκετοί κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Τόπλιανι [Топлјани / Γεωργιανοί] | Topljani, Toplan. Και Τόπλιανη στα
ελληνικά. Οικισμός του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι κάτοικοι του ήταν
πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1920 απογράφηκαν εδώ 123 άτομα. Στην Τόπλιανη
εγκαταστάθηκαν μεταξύ 1923-1924 και 82 πατριαρχικές οικογένειες. Το 1926 το
χωριό μετονομάστηκε Γεωργιανοί.
Τοπόλιανη [Тополјани / Χρυσό] | Topoliani ή Topolen. Και Τοπόλιανη στα ελληνικά. Χωριό
του καζά Σερρών. Οι κάτοικοί του ήταν πατριαρχικοί Ρωμιοί. Το 1912 κατοικούσαν
εδώ περίπου 1.400 άτομα. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν στην Τοπόλιανη και 16
οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Χρυσός και
το 1940 Χρυσόν.
Τοπόλνιτσα [Тополница] | Topolnica. Και Τοπόλνιτσα στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Πετριτσίου. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν
εδώ περίπου 200 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Τούζλα [Тузла] | Tuzla.
Και Τούζλα στα ελληνικά. Οικισμός του καζά Πραβίου (Правиште).
Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ήταν ένα μικρό τσιφλίκι, που συνήθως δεν
αναφέρεται στις πηγές. Στην απαρίθμηση του 1913 ήταν έρημο. Το 1920 αναφέρεται
ως οικισμός της κοινότητας Ορφανίου με πληθυσμό 100 άτομα.
Τούντορτσι [Тудорци / Θεοδωράκειο] | Tudorci, Todorci, Tudurci, Todorce, Todorica, Tudoreč. Στις ελληνικές πηγές
αναφέρεται ως Τόδορτσι, Τοδόρτσι, Τούδορτσε, Τούδορτσι.
Χριστιανικό χωριό της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Γιανιτσών και στη συνέχεια του καζά Καρατζά
Αμπάτ ή Καρατζόβας. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 420 Μακεδόνες (εξαρχικοί και
πατριαρχικοί). Με τη συνθήκη της Νεϊγύ έντεκα εξαρχικές οικογένειες
μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό έξι
πατριαρχικές οικογένειες προσφύγων. Το 1928 απογράφηκαν 484 άτομα, 26 εκ των
οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής. Το 1925 το χωριό μετονομάστηκε Θεοδωράκη και
το 1940 Θεοδωράκειον.
Τούρια ή Κρανιά [Турје или Крања] | Kranja, Turja, Turje. Και Κρανιά στα ελληνικά. Χωριό του
καζά Γρεβενών. Οι κάτοικοι του ήταν χριστιανοί Βλάχοι. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 1.600 άτομα.
Τούριε [Турје / Κορυφή] | Turje ή Turja. Στα ελληνικά κείμενα
αναφέρεται ως Τούρια. Χριστιανικά χωριό της περιοχής Κορεστίων
(Korešta), του καζά Κόστουρ ή Καστοριάς. Πρωτοστάτησε στην επανάσταση του Ίλιντεν.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 480 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μεταξύ 1905-1915
μετανάστευσαν από το χωριό στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις αρχές πως είναι
«εθνικά Μακεδόνες» 18 άτομα. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Κορυφή.
Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, πολλοί κάτοικοί του κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία
και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Τουσίλοβο [Тушилово / Στάθης] | Tušilovo και Tošilovo. Τουσίλοβο(ν)
και Τοσίλοβο(ν) στα ελληνικά κείμενα. Χριστιανικό χωριό του
καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 320 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ 30 εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία. Στα σπίτια τους εγκαταστάθηκαν 30 πατριαρχικές οικογένειες από τον
Πόντο. Το 1926 ο οικισμός μετονομάστηκε σε Στάθης. Το 1928
απογράφηκαν 309 άτομα, εκ των οποίων 82 ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Τούσιμ ή Τούσιν [Тушим или Тушин / Αετοχώρι] | Tušim και Tušin. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Τούσιμ, Τούσιν και Τούσιανη.
Χωριό της περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 1.050 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη
συνθήκη της Νεϊγύ, 39 οικογένειες από του Τούσιμ μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία. Από την άλλη, το 1923-1924, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο
χωριό 10 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1925 ο οικισμός
μετονομάστηκε Αετοχώρι και το 1940 Αετοχώριον. Το
1928 ο πληθυσμός του ήταν 624 άτομα, εκ των οποίων τα 29 ήταν προσφυγικής
καταγωγής.
Τρέσινο [Тресино / Όρμα] | Tresino και Tresina. Στα ελληνικά Τρέσινο(ν). Χωριό
της περιοχής Μογλενών (Meglen) του καζά Βοδενών και
στη συνέχεια του καζά Καρατζά Αμπάτ ή Καρατζόβας. Ο πληθυσμός του το 1912 ήταν
περίπου 1.200 Μακεδόνες, εκ των οποίων 400 μουσουλμάνοι, 750 εξαρχικοί και 50
πατριαρχικοί. Το 1924 οι μουσουλμάνοι κάτοικοι μετανάστευσαν αναγκαστικά στην
Τουρκία και στη θέση τους εγκαταστάθηκαν πατριαρχικοί πρόσφυγες. Ο οικισμός
μετονομάστηκε Όρμα το 1924. Το 1928 υπήρχαν στο χωριό 200
πρόσφυγες και 900 Μακεδόνες. Στο τέλους του εμφυλίου πολέμου πολλοί κάτοικοι
κατέφυγαν, σαν πολιτικοί πρόσφυγες, στη Γιουγκοσλαβία.
Τρία Χάνια ή Ουτς Χανλάρ [Учханлал] | Učhanlar ή Trihana ή Trite Hana. Τρία Χάνια ή Ουτς
Χανλάρ στις ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης.
Βρισκόταν βορειοδυτικά του Ντούντουλαρ (Διαβατά). Ήταν
ένα τσιφλίκι όπου ζούσαν περίπου 40 εξαρχικοί Μακεδόνες. Υπήρχαν εκεί πράγματι
τρία χάνια, που έδωσαν και την ονομασία στο μέρος. Ερήμωσε μετά την απογραφή
του 1920.
Τρίκαλα [Трикала] | Trikala. Και Τρίκκαλα ή Τρίκαλα (επίσημη
ονομασία) στις ελληνικές πηγές. Χωριό της περιοχής Βαρδαρίου (Vardarija) του
καζά Θεσσαλονίκης. Τσιφλίκι στο οποίο ζούσαν και δούλευαν πριν τους βαλκανικούς
πολέμους εκατό περίπου πατριαρχικοί Μακεδόνες και πενήντα μουσουλμάνοι
Τσιγγάνοι. Το 1923-1924, με την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, οι
μουσουλμάνοι κάτοικοί του έφυγαν. Την ίδια περίοδο, εγκαταστάθηκαν στα Τρίκαλα
450 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 562 άτομα, εκ των οποίων 455
ήταν πρόσφυγες.
Τσάπαρι [Цапари] | Capari. Τσάπαρη και Τσάπαρι στα
ελληνικά. Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Οι κάτοικοί του
ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Ο πληθυσμός του το 1914, σύμφωνα με τη σερβική
απογραφή, ήταν 1.535 άτομα. Μεταξύ των ετών 1910-1915, 30 άτομα μετανάστευσαν
από το χωριό στις ΗΠΑ και κατά την εκεί άφιξη τους δήλωσαν στις αρχές πως είναι
«εθνικά Μακεδόνες».
Τσατάλτζα [Чаталџа / Χωριστή] | Čataldža. Στα
ελληνικά κείμενα αναφέρεται σαν Τσατάλτζα ή Τσατάλτσα.
Χωριό του καζά Δράμας. Το 1886 κατοικούσαν εδώ περίπου 1.600 πατριαρχικοί
Ρωμιοί και 250 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Με τη συνθήκη της Λοζάνης, όλοι οι
μουσουλμάνοι από την Τσατάλτζα έφυγαν στην Τουρκία. Από την άλλη,
εγκαταστάθηκαν στο χωριό 272 πατριαρχικοί πρόσφυγες. Το 1927 οι οικισμός
μετονομάστηκε Χωριστή. Το 1928 απογράφηκαν εδώ 2.885 άτομα, 1.090
εκ των οποίων ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Τσέγκαν [Чеган / Άγιος
Αθανάσιος]
| Čegan. Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Τσέγανι, Τσέγανη,
και Τσεγάνη. Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 1.040 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Το 1926
μετονομάζεται Άγιος Αθανάσιος.
Τσέκρι ή Κιρκάλοβο [Чекри или Киркалово / Παραλίμνη] | Čekri, Čekre, Kirkalovo. Τσέκρι, Τσέκρε και Κιρκάλοβο στις
ελληνικές πηγές. Μικρό χωριό του καζά Γενιτζέ Βαρντάρ ή Γιανιτσών. Το 1912
ζούσαν εδώ περίπου 50 εξαρχικοί Μακεδόνες. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, 13 άτομο
από τον οικισμό μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Το 1926 μετονομάστηκε σε Παραλίμνη.
Τσένγκελ [Ченгел] | Čengel και Čegel. Τσέγγελ και Τσιγγέλι στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Πριν τους
βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 100 Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί).
Τσέπελι [Чешели] | Čepeli. Και Τσεπελή στα ελληνικά κείμενα.
Χωριό του καζά Τίκφες. Το 1916 ζούσαν εδώ 1.017 μουσουλμάνοι Τούρκοι.
Τσερέσνιτσα [Черешница / Πολυκέρασο] | Čerešnica. Η Τσερέσνιτσα των ελληνικών εγγράφων. Χριστιανικό
χωριό της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς.
Συμμετείχε στην επανάσταση του Ίλιντεν και κάηκε από τον οθωμανικό στρατό τον
Αύγουστο του 1903. Τότε σκοτώθηκαν δέκα άτομα και κάηκαν ογδόντα σπίτια. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 540 εξαρχικοί Μακεδόνες. Ο οικισμός μετονομάστηκε Πολυκέρασο το
1926 και Πολυκέρασον το 1928. Προπολεμικά ζούσαν στο χωριό 70
μακεδονικές οικογένειες. Μεταξύ 1945-1949 σκοτώθηκαν 31 άτομα από την
Τσερέσνιτσα. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου 271 κάτοικοι του χωριού πέρασαν τα
σύνορα και έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Τσερκόβιανι [Црковјани / Εκκλησιοχώρι] | Crkovjani ή Crkoveni ή Čerkovjan.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Τσερκόβιανη και Τσερκόβιανη.
Χριστιανικό χωριό του καζά Βοδενών. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 100 εξαρχικοί
Μακεδόνες. Το 1923 η ελληνική διοίκηση εγκαθιστά εδώ και 143 πατριαρχικούς
πρόσφυγες. Το 1926 ο οικισμός μετονομάζεται Κλησοχώρι και το
1940 Εκκλησιοχώριον.
Τσέρνα Ρέκα [Црна Река / Κάρπη] | Crna Reka. Και Τσέρνα Ρέκα ή Τσερναρέκα στα
ελληνικά. Χωριό της περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής.
Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 950 χριστιανοί Βλάχοι. Το
1926 ο οικισμός μετονομάστηκε Κάρπη.
Τσερνίτσανι [Црничани] | Crničani. Και Τσερνίτσανι ή Τσερνίτσανη στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Πρίλεπ ή Περλεπέ. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους
ζούσαν εδώ περίπου 150 εξαρχικοί Μακεδόνες.
Τσερνόμπουκι [Срновуки] | Crnobuki και C’rno Buki. Και Τσερνομπόκ και Τσερνομπούκι στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Μοναστηρίου ή Μπιτολίων. Οι
κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Στη σερβική απογραφή του 1914 ο
πληθυσμός του ήταν 416 άτομα.
Τσινάφορο [Чинар Фурнос / Πλάτανος] | Činar Furnos.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται ως Τσινάφορον, Τσινάφουρνο και Τσινάφορο(ν)
Χωριό της περιοχής Ρουμλουκίου (Urumluk) του καζά Θεσσαλονίκης. Ήταν ιδιοκτησία
μουσουλμάνου τσιφλικά. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 300 χριστιανοί Ρωμιοί και 100
μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι. Οι τελευταίου εγκατέλειψαν τον οικισμό και έφυγαν στην
Τουρκία το 1923-1924. Την ίδια περίοδο, το ελληνικό κράτος εγκατέστησε στο
χωριό ισάριθμους χριστιανούς πρόσφυγες. Το 1954 ο οικισμός μετονομάστηκε Πλάτανος.
Τσιρίλοβο ή Τσουρίλοβο [Чурилово / Άγιος Νικόλαος] | Čurilovo και Čerilovo. Το Τσιρίλοβο(ν) των ελληνικών
κειμένων. Χωριό της περιοχής Πόπολε του καζά Καστοριάς. Στο τέλος της
οθωμανικής περιόδου είχε πληθυσμό περίπου 400 άτομα. Από αυτά τα 2/3 ήταν
χριστιανοί Μακεδόνες και το 1/3 μουσουλμάνοι Τούρκοι. Φαίνεται πως την περίοδο
των βαλκανικών πολέμων οι μουσουλμάνοι εγκαταλείπουν το χωριό. Επίσης δώδεκα
εξαρχικές οικογένειες μεταναστεύουν στη Βουλγαρία με τη συνθήκη της Νεϊγύ.
Προπολεμικά ζούσαν στο Τσιρίλοβο 150 Μακεδόνες. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου,
οι μισοί κάτοικοί του εγκαταλείπουν τα σπίτια τους. Το 1955 ο οικισμός
μετονομάζεται Άγιος Νικόλαος.
Τσόρνοβο [Чорново / Φυτεία] | Čornovo, Čornova. Τσέρνοβο(ν)
και Τσόρνοβο(ν) στις ελληνικές πηγές. Χριστιανικός οικισμός
του καζά Βέροιας ή Μπερ ή Καραφέριας. Οι κάτοικοι του ήταν πατριαρχικοί
Μακεδόνες. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 600 άτομα. Το 1926 μετονομάστηκε Φυτιά και
το 1940 Φυτεία.
Τσούκα [Чука / Αρχάγγελος] | Čuka. Και Τσούκα στα ελληνικά. Χωριό του
ναχιγιέ Χρούπιστα (Hrupišta) του кαζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 160
χριστιανοί Μακεδόνες (εξαρχικοί και πατριαρχικοί). Προπολεμικά κατοικούσαν στην
Τσούκα 28 μακεδονικές οικογένειες. Μεταξύ 1941-1949 σκοτώθηκαν 18 άτομα από το
χωριό. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, 157 κάτοικοί του πέρασαν τα σύνορα και
έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες. Άλλοι 33 μετεγκαταστάθηκαν στο γειτονικό χωριό
Ραντίγκοζε (Αγία Άννα). Το 1955 ο έρημος οικισμός μετονομάστηκε Αρχάγγελος.
Τσουτσουλίγκοβο [Чучулигово / Αναγέννηση] | Čučuligovo ή Čučuluk.
Στα ελληνικά κείμενα αναφέρεται ως Τσιτσιλίκ, Τσιτσιουλίκο, Τσιουτσολή, Τσιουτσιουλί, Τσιουτσιλίκοβο(ν).
Χωριό του καζά Σερρών. Οι κάτοικοί του ήταν χριστιανοί Μακεδόνες (κυρίως
εξαρχικοί). Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν εδώ περίπου 400 άτομα. Στη
συνέχεια, κάποιοι εξαρχικοί από το χωριό (επίσημα 21 οικογένειες) μετανάστευσαν
στη Βουλγαρία και ίδρυσαν το χωριό Čučuligovo, κοντά στα σύνορα. Η
ελληνική διοίκηση έφερε και εγκατέστησε στο Τσουτσουλίγκοβο 111 οικογένειες
πατριαρχικών προσφύγων (κυρίως από τον Πόντο). Το 1928 ο οικισμός
μετονομάστηκε Αναγέννησις.
Τύρσια ή Τίρσιε [Трсје / Τρίβουνο] | Trsje ή Tarsje. Τύρσια και Τίρσια στα
ελληνικά Κείμενα. Χριστιανικό χωριό του καζά Λέριν ή Φλώρινας. Τις μέρες του
Ίλιντεν, ο στρατός έκαψε πολλά σπίτια του χωριού. Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου
900 εξαρχικοί Μακεδόνες. Το 1927 μετονομάστηκε Τρίβουνον. Στο τέλος
του εμφυλίου πολέμου, οι περισσότεροι κάτοικοί του έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.
Φλώρινα ή Λέριν [Лерин] | Florina ή Lerin. Στα ελληνικά κείμενα
Φλώρινα. Έδρα του ομώνυμου καζά. Στο τέλος της οθωμανικής περιόδου, ο
πληθυσμός της ήταν περίπου 10.000 άτομα: 5.000 μουσουλμάνοι Τούρκοι, 1.600
μουσουλμάνοι Τσιγγάνοι, 100 μουσουλμάνοι Αλβανοί, 2.800 χριστιανοί Μακεδόνες,
150 χριστιανοί Βλάχοι, 50 χριστιανοί Αλβανοί και 300 ισπανόφωνοι Εβραίοι.
Μεταξύ 1902-1920 μετανάστευσαν από την πόλη ή την ευρύτερη περιοχή (δηλώνοντας
ως τόπο καταγωγής τη «Φλώρινα») στις ΗΠΑ και δήλωσαν στις
αρχές πως είναι «εθνικά Μακεδόνες» 405 άτομα. Μέχρι και το 1924, το
μεγαλύτερο μέρος των μουσουλμάνων κατοίκων υποχρεώθηκε να μεταναστεύσει. Στη
θέση τους, η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε 3.600
χριστιανούς πρόσφυγες, κυρίως πατριαρχικούς Βλάχους και Μακεδόνες από την
περιοχή του Μοναστηρίου (Μπίτολα), και πατριαρχικούς Ρωμιούς και τουρκόφωνους
από την Τουρκία.
Φούρκα [Фурка] | Furka και Furke. Και Φούρκα στα
ελληνικά. Χωριό του καζά Κόνιτσας. Οι κάτοικοί του ήταν Χριστιανοί Βλάχοι. Το
1912 ζούσαν εδώ περίπου 900 άτομα.
Χαρμάν Κιόι [Харман Ќој / Ελευθέριο - Κορδελιό] | Harman Kjoj και Arman Kjoj. Χαρμάνκιοϊ ή Χαρμάν Κιόι στα ελληνικά.
Χριστιανικό χωριό του καζά Θεσσαλονίκης. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ήταν
ιδιοκτησία μουσουλμάνου τσιφλικά. Εδώ ζούσαν περίπου 200 πατριαρχικοί
Μακεδόνες. Στη συνέχεια η σύνθεση του πληθυσμού αλλοιώθηκε, με την εγκατάσταση
ατόμων από γειτονικούς οικισμούς καθώς και μεγάλου αριθμού χριστιανών
προσφύγων. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Σταθμός και το
1952 Ελευθέριον.
Χατζή Μπεηλίκ [Хаџи Бејлик / Άνω Βυρώνεια] | Hadži Bejlik. Χατζή
Μπεϊλίκ, Χατζημπεηλίκ και Χαντζή Βεκλίκι, στις
ελληνικές πηγές. Χριστιανικό χωριό του καζά Ντεμίρ Ισάρ ή Δεμίρ Ισσάρ. Οι
κάτοικοί του ήταν εξαρχικοί Μακεδόνες. Πριν τους βαλκανικούς πολέμους ζούσαν
εδώ περίπου 500 άτομα. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ, μετανάστευσαν από το χωριό στη
Βουλγαρία 67 οικογένειες, οι οποίες και εγκαταστάθηκαν στην
πόλη Petrič. Από την άλλη, ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στο χωριό
185 οικογένειες πατριαρχικών προσφύγων. Το 1924 το Χατζή Μπεϊλίκ μετονομάστηκε Βυρώνειον, το
1928 Βυρώνεια και το 1961 Άνω Βυρώνεια. Το 1928
απογράφηκαν 822 άτομα, 679 από τα οποία ήταν προσφυγικής καταγωγής.
Χόλιστα ή Όλιστα [Олишта / Μελισσότοπος] | Olišta και Χόλιστα στα ελληνικά. Χωριό
της περιοχής Πόπολε (Popole) του καζά Καστοριάς.
Το 1912 ζούσαν εδώ περίπου 410 εξαρχικοί Μακεδόνες. Τρία άτομα από το χωριό πο
μετανάστευσαν στις ΗΠΑ το 1912-1913 δήλωσαν στις αρχές πως είναι «εθνικά
Μακεδόνες». Έξι οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία με τη συνθήκη της
Νεϊγύ. Το 1927 ο οικισμός μετονομάστηκε Μελισσότοπος. Προπολεμικά
υπήρχαν στο χωριό 65 μακεδονικές οικογένειες. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου,
αρκετοί κάτοικοι του αναγκάστηκαν να γίνουν πολιτικοί πρόσφυγες.
Χούμα [Хума] | Huma ή Uma. Και Χούμα στα ελληνικά. Χωριό της
περιοχής Καρατζόβας ή Βλαχομογλενών, του καζά Γευγελής. Το 1910 ζούσαν εδώ 840
χριστιανοί Βλάχοι (645 ρουμανιστές και 195 πατριαρχικοί). Το
χωριό κάηκε από τον ελληνικό στρατό στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο. Στη σερβική
απογραφή του 1914 είχε πληθυσμό 751 άτομα.
Χρίστος [Христос или Горно Христос / Άνω Χριστός] | Hristos ή Gorno Hristos.
Στις ελληνικές πηγές αναφέρεται σαν Χριστός (και μετά την απογραφή του 1940
ως Άνω Χριστός). Χριστιανικό χωριό του καζά Σερρών. Το 1912 ζούσαν
εδώ περίπου 210 εξαρχικοί Μακεδόνες. Μέχρι το 1915 είχαν μεταναστεύσει στη
Βουλγαρία 50 κάτοικοι του χωριού. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στον οικισμό
και 285 πατριαρχικούς πρόσφυγες. Το 1944 μετανάστευσαν στη Βουλγαρία και άλλες
οικογένειες.
Ψόρα [Псора / Υψηλό] | Psora. Αναφέρεται επίσης ως Psore και Psohori. Στις ελληνικέ πηγές το βρίσκουμε συνήθως σαν Ψόχωρι και Ψοχώρι. Χριστιανικό
χωριό του ναχιγιέ Χρούπιστα (Hrupišta) του кαζά Καστοριάς. Το 1912 ζούσαν εδώ
περίπου 110 Μακεδόνες (εξαρχικοί και Πατριαρχικοί). Ο οικισμός
μετονομάστηκε Υψηλό το 1926 και Υψηλόν το
1940. Προπολεμικά ζούσαν στο χωριό 18 μακεδονικές οικογένειες. Μεταξύ
1941-1949, σκοτώθηκαν επτά κάτοικοί του. Στο τέλος του εμφυλίου πολέμου εννέα
άτομα από το χωριό εγκατέλειψαν τη χώρα και έγιναν πολιτικοί πρόσφυγες.